Ένας τρόπος να σταματήσει η μετάδοση του κορονοϊού είναι να λαμβάνουν ακριβείς πληροφορίες οι πολιτιστικά και γλωσσικά διαφορετικές κοινότητες της Αυστραλίας.
Ενώ έχουν καταβληθεί προσπάθειες μέσω της παροχής κατευθυντήριων γραμμών και οδηγιών σε μια σειρά γλωσσών, συμπεριλαμβανομένων και της Ελληνικής, της Ιταλικής και της Μανδαρίνικης (κινεζικών), δεν είναι πάντοτε σαφές πόσο οι μη αγγλόφωνες κοινότητες της χώρας κατανοούν και ανταποκρίνονται στις πληροφορίες για την πανδημία και, γενικότερα, την υγεία.
Αυτό είναι ένα ιδιαίτερα σημαντικό ζήτημα που αντιμετωπίζουν οι εθνικές και μεταναστευτικές κοινότητες, οι οποίες έχουν μεγάλο αριθμό ηλικιωμένων που διατρέχουν το μεγαλύτερο κίνδυνο και είναι πιο ευάλωτοι στην COVID -19, όπως γνωρίζουμε πολύ καλά από τα πρόσφατα γεγονότα στον τομέα της φροντίδας των ηλικιωμένων, ειδικά όσον αφορά την ελληνική παροικία.
Αυτό που έχουμε δει τους τελευταίους μήνες, είναι μια αύξηση των κρουσμάτων του κορονοϊού σε προάστια όπου διαβιεί μεγάλος αριθμός ανθρώπων από διαφορετικές εθνότητες. Αυτό οδήγησε την κυβέρνηση στο να χαρακτηρίσει ορισμένους Δήμους ως «virus hotspots» ή εστίες κρίσης.
Σε αυτούς τους Δήμους περιλαμβάνονται ο Δήμος Brimbank, στα όρια του οποίου ζει μεγάλος αριθμός Βιετναμέζων καθώς και πολλοί Ιταλοί και Κινέζοι, καθώς και ο Δήμος Darebin, με κυρίως ελληνικό και ιταλικό πληθυσμό.
Ηγετικοί κύκλοι, αλλά και αρμόδιοι φορείς των εθνικών και γλωσσικών αυτών κοινοτήτων, έχουν επικρίνει την κυβέρνηση για την, κατά κάποιο τρόπο, πρόχειρη προσέγγιση και ανταπόκρισή της ως προς την παροχή πληροφοριών για την πανδημία σε διάφορες εθνοτικές ομάδες.
Αυτό ενδεχομένως να οφείλεται στα ακούσια λάθη στη μετάφραση σχετικών οδηγιών από την Αγγλική στην Ελληνική γλώσσα. Ο όρος «ρίγη», για παράδειγμα, που χρησιμοποιείται σε κυβερνητικό φυλλάδιο και αναφέρεται σε ένα από τα συμπτώματα του κορονοϊού, μεταφράζεται ως «άλγη».
Γλωσσάρια που έχουν μεταφραστεί στα Ελληνικά στο διαδίκτυο που σχετίζονται με τον κορωνοϊό, περιλαμβάνουν τη λέξη «απολυμαντικό», αναφερόμενα στην «απολύμανση» – όπως λέμε απολύμανση χεριών. Η εν λόγω μετάφραση είναι ατυχής γιατί, αντίθετα, δίνει τη έννοια του νοσοκομειακού χλωρίου.
Υπήρξαν επίσης παράλογες γλωσσικές μεταφράσεις στα Κινέζικα, μέσα από τις οποίες ενθαρρύνεται η κινεζική παροικία «να αναζητήσει περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με την πανδημία», αλλά στο σχετικό κείμενο η φράση μεταφράζεται ως «χρησιμοποιήστε τις πληροφορίες που παρέχονται από τη γλώσσα σας» (ABC, 2020). Δεν αποτελεί έκπληξη ότι το κείμενο αποτέλεσε πηγή ανησυχίας για την κινεζική κοινότητα.
Η βασική πρόκληση έγκειται στις λανθασμένες ή παραλλαγμένες έννοιες που δίνονται μέσα από τις μεταφράσεις και αυτό προσδίδει μια αρνητική εικόνα τόσο για την εγκυρότητα των μηνυμάτων υγείας περί πανδημίας όσο και για την εμπιστοσύνη των μη αγγλόφωνων κοινοτήτων προς τους πολιτειακούς και ομοσπονδιακούς κυβερνητικούς φορείς.
Άλλα σημαντικά ζητήματα που άπτονται της μετάφρασης πληροφοριακού υλικού, είναι η εξασφάλιση της όσο το δυνατόν πιο άμεσης διάδοσης των πληροφοριών στις εθνικές κοινότητες.
Υπάρχει ακόμα ανάγκη άμεσης διαβούλευσης με ηγέτες και φορείς των εθνικών κοινοτήτων, ώστε να συμμετέχουν ενεργά στην όλη διαμεσολαβητική διαδικασία καθώς και στη διαδικασία μετάδοσης του εκάστοτε μηνύματος, με έναν πολιτιστικά και γλωσσικά κατάλληλο τρόπο.
Αυτά είναι τα ζητήματα που η ερευνητική μας ομάδα στο Πανεπιστήμιο Μελβούρνης, με επικεφαλής τον καθηγητή John Hajek, προσπαθεί να αντιμετωπίσει, μέσω μιας μελέτης στην οποία διερευνάται πώς είναι δυνατόν οι σχετικές πληροφορίες για την αντιμετώπιση της πανδημίας να κοινοποιηθούν και διαχυθούν επιτυχώς στις μη αγγλόφωνες κοινότητες.
Το όλο έργο εστιάζεται στις ελληνικές, ιταλικές και κινεζικές παροικίες της Βικτώριας – μιας και η κάθε μία έχει μεγάλο αριθμό ηλικιωμένων που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου.
Μέλος της ερευνητικής ομάδας είναι και η Δρ. Μαρία Καρυδάκη, η οποία διαθέτει μεγάλη εμπειρία στην επικοινωνία όσον αφορά την υγειονομική περίθαλψη στην Αυστραλία.

Προσπαθούμε να καταλάβουμε πώς οι κοινοτικοί οργανισμοί χρησιμοποιούν τις επίσημες πληροφορίες για την υγεία, προκειμένου να μεταδώσουν βασικά σχετικά μηνύματα στις εθνικές αυτές παροικίες.
Ο σκοπός είναι να υπάρξει μια αυξημένη κατανόηση σχετικά με τους ισχύοντες περιορισμούς και τις οδηγίες, συμπεριλαμβανομένων της κατάλληλης χρήσης μάσκας, της κοινωνικής αποστασιοποίησης και του πώς να παραμείνουμε ασφαλείς και να αποτρέψουμε περαιτέρω μετάδοση του ιού.
Όπως προτείνει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Μελβούρνης, Anthony Pym «αυτό που χρειαζόμαστε είναι άνθρωποι που να είναι σε θέση να επικοινωνούν με ευαισθησία και να προσαρμόζουν τα μηνύματα στις ιδιαίτερες ανάγκες των παροικιών. Χρειαζόμαστε ανθρώπους που γνωρίζουν πολύ καλά τις γλώσσες και μπορούν να τις χρησιμοποιήσουν σε πολύ συγκεκριμένες καταστάσεις».
Αυτοί οι άνθρωποι είναι οι μεσολαβητές που μπορούν να δημιουργήσουν πνεύμα εμπιστοσύνης στις αντίστοιχες κοινότητές τους.
Οι λύσεις που θα προτείνουμε μέσω της έρευνάς μας μπορούν, επομένως , να προσαρμοστούν και να χρησιμοποιηθούν και σε άλλα πολυγλωσσικά περιβάλλοντα σε όλο τον κόσμο.
Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το εν λόγω πρόγραμμα, ειδικά εάν είστε εργαζόμενος ή εθελοντής που εργάζεστε με ηλικιωμένους στην ελληνική παροικία, παρακαλούμε επικοινωνήστε με την Δρ. Μαρία Καρυδάκη στην ηλεκτρονική διεύθυνση (email) m.karidakis@unimelb.edu.au