ΕΠΕΙΔΗ, τόσο η ουτοπία όσο και η δυστοπία είναι ρηχές και δεν μας βγάζουν πουθενά και ο κορονοϊός μας οδηγεί σε αδιέξοδα και μας ψυχοπλακώνει, σκέφτηκα για πολλούς και διάφορους λόγους να λοξοδρομήσουμε…
ΝΑ ακολουθήσουμε ένα άλλο απριλιάτικο μονοπάτι και να μιλήσουμε, μέρες που είναι, για κάτι που θέλουμε να θυμόμαστε και όχι για εγκλεισμούς, θανάτους, κορονοϊούς και οικονομικές καταστροφές, που θέλουμε να ξεχάσουμε.
ΓΙΑΤΙ, αν συνεχίσουμε όπως πάμε, με τις απαγορεύσεις των συναθροίσεων και… συνωστισμών, ούτε Χριστούγεννα δεν θα γιορτάσουμε όπως ξέρουμε.
ΟΣΟ για φέτος, όχι μόνο Επιτάφιο δεν θα περιφέρουμε με τους περιορισμούς, αλλά ούτε στον Χριστό δεν θα επιτρέψουμε να αναστηθεί…
ΣΥΝΕΠΩΣ, επειδή σήμερα το βράδυ δεν πρόκειται να διαβαστεί ούτε ένα από τα 12 Ευαγγέλια και αύριο δεν θα βγει σεργιάνι στους δρόμους ο Επιτάφιος, καλό θα είναι να προετοιμαστείτε ψυχολογικά για το Μεγάλο Σάββατο.
ΤΟ Μεγάλο Σάββατο, μπορείτε να ψάλλετε μόνοι, μπρος στον καθρέφτη σας, το “δεύτε λάβετε φως”, αλλά μην περιμένετε να σας ανάψει κανείς την λαμπάδα.
AΚΟΜΑ και το ψηφιακό Χριστός Ανέστη, εικονικό και ψεύτικο θα είναι χωρίς την καθοριστική φυσική παρουσία του διπλανού -άσχετο αν είναι συγγενής, γείτονας η κάποιος ξένος- που σου δώσει το “φως” και θα σου πει Χριστός Ανέστη.
ΣΤΟΝ Eπιτάφιο και την Ανάσταση δεν πηγαίνουν μόνο οι πιστοί και οι θρησκευόμενοι, πηγαίνει όλος κόσμος, γιατί πρόκειται για έθιμα με τα οποία γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε, πρόκειται για μια αναγκαία ψηφίδα που συγκροτεί τον ψυχισμό μας, την κουλτούρα μας και αυτό που είμαστε…
ΤΟ γεγονός ότι κανένας από εμάς δεν θυμάται, ούτε από διηγήσεις, να μιλά κανείς για Πάσχα χωρίς Ανάσταση, τα λέει όλα. Φέτος ζούμε κάτι που δεν έχουν ζήσει άλλοι άνθρωποι.
ΑΡΝΙ, βέβαια, μπορείτε να ψήσετε, αλλά θα είναι το ίδιο άνοστο όπως και η ψηφιακή Ανάσταση μέσα σε μια άδεια εκκλησία. Μέχρι και οι εικόνες των Αγίων θα πρέπει να έχουν πάθει ψυχολογικό τραλαλά.
ΑΝΤΕ τώρα να πιστέψουν οι πεθαμένοι ότι κάποια μέρα θα έλθει και η Δευτέρα Παρουσία, τη στιγμή που είτε ο Χριστός μπορεί να Αναστηθεί σε τούτο τον ψεύτικο κόσμο.
ΡΕ, λέτε να είμαστε ήδη μαριονέτες της πολυθρύλητης και πολυσυζητημένης εικονικής πραγματικότητας πριν προλάβουμε να το συνειδητοποιήσουμε. Λέτε η ζωή μας όλη να ήταν ένα εικονικό ψέμα;
ΤΕΛΟΣ πάντων, ας τα αφήσουμε αυτά και ας επιστρέψουμε για λίγο σε πραγματικές μεγαλοβδομαδιάτικες μνήμες, πιο αλλοτινών, προβλέψιμων και στέρεων χρόνων.
ΜΙΛΑΩ για την εποχή, κάποιων έστω βεβαιοτήτων, για τότε που πέφταμε να κοιμηθούμε και ξέραμε πάνω-κάτω, έστω χοντρικά, τι θα μας βρει την άλλη μέρα. Ας επιστρέψουμε για λίγο σε αυτή…
ΤΗ Μεγάλη Εβδομάδα του 2007, βρέθηκα για λίγες μέρες στο Σίδνεϊ προσκεκλημένος του τότε Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας Στυλιανού, με τον οποίο και με συνέδεε μια πολύχρονη και πολυτάραχη φιλία.
ΗΤΑΝ σαν και σήμερα Μεγάλη Πέμπτη, λίγο πριν αρχίσει η καθιερωμένη λειτουργία και σε μια στιγμή γυρίζει και μου λέει ο Στυλιανός “αν είσαι κουρασμένος μην κάθεσαι στην λειτουργία”.
ΚΑΙ πριν απαντήσω συνέχισε: “ξέρεις, απόψε τραβά σε μάκρος η ακολουθία, έχουμε και τα 12 Ευαγγέλια… Δεν νομίζεις ότι είναι πολλά”;
ΑΝΤΙ για μένα απάντησε ο ίδιος σαν να μονολογούσε: “πολλά, ρε παιδί μου, πάρα πολλά. Τους κουράζουμε χωρίς λόγο τους ανθρώπους…”.
ΓΙΑ τον Στυλιανό, όμως, του βάθους, των γνώσεων και των απρόβλεπτων ηφαιστειακών εκρήξεων, θα μιλήσουμε -γιατί αξίζει τον κόπο- μια άλλη φορά…
ΚΑΙ από το Σίδνεϊ, ας κάνουμε μια ακόμα Μεγαλοβδομαδιάτικη βόλτα στην άλλη άκρη του μικρού κόσμου.
ΝΑ πεταχτούμε μέχρι την Γουατεμάλα εν έτει 2004, για να δούμε με τι κατάνυξη γιορτάζουν την Μεγάλη Παρασκευή οι κάτοικοι μιας μικρής πόλης στη λίμνη Ατιτλάν, που για τον Άλντους Χάξλεϊ είναι η ωραιότερη λίμνη στον κόσμο.
Η λίμνη βρίσκεται σε υψόμετρο 2000 μέτρων και είναι περιτριγυρισμένη από πανύψηλα βουνά. Ένα πανέμορφο και εξωγήινο τοπίο το όλο πακέτο. Γι’ αυτό, άλλωστε, είναι και πολυσυζητημένο τουριστικό αξιοθέατο της χώρας. Και για τους ίδιους λόγους αποφασίσαμε με τον Παρασκευά να την επισκεφθούμε.
ΟΛΟΣ ο κόσμος έχει ακούσει, ότι οι Καθολικοί γενικά και οι Νοτιοαμερικανοί Καθολικοί ιδιαίτερα, είναι θρησκόληπτοι. Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήξαμε και εμείς κατά της μακράς παραμονής μας στο Μεξικό.
ΤΟ πόσο θρησκευόμενοι όμως ήταν, μας δόθηκε η ευκαιρία να το διαπιστώσουμε ιδίοις όμμασι κατά τη διάρκεια της επίσκεψής μας στο «Τσίρκο» της Ατιτλάν.
ΤΗΝ περιγραφή του φοβερού αυτού μαγαζιού την είχα κάνει πριν 16 χρόνια όταν έστελνα ανταποκρίσεις από το εκπληκτικό και επικίνδυνο ταξίδι στην πολυτάραχη Κεντρική Αμερική της ανομίας και των συνεχών επαναστάσεων.
ΕΙΧΑΜΕ αρχίσει το ταξίδι από το Μεξικό και συνεχίστηκε στο Μπελίζ, τη Γουατεμάλα, τις Ονδούρες, το Ελ Σαλβαδόρ, τη Νικαράγουα, την Κόστα Ρίκα και από εκεί στην Κούβα της φτώχειας, του έρωτα και του παρηκμασμένου Σοσιαλισμού…
ΜΑΖΙ με τον Παρασκευά και τον Ρωσοεβραίο Ιλιάν, φτάσαμε στην Ατιτλάν την Μεγάλη Πέμπτη, νοικιάσαμε τρία μηχανάκια και κάναμε όλη την μέρα βόλτες στα αξιοθέατα γύρω από την λίμνη, η περίμετρος της οποίας είναι πάνω από 80 χιλιόμετρα.
ΤΟ ίδιο κάναμε και την επόμενη μέρα. Τα μαγαζιά στην πολιτειούλα της λίμνης ήταν κλειστά, όχι μόνο λόγω Μ. Παρασκευής, αλλά και λόγω έλλειψης τουριστών.
ΤΕΛΙΚΑ, βγήκαμε μια βόλτα το βραδάκι μήπως βρούμε τίποτε να φάμε και να πιούμε καμιά μπίρα. Η γυναίκα που είχαμε νοικιάσει δωμάτια μας είπε ότι την Μ. Παρασκευή απαγορεύεται αυστηρά το ποτό.
ΑΠΟΦΑΣΙΣΑΜΕ να μπούμε στο “Τσίρκο” για δύο λόγους: πρώτον, γιατί είχε περίεργο ντεκόρ με κούκλες, κλόουν, παλιάτσους και διάφορες περίεργες μαριονέτες να κρέμονται από το ταβάνι, αλλά και γιατί είχε, επίσης, ωραίο μπαρ και πολύ κόσμο.
ΣΤΑ τέσσερα-πέντε τραπέζια δίπλα στο μπαρ κάθονταν διάφοροι τύποι με άγριες φάτσες και πιο πίσω σε δύο μεγάλα τραπέζια κάθονταν μπάτσοι, οι οποίοι δίπλα τους ακριβώς, είχαν για καλό και για κακό, Άγιες μέρες που ήταν, και τις καραμπίνες τους…
Η όλη ατμόσφαιρα ήταν λίγο περίεργη, μέχρι εκφοβιστική. Λόγω απαγόρευσης του αλκοόλ οι περισσότεροι πελάτες έπιναν καφέ ή τσάι σε μεγάλα φλιτζάνια.
ΑΦΟΥ κάναμε μια βόλτα γύρω στο μαγαζί, καθίσαμε στο μπαρ και μάλιστα δίπλα στην πόρτα, για παν ενδεχόμενο, να πιούμε έναν καφέ και να πάμε πίσω στο ξενοδοχείο.
Ο μπάρμαν μας κοίταξε λίγο περίεργα και μας ρώτησε τι θέλουμε. Επειδή ένας πελάτης δίπλα μας, κατάλαβε ότι μάλλον δεν ξέραμε πού μπήκαμε και τι σερβίρει το μαγαζί, μας είπε ότι, αν θέλουμε μπίρα, να παραγγείλουμε καπουτσίνο και αν θέλουμε ουίσκι, βότκα, τζιν ή άλλο ποτό, ζητάμε εσπρέσο…
ΟΤΑΝ ρωτήσαμε τον διερμηνέα, αν επιτρέπεται μιας και μαγαζί ήταν γεμάτο αστυνομικούς, μας είπε δεν πειράζει γιατί και οι αστυνομικοί και όλοι όσοι βρίσκονται στο μαγαζί… καπουτσίνο και εσπρέσο πίνουν…
ΚΑΙ αν μπουν και άλλοι αστυνομικοί; ρωτώ… Και αυτοί… καφέδες θα πιουν, μου λέει. Αυτό είναι το έθιμο της πόλης και του μαγαζιού. Δηλαδή, του ξαναλέω, κοροϊδεύετε την απαγόρευση ομαδικά;
ΝΑΙ, μου απαντά, είμαστε πιστοί Καθολικοί και κοροϊδεύουμε τους εαυτούς μας. Υπάρχουν βέβαια και άνθρωποι που πιστεύουν και δεν κάνουν τέτοια πράγματα, αλλά αυτοί έτσι και αλλιώς δεν έρχονται εδώ.
ΤΟ “Τσίρκο” μου θύμησε το καφενείο του Μιχάλη Τσακόπουλου -πιο γνωστού ως Μπότζη- στο Όκλι στις αρχές της δεκαετίας του 1970, που λόγω της τότε αυστηρής απαγόρευσης στα εστιατόρια και όλα τα μαγαζιά να σερβίρουν ποτό, μας έφερναν τη μπίρα και το ουίσκι σε φλιτζάνια του καφέ…
ΚΑΙ εκεί οι γνωστοί αστυνομικοί, που έκαναν πού και πού… έφοδο στο μαγαζί σε φλιτζάνια του καφέ έπιναν τις μπίρες τους. Παλιά διαχρονικά και διεθνή, απ´ό,τι φαίνεται, ήταν τα έθιμα αυτά.
ΝΑ προσθέσω εδώ, ότι η κοπέλα που κάθονταν με τον τύπο που μου εξηγούσε τα ήθη και τα έθιμα του τόπου, ήταν η μοναδική γυναίκα μέσα στον επίγειο παράδεισο του αλκοόλ…
ΜΕΧΡΙ τα μεσάνυχτα συνέχισαν να μπαίνουν και να βγαίνουν πελάτες στο μαγαζί με τις καραμπίνες τους παραμάσχαλα, προκειμένου να ανάψουν ένα κερί στον Επιτάφιο και να πιουν και δυο-τρεις καφέδες της παρηγοριάς.
ΜΕΤΑ τα μεσάνυχτα άρχισε να αραιώνει και ο κόσμος. Έτσι οι πρωινές ώρες βρήκαν εκεί τους πιο… πιστούς που, συνήθως, δεν ξεκολλούν από τις ολονύκτιες αυτές ακολουθίες…
ΑΡΧΙΕΡΕΑΣ εκείνα τα ξημερώματα του Μεγάλου Σαββάτου στη Γουατεμάλα ήταν ο διερμηνέας που καθόταν δίπλα μου, με τον οποίο μέχρι να προλάβουμε να γνωριστούμε καλά, είχε πιει τόσο πολύ που ξέχασε τα αγγλικά του και μου μιλούσε μόνο ισπανικά τα οποία μου μετέφραζε η φίλη του η Κασσάνδρα ή ο Παρασκευάς.
Ο Κάρολος είχε πολεμήσει στο πλευρό της… Επανάστασης τόσο στον εμφύλιο του Ελ Σαλβαδόρ, όσοι και σε αυτόν της Νικαράγουας και στο “Τσίρκο” βρέθηκε ξεναγώντας την ερωμένη του, που είχε γνωρίσει στη Νέα Υόρκη όπου και ζούσε καμιά δεκαριά χρόνια.
Η Κασσάνδρα, μια από τις τρεις πιο όμορφες γυναίκες που έχω συναντήσει στη ζωή μου, είχε γεννηθεί στη Νέα Υόρκη από γονείς που μετανάστευσαν εκεί από το Ελ Σαλβαδόρ.
ΕΙΠΑΜΕ πολλά και διάφορα εκείνο το βράδυ με τον Κάρολο για την πορεία της ζωής μας, την προϊστορία της και τις επαναστατικές μας ουτοπίες και τις ψευδαισθήσεις που είχαμε πιστέψει όταν περάσαμε την πύλη των απανωτών διαψεύσεων…
ΠΡΙΝ αρχίσει το αλκοόλ να διαφεντεύει τη συζήτηση και να παίρνει στα χέρια του, όπως ο κορονοϊός, την συνέχεια των άμεσα μελλοντικών μας κινήσεων, είχαμε συμφωνήσει να δούμε την πανσέληνο που θα ανέτελλε τα ξημερώματα στη λίμνη Ατιτλάν.
ΕΓΩ, γι’ αυτό έφερα εδώ την Κασσάνδρα, θα είναι μια αξέχαστη εμπειρία, μου είπε ο Κάρολος όσο ήταν ακόμα καλά…
ΤΟ ποτό όμως διέψευσε την προφητεία να δούμε μαζί την πανσέληνο και για λογαριασμό της Κασσάνδρας. Ούτε τον γνωστό μύθο της Ελληνικής Μυθολογίας δεν σεβάστηκε…
ΤΟ ποτό, εκτός από την ευκαιρία να δω την πανσέληνο μαζί με μια τόσο όμορφη γυναίκα μου στέρησε και την παρέα του Ιλιάν και του Παρασκευά.
ΕΤΣΙ, πήγα μόνος στη λίμνη και μοιράστηκα την αξέχαστη πανσέληνο με έναν Ινδιάνο ψαρά, που κάθε τόσο έβγαινε έξω και με νοήματα μου έλεγε να του στρίψω ένα τσιγάρο.
ΓΙΑ το κάθε τσιγάρο μου έψηνε και ένα ψάρι και δεν εννοούσε να πάρει το τσιγάρο, αν δεν έπαιρνα και εγώ το ψάρι. Δεν δεχόταν δώρα χωρίς αντίδωρο…
ΕΠΕΣΤΡΕΨΑ στο δωμάτιό μου αφού είχε βγει για καλά ο ήλιος. Ανάσταση εκείνη τη χρονιά κάναμε στην Ατιτλάν…
Μπ. Στ.