Σημαντική αύξηση των ανθρώπων που ζουν με άνοια στην Αυστραλία καταγράφεται σε μία 3ετία σύμφωνα την στατιστική υπηρεσία της χώρας (Australian Bureau of Statistics – ABS).
Σημειώνεται ότι τα τελευταία στοιχεία, που ανακοίνωσε την Παρασκευή η ABS, αφορούν στο 2018 σε σχέση με το 2015 και προέρχονται από την ευρύτερη έρευνα για Disability, Ageing and Carers (SDAC).
Αναλυτικότερα, εκτιμάται ότι 219,000 Αυστραλοί ζουν πλέον με άνοια, σε σχέση με 194,000 το 2015, μία αύξηση 12.7%.
Καταγράφεται μία διαφοροποίηση όσον αφορά στην άνοια σε σχέση με την ηλικία, με την ασθένεια να κρίνεται «πολύ σπάνια» σε όσους είναι κάτω από 65% (ποσοστό 0.1%) και να αυξάνεται στο 27.5% σε όσους είναι 95 ετών και άνω.
Όσοι πάσχουν από άνοια ζουν με πολλά μακροπρόσθεμα θέματα υγείας, τα οποία επηρεάζουν άμεσα την ποιότητα ζωής τους.
Ενδεικτικά ένα 71.6% αντιμετώπιζε προβλήματα ή περιόδους σύγχυσης. Αργή εκμάθηση ή κατανόηση το 54.4%. Απώλεια ακοής το 35.4%. Χρόνιους ή επαναλαμβανόμενους πόνους ή δυσφορία το 43.1%.
Το 83.8% (183,600 άνθρωποι) ανέφεραν ότι είχαν σοβαρό ή πολύ σοβαρό περιορισμό δραστηριότητας, που σημαίνει ότι πάντα ή ορισμένες φορές χρειάζονταν βοήθεια για να επικοινωνήσουν, να φροντίσουν τους εαυτούς τους ή τη μετακίνηση τους.
Ένα ποσοστό 51.6% ανθρώπων με άνοια και σοβαρό ή πολύ σοβαρό περιορισμό δραστηριότητας βρίσκονταν σε μονάδες φροντίδας.
Ακόμη ότι 105,900 άνθρωποι με άνοια λάμβαναν μη επίσημη υποστήριξη από συγγενείς και φίλους. Σε μεγαλύτερο ποσοστό από τα παιδιά τους (52.7%) και τους συντρόφους τους (48.3%).
1 ΣΤΟΥΣ 6 ΑΥΣΤΡΑΛΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΩ ΤΩΝ 65 ΕΤΩΝ
Σύμφωνα με την έρευνα της ABS που έγινε το 2018, ένας στους έξι Αυστραλούς (15.9% ή 3,9 εκατ. άνθρωποι) ήταν ηλικίας άνω των 65 ετών, ένα ποσοστό ελαφρώς αυξημένο σε σχέση με το 2015 όταν ήταν στο 15.1%,
Όσοι ήταν άνω των 65 ετών ζούσαν σε μεγάλη πλειοψηφία σε νοικοκυριά (95.3%) και λιγότεροι (4.6%) σε μονάδες φροντίδας.
Σχεδόν οι μισοί από αυτούς (49.6%) είχαν κάποιου είδους αναπηρία, ένα ποσοστό που παρέμεινε αμετάβλητο σε σχέση με το 2015.
Περί το 1.3 εκατ. ηλικιωμένων Αυστραλών που ζούσαν σε σπίτι χρειάζονταν κάποια βοήθεια σε καθημερινές δραστηριότητες και από αυτούς, 65.9% κάλυπταν την ανάγκη τους αυτή.
Το ποσοστό αυτό ήταν ελαφρώς καλύτερο στο 69.2% το 2015.
Τα 2/3 ή ποσοστό 68.1% των ηλικιωμένων Αυστραλών, οι οποίοι δήλωσαν κάποια έσοδα, ζούσαν σε χαμηλού εισοδήματος νοικοκυριά, που κέρδιζαν λιγότερα από 756 δολ. την εβδομάδα.
Στην πλειοψηφία οι άνω των 65 ετών συμμετείχαν σε κάποια κοινωνική δραστηριότητα στο σπίτι (97.4%) ή εκτός (94.4%) τους προηγούμενους τρεις μήνες από την διεξαγωγή της έρευνας.
ΜΙΚΡΗ ΜΕΙΩΣΗ ΣΤΟ ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ
Το 2018 υπήρχαν 4.4 εκατ. Αυστραλοί με κάποια αναπηρία, ένα ποσοστό 17.7%, το οποίο είχε μικρή μείωση από το 18.3% το 2015.
Το ποσοστό αυξανόταν ανάλογα με την ηλικία. Το 11.6% όσων ήταν 0-64 ετών είχαν κάποια αναπηρία και το 49.6% σε όσους ήταν άνω των 65.
Άντρες και γυναίκες είχαν «μοιρασμένο» ποσοστό με 17.6% και 17.8%, αντίστοιχα.
Το 5.7% των Αυστραλών είχαν κάποια σοβαρή ή πολύ σοβαρή αναπηρία.
Σχεδόν ένας στους τέσσερις (23.2%) από το σύνολο όσων δήλωσαν κάποια αναπηρία ανέφεραν ψυχική ή συμπεριφορική διαταραχή ως κύρια κατάστασή τους.
Το ποσοστό αυτό ήταν αυξημένα σε σχέση με το ποσοστό 21.5% που είχε καταγραφεί το 2015.
Από αυτούς με αναπηρία, οι οποίοι ζούσαν σε νοικοκυριά:
το 33.4% όσων ήταν 15 ετών και άνω είχαν ολοκληρώσει εκπαίδευση 12 ετών ή αντίστοιχη, ένα ποσοστό αυξημένο σε σχέση με το 31.4% τρία χρόνια πριν.
Το 16.1% ηλικίας 15 και άνω είχαν κάποιο πτυχίο, επίσης ανοδικά από το 14.9% το 2014.
Το 37.9% όσων ήταν 15-64 ετών ανέφεραν ότι κύρια πηγή του προσωπικού τους εισοδήματος από την κρατική σύνταξη ή επίδομα, ένα ποσοστό μειωμένο σε σχέση με το 41.9%.
Το 59.7% είχαν κάλυψη των αναγκών τους πλήρως, μία πρώτη από το 62.1%.
Ένας στους δέκα, ηλικίας 15 ετών και άνω είχαν αντιμετωπίσει κάποιου είδους διάκριση τους προηγούμενους 12 μήνες για την αναπηρία τους, ένα ποσοστό αυξημένο από το 8.6%.
Η συμμετοχή στην αγορά εργασίας για αυτούς στις ηλικίες 15-64 παρέμεινε σταθερή στο 53.4%, σε αντίθεση με όσους δεν είχαν κάποια αναπηρία για τους οποίους το ποσοστό αυξήθηκε στο 84.1%.
Το 11.4% όσων είχαν κάποια σοβαρή ή πολύ σοβαρή αναπηρία (15-64 ετών) εργάζονταν με πλήρη απασχόληση, σε σχέση με το 7.9% το 2015.
ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΣΤΗ ΦΡΟΝΤΙΔΑ
Στην Αυστραλία υπήρχαν 2.65 εκατ. εργαζόμενοι στον τομέα φροντίδας, ένα ποσοστό 10.8% του πληθυσμού, σε σχέση με 11.6% το 2015.
Το ποσοστό ήταν 12.3% μεταξύ των γυναικών και 9.3% μεταξύ των αντρών.
Υπήρχαν 235,300 νέοι (ηλικίας κάτω των 25 ετών) στο χώρο, ένας αριθμός μειωμένος από 274,700 σε σχέση με το 2015.
Το 3.5% όλου του πληθυσμού απασχολούνταν στην πρωτοβάθμια φροντίδα. Το 71.8% από αυτούς ήταν γυναίκες.
Το 37.4% είχε κάποιο αναπηρία.
Ο πιο κοινός λόγος για κάποιον ώστε να εργαστεί στην πρωτοβάθμια φροντίδα ήταν ένα αίσθημα οικογενειακής ευθύνης (70.1%).
Το 50.2% όλων των φροντιστών υγείας ζούσαν σε νοικοκυριά τα οποία τοποθετούνται οικονομικά στα χαμηλότερα εισοδήματα, ένα ποσοστό διπλάσιο σε σχέση με άλλους τομείς εργασίας (25.6%).