Γιώργος Βέης: Εκεί. Μαρτυρίες από το Βιετνάμ, την Ινδονησία, την Ιαπωνία, την Κίνα, το Καμερούν, τη Γερμανία. Εκδόσεις Κέδρος. Σελ. 320.

Στα τοπία της Αφρικής, της Άπω Ανατολής αλλά και της Βόρειας Αμερικής μάς έχει ξεναγήσει κατ’ επανάληψη ο Γιώργος Βέης, αλλάζοντας κάθε τόσο προορισμό: από την Κίνα και την Ιαπωνία στη Μογγολία, από τη Σιγκαπούρη και τη Σεούλ στο Χονγκ Κονγκ, από τη Μπανγκόγκ και την Πατάγια στο Μανχάταν και από το Σουδάν και το Καμερούν στο Μπαλί και την Ινδονησία. Χαρακτηριστικοί και οι τίτλοι των βιβλίων του: Ασία, Ασία (1999), Στην απαγορευμένη πόλη (2004), Μογγόλες (2005), Έρωτες τοπίων: Κίνα, Ινδονησία, Ιαπωνία, Ταϋλάνδη (2007), Από το Τόκυο στο Χαρτούμ (2009), Μανχάταν-Μπανγκόγκ (2011), Παντού (2015) και Ινδικοπλεύστης (2017). Τα ποιήματα που γράφει ο Βέης αποπνέουν έναν λυρικό μυστικισμό, που συνδυάζει τις φυσικές εικόνες και τη γλώσσα της κοσμολογίας με την οξυμένη όραση και την τεταμένη ακοή. Με τις αισθήσεις του τεταμένες προσέρχεται γενικότερα ο Βέης στην ταξιδιωτική λογοτεχνία, αφήνοντας πίσω του κάθε στερεότυπο του είδους: την απαραβίαστη καλλιέπεια, την αυστηρά ιεραρχημένη οργάνωση του υλικού, τον υπερπληθυσμο των πληροφοριών και τον σχηματισμό μιας αντικειμενικής βάσης δεδομένων για το παρελθόν και για το παρόν του ταξιδιωτικού τόπου.

ΜΑΚΡΙΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΜΕΓΑΛΟΥΣ ΟΓΚΟΥΣ

Μένοντας μακριά από τους μεγάλους όγκους (τις χώρες σε πανεθνική κλίμακα, τα ιστορικά μεγέθη και τα αρχειακά ευρήματα), ο Βέης θα κινηθεί προς τις μικρότερες ενότητες: τις πόλεις και τις γειτονιές, τα στιγμιαία ερεθίσματα του άμεσου περίγυρου και τα σχεδόν τυχαία συγκεντρωμένα πραγματολογικά υλικά. Από τις υψηλές και τις φιλόδοξες πτήσεις στις χαμηλές στροφές και στη γρήγορη, αν όχι και ακαριαία δράση. Και η ποίηση, βεβαίως, θα αναλάβει εδώ δραστικό ρόλο: το εκ των ένδον και όχι το φωτογραφικό βλέμμα, ο κοφτός και στακάτος λόγος, οι απότομες νοηματικές μεταβάσεις, οι ξαφνικοί ιριδισμοί στον ορίζοντα και στο υπόστρωμα μιας μακράς ή μιας πολύ σύντομης και λιτής περιγραφής, οι σκόπιμα εκκρεμείς και ανολοκλήρωτες αναφορές.

Ταξιδεύοντας, πάντως, στα αγαπημένα του μέρη, ο Βέης θα καταγράψει στοιχεία όχι μόνο για τη μαγεία των ασιατικών μητροπόλεων και της αφρικανικής φύσης, αλλά και για την ιστορική και την κοινωνικοπολιτική ταυτότητα της χώρας που εκάστοτε περιδιαβάζει. Έτσι, από τη μια μεριά μπορεί να εξετάζει την επίδραση της θρησκείας σε όλα τα επίπεδα της καθημερινής ζωής ή να επισημαίνει τις πρόσφατες οικονομικές και κοινωνικές μεταβολές και από την άλλη να περνά τις νύχτες του κάτω από έναν απέραντο ουρανό, απολαμβάνοντας τα αγαθά του υλικού πολιτισμού ή την ερωτική ομορφιά των γυναικών.

ΟΤΑΝ Η ΠΟΙΗΣΗ ΣΥΝΑΝΤΑ ΤΟ ΔΟΚΙΜΙΟ

Με το Εκεί ο Βέης επιστρέφει στα ταξίδια του, γράφοντας εκ νέου για την Ινδονησία, την Ιαπωνία, την Κίνα και το Καμερούν και προσθέτοντας στους προορισμούς του το Βιετνάμ και τη Γερμανία. Η ποίηση συναντά τώρα συχνότερα το δοκίμιο χωρίς να αποσύρει ποτέ τη διαισθητική της ματιά και την ικανότητά της να ανασηκώνει το δέρμα των πραγμάτων προκειμένου να ανακαλύψει τα πολύτιμα πετράδια που κρύβονται κάτω από την επιφάνεια. Και καλείται πλέον η ποίηση να μιλήσει, ίσως πιο συστηματικά από,τι στα προηγούμενα ταξιδιωτικά βιβλία του Βέη, όχι μόνο με τις θρησκείες της Άπω Ανατολής, τον ινδουϊσμό και τον συντοϊσμό, αλλά και με τις τελετουργικές παραδόσεις των ξένων τόπων, όπως και με τους δεσμούς που αναπτύσσουν οι σύγχρονοι άνθρωποι με το ιερό και το μαγικό. Κι αν όλα αυτά (οι θρησκείες, οι τελετουργίες και η αναζήτηση του ιερού και του μαγικού) ψάχνουν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, μια δίοδο μέσω της οποίας θα ανακτήσουν τις διαταραγμένες ισορροπίες της φύσης και τη χαμένη ενότητα του κόσμου, η ποίηση αποδεικνύεται ο καλύτερος συνομιλητής τους: η προσπάθεια δεν θα σταματήσει ποτέ, ακόμα κι αν κάθε λειτουργία συνένωσης των διάσπαρτων στοιχείων και των σπασμένων συνόλων μοιάζει εκ των προτέρων καταδικασμένη.

Ό, τι κι αν γράφει, ό,τι κι αν δοκιμάζει να στήσει ξανά στα πόδια του, για να του εμφυσήσει καινούργια ζωή, ο Βέης δεν κλείνεται (δεν θέλει να κλειστεί) ούτε στιγμή στον χρυσελεφάντινο πύργο του, στρέφοντας σταθερά την προσοχή του, όπως το παρατηρούσα και προεισαγωγικά, στην πραγματικότητα: η παγκόσμια άνοδος της Κίνας, ο εμπορικός πυρετός του Χονγκ Κονγκ, οι επαγγελματίες ποδοσφαιριστές του Καμερούν και, παλαιότερα, η ενοποίηση Ανατολικής και Δυτικής Γερμανίας. Η γεωγραφία δεν είναι μόνο περιπλάνηση και ιστορικό θέαμα ή πηγή αναστοχασμού, αλλά και ο ζωντανός, καθημερινός λόγος της πολιτικής, της οικονομίας και της τεχνολογίας, που οδεύει παράλληλα με την Ιστορία, τον μύθο και την ένθεση πίστη, όταν δεν επιδιώκει να παραμερίσει το παρελθόν σαν αχρείαστο βαρίδι.

Οι παρένθετες επιστολές φίλων από την Αθήνα (κάθε μία κλείνει και ένα μέρος του βιβλίου) είναι η γέφυρα την οποία ρίχνει ο Βέης ανάμεσα στο ανοίκειο του ξένου έθνους και την οικειότητα της γενέθλιας γης. Φίλοι από τη λογοτεχνία που μεταφέρουν στον ταξιδιώτη (δεν θέλω να πω τον ξενιτεμένο γιατί ο Βέης περιηγήθηκε την υδρόγειο εξαιτίας της διπλωματικής του ιδιότητας) τις βιοτικές και τις εκδοτικές τους μέριμνες, τις λογοτεχνικές τους προσδοκίες, αλλά και τις τρέχουσες έγνοιες τους.

Σκέφτομαι επιλογικά πως σαν φιλικές χειρονομίες πρέπει να δούμε και τα κείμενα τα οποία συγκεντρώνει ο συγγραφέας στο Εκεί: χειρονομίες που δεν ζητούν να ανταποκριθούν στην εγκυκλοπαιδική μας περιέργεια ή στην ανάγκη μας για ενημέρωση, αλλά να αγγίξουν συγκινησιακά μιαν εσώτερη χορδή που θα παρέμενε πιθανόν ανεύρετη χωρίς την κρούση του ποιητή.