Οι γραμμές τούτες γράφονται στη Μελβούρνη την ημέρα της μεγάλης μας και ετήσιας γιορτής της Μεγαλόχαρης, στο πανελλήνιο πανηγύρι του Δεκαπενταύγουστου, κατά το άχαρο και απερίγραπτο έτος μας 2020.
Στη μεγαλύτερη αυτή γιορτή του καλοκαιριού όλη η Ελλάδα συμμετέχει σύσσωμη, ”συν γυναιξί και τέκνοις” που λέμε. Φέτος όμως ο κορονοϊός την έχει καταργήσει, όπως έχει εξαφανίσει και τόσες άλλες ανθρώπινες συνήθειές μας.
Το άρθρο τούτο γράφεται με αφορμή και την κατάργηση των πάνδημων κηδειών στη Μελβούρνη που γίνονται μόνο με εννέα άτομα και τον παπά δέκα. Σκληρή η τιμωρία μας της απομόνωσης και του αποκλεισμού, αλλά και τούτη η απουσία μας στην κηδεία συγγενών και φίλων είναι άδικη και πολύ βαριά. Επιπλέον, διαπιστώνει κανείς σήμερα πως και στις εφημερίδες αναγράφεται μόνο η ημερομηνία θανάτου χωρίς τον τόπο της ταφής. Θεωρώ πως τούτο είναι μία μεγάλη και ασυγχώρητη παράλειψη.
Όλοι μας έχουμε προσέξει ότι σε όλα τα κοιμητήριά μας στη Μελβούρνη στα επιτύμβια μνημεία μετά το όνομα αναγράφεται υπερήφανα και ο τόπος καταγωγής. Είναι μία πιστοποίηση πως κανείς δεν αρνείται τον τόπο που γεννήθηκε και πολύ καλά κάνουμε. Είναι ένα μήνυμα αισιοδοξίας και όπως δεν αρνούμαστε τη μάνα που μας γέννησε –όποια και να είναι αυτή- έτσι είναι και ο τόπος της καταγωγής μας –όσο μικρός και ασήμαντος να είναι- είναι εξίσου και ιερός για τον καθένα μας. Χωρίς τον τόπο της ανάπαυσης πού θα βρούμε αυτούς που είχαν την κακή τύχη να φύγουν στην εποχή του καταστροφικού κορονοϊού;
ΠΩΣ ΑΛΛΑΞΑΝ ΤΑ ΠΑΝΤΑ!
Ο κορονοϊός μάς άλλαξε τα πάντα. Η μάσκα έγινε το σύμβολο της εποχής μας. Είναι πλέον η καινούργια μας συνήθεια. Καταργήθηκε η χειραψία, το σύμβολο του πολιτισμού μας. Ξαναμπήκαμε στα σπήλαια. Πριν από λίγο καιρό μιλούσαμε για την αλλαγή του κλίματος, για το περιβάλλον και τόσα άλλα που απέβλεπαν να κάνουμε καλύτερο τον κόσμο μας. Σήμερα δεν υπάρχει χώρος για τίποτε άλλο.
Σήμερα δεν περιμένουμε πλέον τίποτε από κάποια ηγέτιδα δύναμη του κόσμου. Νιώθουμε πως μάς αγκάλιασε ή εμείς αγκαλιάσαμε τον ιό σαν να μην υπάρχει τίποτε άλλο παρά μια φανερή τρέλα. Μπήκαμε ήδη σε μια μαύρη εποχή και κανείς δεν ξέρει πού βαδίζουμε.
Είναι σαν να μην υπάρχει αύριο, γιατί δεν μπορούμε να το σκεφτούμε πώς θα είναι αυτό, εάν όντως υπάρχει αύριο. Περιμένουμε με αγωνία να ξημερώσει το άγνωστο και απρόβλεπτο αύριο. Ζούμε σε ένα πανσκότος, αλλά κατά βάθος ελπίζουμε. Ζούμε την περίοδο της εποχής που καταγράφει το ρητό μας: «η ελπίδα πεθαίνει τελευταία»!
ΤΟ ΛΗΞΙΑΡΧΕΙΟ ΤΟΥ «ΝΕΟΥ ΚΟΣΜΟΥ»
Όσοι διαβάζουμε τον «Νέο Κόσμο» –ο μόνος που μας έμεινε στη Μελβούρνη– βλέπουμε όλη μας την ανύπαρκτη παροικιακή μας κίνηση – αλλά και όλοι μας ρίχνουμε και μια σίγουρη ματιά και στην Στήλη «ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΦΕΥΓΟΥΝ» και πολλές φορές εκεί βλέπουμε και γνωστά μας πρόσωπα, και καλά κάναμε που τα είδαμε, γιατί χωρίς αυτή τη θλιβερή γνώση μπορούμε να πέσουμε σε πιο θλιβερά συμβάντα να περάσουμε από το σπίτι κάποιου φίλου μας και να μην τον βρούμε εκεί.
Είναι γεγονός πως σήμερα είναι η πιο πολυδιαβασμένη Στήλη του «Νέου Κόσμου». Κατέληξε να είναι σήμερα το παροικιακό μας Ληξιαρχείο και μελλοντικά θα γίνει το πιο Ιστορικό μας Ληξιαρχείο. Οι μελλοντικές γενεές αναμφίβολα θα αναζητούν να μάθουν την Ιστορία των προγόνων τους και τα κοιμητήρια για κάθε τόπο είναι ιερά και αποτελούν και τα υπαίθρια μουσεία που θα επισκέπτονται πολλοί απόγονοί μας, ευελπιστώ με κάποια ευλάβεια.
Εδώ θα δουν πολλές ιστορίες Ελλήνων και πολλών ξένων που άφησαν την πατρίδα τους -και ο καθένας για ένα ιδιαίτερο λόγο- έφτασαν εδώ και του πρόσφεραν κάθε καλό που μπορούσαν. Και αυτός ο τόπος από ευγνωμοσύνη γι’ αυτά που του χάρισαν τούς προσέχει και τούς κρατάει στην αγκαλιά του με αγάπη και δεν τους αφήνει να φύγουν από κοντά του ποτέ.
Εδώ σε αυτό τον τόπο της μεταθανάτιας συνάντησης έγιναν όλοι ίσοι και δεν υπάρχουν ούτε πλούσιοι -ούτε φτωχοί, ούτε μεγάλοι- ούτε μικροί, όλοι διακρίθηκαν και ξεχωρίζει ο καθένας μόνο με τον τρόπο του που έζησε τη ζωή του εδώ και έτσι όλοι βλέπουν τον καθένα –όπως μόνος του αναδείχτηκε- και γι’ αυτό έγιναν όλοι επιφανείς.
Έτσι μάς είδε και μας έγραψε και το κοινό επιτύμβιο μήνυμα για όλους μας, ο μεγάλος και ρεαλιστής ιστορικός μας Θουκυδίδης και θα έγραφε σήμερα: «ανδρών και γυναικών επιφανών πάσα γη τάφος»!
ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΩΝ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΩΝ ΜΑΣ
Δεν είναι καθόλου υπερβολή να πούμε ότι στα Κοιμητήρια της Μελβούρνης ο καθένας μας θα αφήσουμε ό,τι ιερό και όσιο έχουμε και το μόνο που θα μείνει θα είναι μία επιτύμβια στήλη με το όνομά μας, την καταγωγή μας και ίσως και δύο λόγια ως μήνυμα για τις επόμενες γενεές: «Εδώ αναπαύεται ειρηνικά ο Α.Β. από τη μικρή Ελλάδα».
Όντως όλη η ιστορία μας των Ελλήνων της Αυστραλίας βρίσκεται θαμμένη στα Κοιμητήριά μας. Αυτά σήμερα είναι -και αύριο περισσότερο- τα υπαίθρια Εθνικά Μουσεία μας. Εδώ θα δείχνουμε ποιοι ήμασταν και τι κάναμε στη νέα μας πατρίδα Αυστραλία.
Να πούμε και τούτο: Οι περισσότεροι από μας προτιμούμε στην Ελληνική Γλώσσα να μείνει το όνομά μας γραμμένο. Άλλοι προτιμούν να το αφήσουν στα Αγγλικά, αλλά ξεχνούν έτσι πως οι θεοί πάντα μεταξύ τους μιλούν Ελληνικά στον αιώνα τον άπαντα. Έτσι θα πρέπει και όλοι μας να γράφουμε με τη σωστή ορθογραφία μας.
Δεν είναι και τόσο δύσκολο εάν κάποιοι δεν έτυχε να την ξέρουν τόσο καλά, να συμβουλευτούν και κάποιον δικό τους. Ανορθόγραφα δεν θα μας βρίσκει ούτε ο θεός! Με λίγα λόγια, θέλω να πω πως θα πρέπει να προσέξουμε περισπούδαστα και την παρουσία μας στα Κοιμητήρια γιατί εκεί όντως είναι θαμμένη και η Ιστορία μας.