50 μέρες κάτω από την επιφάνια της θάλασσας. Πως τις πέρασαν τα πληρώματα των υποβρυχίων μας; Ξεκίνησαν για τους τομείς περιπολίας τους στο Αιγαίο και την Αν. Μεσόγειο, χωρίς να γνωρίζουν το πότε θα επιστρέψουν. Ξεκίνησαν για μια περιπολία που ήταν πολύ πιθανό να εξελισσόταν σε πολεμική αντιπαράθεση με τους «φίλους, γείτονες και συμμάχους» Τούρκους. Από την στιγμή που καταδύθηκαν, οι συνθήκες πλού δεν ήταν οι συνηθισμένες, οι σχετικά χαλαρές που επικρατούν κατά τις ασκήσεις που εκτελούν κατά την διάρκεια του χρόνου. Ήταν οι απόλυτα ¨σφικτές¨, ήταν αυτό που αναφέρεται ως ¨πλούς υπό πολεμικές συνθήκες¨. Αυτές οι συνθήκες απαιτούν απόλυτη προσοχή στο πως θα κινηθείς, το πως θα μιλήσεις, το πως θα λειτουργήσεις μέσα στο υποβρύχιο.
Οι συνθήκες ¨πλου υπό πολεμικές συνθήκες¨, προϋποθέτουν μέτρα ¨αθορύβου πλου¨ και ¨άκρως αθορύβου πλου¨. Υποχρεώνουν το πλήρωμα σε ψιθυριστές συζητήσεις, περιορισμένες μετακινήσεις και υποχρεωτική κατάκλιση για μείωση κατανάλωσης του οξυγόνου και αύξησης του διοξειδίου του άνθρακα εντός του υποβρυχίου. Πλύσιμο, ξύρισμα ξεχασμένα. Φαγητό, κυρίως ξηρά τροφή. Βάρδιες ανά εξάωρο και μετά σιωπή. Τα ήξεραν όλα αυτά όλοι τους, τα ήξεραν από τότε που πρωτοκατέβηκαν στα υποβρύχια. Ήξεραν, για ποιο σκοπό έκαναν τόσες ασκήσεις, ήξεραν τι συνθήκες θα καλούνταν κάποτε να αντιμετωπίσουν.
Έτσι ξεκίνησαν τα υποβρύχιά μας. Το καθένα με τις διαταγές του, έφυγαν αθόρυβα όπως πάντα, αλλά αυτή την φορά, για κάτι διαφορετικό. Γι’ αυτό που εκπαιδευόντουσαν τόσα χρόνια, Την προάσπιση της Εθνικής κυριαρχίας, την απαγόρευση αμφισβήτησης του Εθνικού χώρου, την αποτροπή ή απόκρουση της όποιας εχθρικής ενέργειας κατά της χώρας.
Έπλευσαν στους τομείς περιπολίας τους, έκαναν τις απαιτούμενες βαθυθερμογραφικές παρατηρήσεις καταδυόμενα στο μέγιστο επιχειρησιακό βάθος (μεγαλύτερο των 250μ). Οι Κυβερνήτες έκαναν τον αρχικό σχεδιασμό της περιπολίας, έδωσαν τις οδηγίες που έκριναν στο πλήρωμα. Γνώριζαν ότι άρχιζε μια επίπονη και απαιτητική αποστολή. Ήταν βέβαιοι ότι το πλήρωμά τους θα επιδείκνυε τον άριστο επαγγελματισμό του, αποτέλεσμα σκληρής εκπαίδευσης. Ήξεραν ότι θα αποδείκνυαν για μια ακόμη φορά, ότι είναι οι καλύτεροι.
Οι μέρες περνούσαν. Τα πληρώματα των ¨μαύρων πλοίων¨, εντόπιζαν και παρακολουθούσαν τα εχθρικά πλοία και υποβρύχια, παραμένοντας παράλληλα ανεντόπιστα, παρά τις συνεχείς προσπάθειες εντοπισμού των, από όλα τα μέσα που διέθετε ο εχθρός. Όλες τις ημέρες, πλοία, υποβρύχια, αεροσκάφη ναυτικής συνεργασίας και ηλεκτρονικού πολέμου καθώς και ελικόπτερα της Τουρκίας, έψαχναν απεγνωσμένα τα ελληνικά υποβρύχια. Όσοι ξέρουμε από υποβρύχιο πόλεμο, κατανοούμε ότι το να παραμείνει ένα υποβρύχιο ανεντόπιστο, σε περιοχή που είναι υπό την συνεχή επιτήρηση και έρευνα από τον εχθρό με τόσα μέσα, για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, είναι απόδειξη της ικανότητας, της άριστης εκπαίδευσης και των ψυχικών αρετών κάθε πληρώματος.
Μέσα στο υποβρύχιο τα πάντα λειτουργούσαν σαν μια άψογα ρυθμισμένη μηχανή. Δεν υπήρχε η αίσθηση εναλλαγής μέρας-νύχτας. Μόνο το ρολόι έδειχνε αυτήν την αλλαγή. Ο μόνος που μπορούσε να δει το φως του ήλιου ή του φεγγαριού, ήταν ο Κυβερνήτης, στις πολύ περιορισμένες περισκοπικές παρατηρήσεις, για να μην δίνει ευκαιρίες εντοπισμού του υποβρυχίου του με τέτοιες ¨αδιακρισίες¨ όπως λέγονται. Το μισό πλήρωμα (τοιχαρχία στην ναυτική ορολογία) στην βάρδια του, εκτελούσε τα καθήκοντά του με ηρεμία αλλά και πλήρη επαγρύπνηση. Με συνθήκες ¨αθορύβου πλου¨ και σε βάθος μεγαλύτερο των 100μ, ήταν υπεύθυνοι για την ασφάλεια του πλοίου τους και των υπολοίπων του πληρώματος. Το «ένας