Η είδηση του θανάτου του Θανάση Σπανού, ο οποίος έγραψε ιστορία στη Μελβούρνη με καταστήματα όπως το Medallion, την ταβέρνα «Θανάσης» και Vanilla, συγκλόνισε την ελληνική παροικία.

«Είχε μία ειλικρίνεια για τη ζωή του, η οποία ενέπνεε αγάπη…Ενσάρκωνε το φιλότιμο», γράφει στον δικό του αποχαιρετισμό προς τον Θανάση ο πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας της Μελβούρνης, Βασίλης Παπαστεργιάδης και μοιράζεται τις δικές του μνήμες από τον εμβληματικό επιχειρηματία της Παροικίας.

Συγκεκριμένα, αναφέρει ο κ. Παπαστεργιάδης:

«Την Παρασκευή το βράδυ έλαβα ένα γραπτό μήνυμα το οποίο μου έλεγε ότι ο Θανάσης Σπανός έφυγε από τη ζωή.

Ένα κύμα συναισθημάτων με πλημμύρισε. Ήταν ένας άνθρωπος που είχα γνωρίσει και ήξερα για αρκετό καιρό.

Μία φορά την εβδομάδα θα πήγαινα στο Vanilla για να συναντήσω φίλους και να πιω τον φραπέ μου. Ο Θανάσης με το που με έβλεπε θα φώναζε ‘Βασιλάκη, κάθισε μαζί μου’.

Δεν μπορούσα να διαφωνήσω μαζί του.

Θα φώναζε γρήγορα σε μία σερβιτόρα ‘δύο ούζα για εμένα και τον Βασιλάκη και ένα μεζέ και λίγο ψάρι επίσης και…’.

Και πάλι, παρότι συχνά είχα φάει πριν πάω εκεί, έμαθα ότι δεν είχε νόημα να διαφωνήσω με τον Θανάση.

Ο Θανάσης ενσάρκωνε το φιλότιμο. Το χαμόγελο του σε ‘τύλιγε’. Η θερμή αγκαλιά του, η χειραψία του και το σοβαρό βλέμμα στα μάτια σου σε έκανε να νιώθεις ότι ήσουν στο σπίτι.

Υπάρχουν εκατοντάδες καφετέριες πιο κοντά στην οικία μου από το Vanilla, αλλά ένιωθα στο σπίτι μου στο Vanilla. Ένιωθα στο σπίτι μου με τον Θανάση.

Γνώρισα τον Θανάση αφού άνοιξε το Vanilla. Δεν τον γνώριζα από τα 20 χρόνια στο Medallion στην Lonsdale St. Ωστόσο, ένιωθα ότι τον ήξερα από πάντα.

Οι ιστορίες του για την ιστορική καρδιά της Ελλάδας στη Μελβούρνη, την Lonsdale St, έφερναν στη ζωή τη γενιά των γονιών μου. Μπορούσε να απαριθμήσει τις προσωπικότητες που σύχναζαν στο Medallion, τους αγώνες τους και τις χαρές τους.

Ενώ μου έλεγε αυτές τις ιστορίες μεταφερόμουν στις δεκαετίες του ’60, του ’70 και του ’80.

Είχε μία ειλικρίνεια για τη ζωή του, η οποία ενέπνεε αγάπη. Αύξανε τον θαυμασμό μου για αυτόν. Εκείνες οι ημέρες από το ’60 και το 70, μου θύμιζαν τα ταξίδια του Ζορμπά.

Υπήρξαν δύσκολοι καιροί, όταν ο πολυπολιτισμός δεν ήταν κυβερνητική πολιτική και ήταν αυτοί οι νέοι Ελληνοαυστραλοί, τώρα πιο ηλικιωμένοι, που σφυρηλάτησαν τη δική τους ταυτότητα.

Συχνά όταν καθόμουν με τον Θανάση, ένας ακόμη φίλος μου, ο Χρήστος Παπαδόπουλος θα καθόταν στην παρέα μας.

Μου περιέγραψε συνοπτικά και απλά τον Θανάση σήμερα. Είπε ο Χρήστος: ‘O Θανάσης ήταν μετριόφρων, είχε ζεστή καρδιά, τιμιότητα και ειλικρίνεια, με αγάπη για όλους. Είχε ένα χαμόγελο το οποίο συχνά βρίσκεις σε ένα παιδί, που αποκάλυπτε μία παιχνιδιάρικη και ειλικρινή προσέγγιση στη ζωή’.

Τα ταξίδια μου μέχρι το Vanilla δεν θα είναι ποτέ οι ίδιες ξανά χωρίς τον Θανάση. Άνθρωποι σαν αυτόν ‘φεύγουν’ αλλά δεν τους ξεχνάμε. Έχουν αφήσει το σημάδι τους στις ζωές μας, το οποίο θα μείνει για πάντα».