Η Ελένη Κολοβού αποχαιρέτησε τον πατέρα της το Σάββατο με μια κηδεία που στόχο είχε να αποτίσει φόρο τιμής σε έναν άνδρα με σημαντική συνεισφορά στην κοινότητα.

Γεννημένος στα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, έζησε τον Εμφύλιο, την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου και της ελληνικής δικτατορίας, βιώνοντας οδυνηρές ιστορικές στιγμές πριν μεταναστεύσει στην Αυστραλία όπου και έφυγε από τη ζωή, ενώ κοιμόταν, στις 5 Απριλίου.

Παρά την δημοτικότητα και την ιδιαίτερη θέση του εκλιπόντος στην κοινότητα, η οικογένεια ακολουθώντας τους ισχύοντες αυστηρούς περιορισμούς που έθεσε ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας, Σκοτ Μόρισον, φρόντισε ώστε οι πενθούντες που συμμετείχαν στην τελετή να μην ξεπερνούν τα 10 άτομα.

Προκειμένου, μάλιστα, να διασφαλίσουν ότι θα τηρηθεί αυτό το όριο επικοινώνησαν τηλεφωνικά με τους συγγενείς για να τους ενημερώσουν να μην προσέλθουν στην εκκλησία. Τα μέλη της οικογένειας που τελικά συμμετείχαν, τήρησαν αυστηρά τους κανόνες της κοινωνικής απόστασης, με τους πενθούντες να κάθονται σε ξεχωριστά έδρανα, έχοντας πλήρη συναίσθηση της αναγκαιότητας για κάτι τέτοιο.

Ωστόσο, η οικογένεια συγκλονίστηκε από την παρουσία δύο ένοπλων αστυνομικών, οι οποίοι εισήλθαν στην εκκλησία κατά το τέλος της κηδείας και δεν σταμάτησαν να μιλούν ή να κρατούν σημειώσεις ακόμα και τη στιγμή που μέλη της οικογένειας μετέφεραν το φέρετρο του πατέρα και παππού τους έξω από την εκκλησία για να μεταβεί στον τόπο της τελευταίας του κατοικίας.

Η κόρη της Ελένης και εγγονή του εκλιπόντος, Μπενίτα Κολοβού, δημοσιογράφος του AAP, έγραψε την Τρίτη ότι η «μικρή, συγκινησιακά φορτισμένη τελετή» διακόπηκε «δεκαπέντε μόλις λεπτά πριν από την ολοκλήρωσή της» από «δύο ένστολους που έφεραν όπλα».

«Άρχισαν να μιλούν στο προσωπικό της εκκλησίας ενώ ο τελετάρχης διέκοψε την κηδεία, ζητώντας άρον – άρον να μεταφερθεί το φέρετρο έξω από το ναό», έγραψε η Μπενίτα σε άρθρο της στο AAP.