Η απόφαση για μείωση των τριών τάξεων του δίγλωσσου προγράμματος του Δημοτικού Lalor North, σε δύο, προκαλεί προβλήματα στη λειτουργία του, σύμφωνα με γονείς των μαθητών, ενώ έχει προκύψει και αντιπαράθεση με τη διεύθυνση του σχολείου.
Σχετικά, ο αναπληρωτής πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης (ΕΚΜ), Θεόδωρος Μάρκος, συναντήθηκε με τις Lily D’Ambrosio και Bronwyn Halfpenny, που έχουν εκλεγεί στην πολιτειακή Βουλή για το Mill Park και Thomastown, αντίστοιχα.
Όπως επεσήμανε ο κ. Μάρκος, υπήρξε συμφωνία πως η μέθοδος διδασκαλίας με τις τρεις τάξεις λειτουργεί καλύτερα και οι κυρίες D’Ambrosio και Halfpenny, εξέφρασαν την πρόθεσή τους να συναντηθούν με τον υπουργό Παιδείας της Βικτώριας, James Merlino.
Ακόμη, ο κ. Μάρκος, σε επιστολή του προς τους γονείς των μαθητών του Lalor North, εκ μέρους της ΕΚΜ, εξέφρασε συμπαράσταση, αλλά και απογοήτευση, για την τις εξελίξεις στο σχολείο.
Σε αυτή επεσήμανε, ανάμεσα σε άλλα, ότι το εν λόγω δίγλωσσο πρόγραμμα, λειτούργησε με σημαντική επιτυχία μέχρι το 2019 και πως πρόκειται για ένα πρωτοποριακό σύστημα εκπαίδευσης στο είδος του, όχι μόνο στη Βικτώρια, αλλά σε όλη την Αυστραλία.
Υπογράμμιζε πως η μακροημέρευση του προγράμματος και η επιτυχία του εξαρτάται από τη δομή των τάξεων που ενθαρρύνει τη μάθηση σε κοινωνικά συνεκτικό περιβάλλον.
Το μοντέλο των τριών τάξεων μπορεί να το παράσχει αυτό, ανέφερε ο κ. Μάρκος, σημειώνοντας πως θα απευθυνθεί στον αρμόδιο υπουργό, με την ελπίδα να οργανωθεί μία συνάντηση με εκπροσώπους των γονέων.
Οι ίδιοι οι γονείς, σε νέα επιστολή τους προς τον κ. Merlino, κοινοποιούσαν πως ενημερώθηκαν από το Υπουργείο Παιδείας ότι το δίγλωσσο πρόγραμμα του Lalor North δε θα λάβει περαιτέρω χρηματοδότηση για τη δομή των τριών τάξεων, λόγω χαμηλού αριθμού εγγραφών.
Ανέφεραν πως είναι «εξαιρετικά απογοητευμένοι» με την απόφαση που θεωρούν «απαράδεκτη», για ένα πρόγραμμα με ιστορία και επιτυχίες εδώ και σχεδόν 45 χρόνια.
Ζητούσαν την παρέμβαση του υπουργού σχετικά και μία συνάντηση μαζί του, αφήνοντας αιχμές προς τη διοίκηση του σχολείου.
Μεταξύ άλλων, στην επιστολή σημειώνουν πως το δίγλωσσο πρόγραμμα είναι πιο ελκυστικό και αποδοτικό με τη δομή των τριών τάξεων και ότι οι ίδιοι είναι διατεθειμένοι να εργαστούν για να το προωθήσουν ώστε να αυξηθούν οι μαθητές σε αυτό.
Κατηγορούν δε τον διευθυντή και τον αναπληρωτή διευθυντή του σχολείου, όχι μόνο για αδιαφορία, αλλά ότι «εφαρμόζουν μία καλά σχεδιασμένη και διακριτική εκστρατεία….καθυστερώντας τη διαδικασία, εκφοβίζοντας το εκπαιδευτικό προσωπικό, μη παρέχοντας πόρους και αποξενώνοντας εαυτούς από τη σχολική κοινότητα».
Υποστηρίζουν πως αν το δίγλωσσο πρόγραμμα λειτουργήσει με την τρέχουσα δομή, τις δύο τάξεις, μπορεί να μην επιβιώσει, καθώς, μεταξύ άλλων, όπως γράφουν, θα είναι πολύ δύσκολο να προσελκύσει νέους μαθητές σε ένα πρόγραμμα με δομή δύο τάξεων, χωρίς αρκετούς πόρους.
Ακόμη, αναφέρουν, γονείς των μαθητών σκέφτονται σοβαρά να τους εγγράψουν σε άλλα σχολεία καθώς κρίνουν ότι το δίγλωσσο πρόγραμμα στο Lalor North δεν υποστηρίζεται επαρκώς.
Καταγράφουν μία σειρά από περιπτώσεις «παραμέλησης» του προγράμματος από το σχολείο και τονίζουν πως ο διευθυντής συνεχίζει να μην επικοινωνεί με τους γονείς, να τους αγνοεί και να μην τους σέβεται».
«Ζητάμε μόνο μία επιπλέον θέση διδασκαλίας να δημιουργηθεί για 12 μήνες επιτρέποντάς μας σε χρόνο να προωθήσουμε και να ενδυναμώσουμε το πρόγραμμα», επισημαίνουν οι γονείς.