Την Δευτέρα συμπληρώθηκαν 19 χρόνια από τον θάνατο του Στέλιου Καζαντζίδη.

Τί κι αν είχε αποσυρθεί από την ενεργό δράση πριν πολλά χρόνια. Τί κι αν δεν εμφανιζόταν σε νυχτερινά κέντρα για δεκαετίες ολόκληρες.

Αναμφισβήτητα η ασυναγώνιστη λαϊκή φωνή του, οι σπαρακτικοί λυγμοί του και το πάθος των ερμηνειών του τον καθιστούσαν μοναδικό. Ήταν, όμως, αυτό το κάτι άλλο, το διαφορετικό, το γνήσιο, το ατόφιο που τον εκτόξευσε στη σφαίρα του μύθου. «Φωνή σαν του Στέλιου ίσως βγει σε 500 χρόνια..» είχε πει ο Χατζιδάκις. «Όλους τους τραγουδιστές να τους βάλουμε σ’ ένα καζάνι, μισό Καζαντζίδη δεν βγάζουνε!» πιστοποιούσε ο έμπειρος Άκης Πάνου ενώ ο Μίκης Θεοδωράκης εξηγούσε την μοναδικότητά του υπογραμμίζοντας εύστοχα: «Δεν είναι το μέταλλο που έχει στη φωνή ο Στέλιος, αλλά η καρδιά που έχει μέσα του. Αυτό το σκεύος έχει μέσα του ήχους και φωνές αιώνων…». Πόσο δίκιο είχαν και οι τρεις…!

Ο Στέλιος  μέσα από τα τραγούδια του ταυτίστηκε απόλυτα και με τους Έλληνες μετανάστες της Αυστραλίας.

Οι πιο παλιοί ίσως να θυμούνται και τη μοναδική του περιοδεία στην Αυστραλία.

Ξεκίνησε φιλόδοξα το καλοκαίρι του 1962, αλλά, για λόγους που έχουν να κάνουν με το μεσογειακό «ταπεραμέντο» και με συμπεριφορές που παραπέμπουν στα χρόνια του Αλ Καπόνε, κατέληξε σαν μια περιπετειώδης ταινία του Χόλυγουντ με απάτες, κυνηγητά, σχέδια διαφυγής και φυγαδεύσεις που ολοκλήρωσαν μια από τις πιο άσχημες εμπειρίες στην τραγουδιστική πορεία του Καζαντζίδη. Το καλλιτεχνικό κομμάτι, βέβαια, είχε την επιτυχία του αφού στις 7 εμφανίσεις που τελικά πραγματοποίησε, υπήρξαν φορές που δόθηκαν δύο παραστάσεις την ημέρα, καθώς, και κάποιες συναυλίες στο Σίδνεϊ και σε μεγάλους χώρους, με τους θεατές να συνωστίζονται σε πολλές χιλιάδες. Είναι σίγουρο, όμως, πως το οργανωτικό κομμάτι αυτών των εγχειρημάτων δεν ήταν στον απόλυτο έλεγχο των καλλιτεχνών που πολλές φορές ήταν εκτεθειμένοι σε διάφορους κινδύνους. Από την άλλη, οι αποστάσεις ήταν μεγάλες και η επικοινωνία και οι μετακινήσεις αρκετά δύσκολες. Έτσι, ίσως, εξηγείται, με δεδομένες τις εμπειρίες και από τις εμφανίσεις στην Αμερική που ακολούθησαν, γιατί, αργότερα, όταν κάποιοι Έλληνοαμερικάνοι επιχειρηματίες του προσέφεραν εκατομμύρια επί εκατομμυρίων μέσα σε βαλίτσες, για δυο τρεις εμφανίσεις στο εξωτερικό, εκείνος δεν συζητούσε καν.

Στην Αυστραλία μακριά θα φύγω μάνα μου γλυκειά/ πάω να δώσω τη χαρά σ’ όλη την οικουμένη/ ν’ ακούσουν τα τραγούδια μου όλοι οι ξενητεμένοι…

Αυτό ήταν ένα τραγούδι που είχε γραφτεί για να στηρίξει ειδικά τις εμφανίσεις της Αυστραλίας. Σε αυτές, έχοντας χωρίσει εκείνο το διάστημα με την Μαρινέλλα. είχε μαζί του τη νεαρή Βίκυ Μοσχολιού και μπουζούκι τον δεξιοτέχνη Γιαννάκη Αγγέλου. Ηχογράφησε και 6 τραγούδια εκεί, τρία μικρά δισκάκια. Τα: Κάποια μάνα αναστενάζει, Μείνε αγάπη μου κοντά μου και Μπαξέ τσιφλίκι του Βασίλη Τσιτσάνη το Φύγε κι άσε με του Π. Γαβαλά και τα δικά του σε στίχους Χρ. Κολοκοτρώνη Πάω στην Αυστραλία και Μια καινούρια κοινωνία. Παλιότερα το 58-59 είχαν γίνει κι εδώ κάποιες ηχογραφήσεις, γύρω στα 16 τραγούδια, που κυκλοφόρησαν αποκλειστικά στην Αυστραλία, σε κάποια ετικέτα Apollo.

Αμερική

Η Αμερική ήταν ο διακαής πόθος του Καζαντζίδη. Πήγε δυο φορές. Το πρώτο ταξίδι είχε και αυτό τις περιπέτειες του. Ενώ στην Αυστραλία έγιναν τέρατα, στην Αμερική που ήταν και η μητρόπολη της κομπίνας δεν θα υπήρχαν προβλήματα; Είναι πολύ παραστατικά, όλα αυτά που περιγράφει στον Βασίλη Βασιλικό ο Καζαντζίδης, μια μικρή, περιληπτική, γεύση από τα οποία ακολουθεί.

«Την Αμερική την ήξερα κυρίως από ταινίες. Την εποχή εκείνη, ο Χατζηχρήστος είχε φέρει ένα πανάκριβο μπαλέτο απ’ τη Γαλλία, απ’ το Καζινό ντε Παρί. Δεν έβγαινε. Τα έξοδα που είχε δημιουργήσει ήταν δυσβάσταχτα για το ελληνικό θέατρο. Με παρακάλεσε λοιπόν να του συμπαρασταθώ για καμιά δεκαπεντεριά μέρες. Δέχτηκα. Έγινε ακριβώς ότι είχε γίνει και με τον Θεοδωράκη. Στο διάστημα αυτό, μετά το τέλος μιας βραδινής παράστασης, με φώναξε για να μιλήσουμε με κάποιο κύριο που είχε έρθει από την Αμερική για να κλείσει το θίασο. Στη διάρκεια της συζήτησης μου έγινε η πρόταση να ακολουθήσω το θίασο κι εγώ να αναλάβω την τραγουδιστική μερίδα. Όπως καταλαβαίνεις, δε χρειάστηκε πολύ για να πω το ναι για την Αμερική. Θα λέγαμε γύρω στα δέκα τραγούδια με τη Μαρινέλλα. Πρώτος μας σταθμός, το Σικάγο. Εκεί μας υποδέχτηκε το μεγάλο αφεντικό μ’ ένα πούρο τεράστιο. Η μαύρη Κάντιλακ με το χώρισμα στη μέση, μικρόφωνο απ’ το οποίο μίλαγε στον οδηγό από το πίσω κάθισμα κι ένα κουμπί συρταρωτό που άνοιγε το τζάμι. Γραμμή για το Χίλτον. Εκεί πρωτοείδα TV. Οι παραστάσεις, σε μια πολύ αξιόλογη αίθουσα, είχαν μεγάλη επιτυχία. Μετά το Σικάγο περάσαμε στον Καναδά. Στη συνέχεια επιστρέψαμε στο Σικάγο και πιάσαμε Κλίβελαντ, Ντιτρόιτ. Προσέχαμε τον Χατζηχρήστο… είχε πάει στην Αγγλία για μια γρήγορη θεραπεία πριν έρθει στην Αμερική. Σε κάποια όμως από τις Πολιτείες της Αμερικής που γυρνούσαμε είχε πάρει απ’ το ξενοδοχείο τηλέφωνο τη Ντιριντάουα στην Ελλάδα κι αυτή του είπε να τα μαζέψουμε αμέσως και να γυρίσουμε πίσω. Πρόκειται για απατεώνες του είπε. Οι επιταγές που μας είχαν δώσει για προκαταβολή όχι μόνο δεν είχαν αντίκρισμα, αλλά δεν υπήρχε καν η τράπεζα που τις είχε εκδώσει.

 

Μαθαίνω την απάτη, παίρνω στο τηλέφωνο τον Λιγνάδη, το δικηγόρο μου στην Αθήνα. Μου λέει: «Ναι, Στέλιο, πρόκειται για απατεώνες».Οι παραστάσεις πλησίαζαν προς το τέλος τους. Είχα αγριέψει. Ήμασταν στην προτελευταία πιάτσα. Φεύγοντας από τη Βοστώνη πηγαίναμε, για μια τελευταία παράσταση, στη Νέα Υόρκη. Εκεί πια τελειώναμε. Λέω Αν δε μας δώσετε τα χρήματα εγώ δεν εμφανίζομαι στη Νέα Υόρκη. Τους ζήτησα τα χρήματα προκαταβολικά. Δίναμε πέντε συνολικά παραστάσεις στο Κάρνεγκι Χολ. Δύο την Παρασκευή, δύο το Σάββατο και μία την Κυριακή. Όλα τα εισιτήρια ήταν προπουλημένα. Τέλος πάντων, αν θυμάμαι καλά, μου δώσανε κάποια δυο χιλιάδες δολάρια για χαρτζιλίκι και τα εισιτήρια της επιστροφής. Δίνω τόπο στην οργή και λέω: Αϊ στο διάολο! Να τραγουδήσουμε να τελειώνουμε. Την Αμερική, φυσικά, δεν την είδα κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες. Δεν πρόλαβα, ας πούμε, λόγω των καλλιτεχνικών υποχρεώσεων, να την ψάξω. Κατάλαβα, όμως, ότι επρόκειτο για μια αξιόλογη χώρα, ότι είχα αφήσει εκεί ένα κομμάτι του εαυτού μου κι έπρεπε να ξαναπάω να τη δω μια άλλη φορά σωστά».

Δεύτερη φορά ο Καζαντζίδης πήγε στην Αμερική το 1976. Είχε γίνει και μια τηλεοπτική εκπομπή, τότε, με τον Δημήτρη Λιάνη και εικόνες από τη στιγμές της επιβίβασής του στο αεροδρόμιο του Ελληνικού. Έφυγε, έχοντας μαζί του την Κορίνα και γύρισε παντρεμένος με την Αντωνία! Οι γυναίκες στη ζωή του Καζαντζίδη είναι, όμως, μια άλλη μεγάλη ιστορία. Τότε φιλοξενήθηκε από τον φίλο και κουμπάρο του Άρη Σαν που είχε φύγει από το Ισραήλ και είχε εγκατασταθεί στην Αμερική. Ο Καζαντζίδης είχε πάρει μαζί του τον νεαρό καλλιτέχνη, στις παρθενικές εμφανίσεις του με τη Μαρινέλλα, στο κέντρο Λουξεμβούργο, το 1957. Εκείνη την περίοδο ηχογράφησε κι ένα αλέγκρο τραγούδι του Άρη Σαν που κυκλοφόρησε στην Αυστραλία με τίτλο «Το παράκανες Σωκράτη». Αργότερα, επιμελήθηκε και την ηχογράφηση ενός δίσκου του Άρη Σαν με λαϊκά και ελαφρολαϊκά τραγούδια, επαγγελματικό ορχηστρικό σχήμα των ελληνικών ηχογραφήσεων της εποχής με μπουζούκια και πρωτότυπους στίχους του Πυθαγόρα, που κυκλοφόρησε στην Αμερική και στο Ισραήλ.

Γερμανία

Μέσα στο τραίνο Γερμανίας Αθηνών στην τρίτη θέση σε μιαν άκρη καθισμένος, αφήνω πίσω μου το μαύρο παρελθόν και φεύγω στ’ άγνωστο…

Κάθε άλλο παρά ένα ταξίδι στο άγνωστο ήταν αυτό για τον Καζαντζίδη. Στην άφιξή του στη Γερμανία έγινε χαλασμός. Πλήθος κόσμου περίμενε να τον σηκώσει στα χέρια, να γιορτάσει, να χαρεί, να πανηγυρίσει που είχε κοντά του τον δικό του ήρωα. Ούτε πρωθυπουργός, ούτε κανείς δεν μπορούσε να έχει, τότε, τέτοια υποδοχή. Τα ίδια έγιναν και στις εμφανίσεις του στη Στουτγάρδη και αλλού, τον Ιανουάριο του1965, μαζί του η Μαρινέλλα, ο Μίμης Παπαϊωάννου και ο Χρίστος Νικολόπουλος. Μπορεί από τότε να πέρασαν 46 και πλέον χρόνια, όμως, απ’ ότι φαίνεται, κι άλλα τόσα να περάσουν οι Έλληνες του Κόσμου θα κρατούν τον Καζαντζίδη στην καρδιά τους ζωντανό και θα συνεχίζουν να συσπειρώνονται γύρω από τ’ όνομά του και να συνδέονται μεταξύ τους με τη φωνή, την εικόνα και τα τραγούδια του. Οι σύλλογοι που φέρουν τ’ όνομά του δεν είναι μόνο τοπικό ελληνικό φαινόμενο, άλλα, αυτό έχει περάσει και στις νεότερες γενιές των Ελλήνων του εξωτερικού. Τέτοιοι σύλλογοι υπάρχουν σήμερα και ακούγεται φυσιολογικό, στην Αυστραλία, στη Γερμανία, στην Αμερική και στον Καναδά.