Ήταν το 1988, όταν, για πρώτη φορά, ο Φιλ Καφκαλούδης πήρε στυλό και χαρτί, και άρχισε να γράφει την ιστορία της γιαγιάς του (από την πλευρά της μητέρας του), Όλγα Σταμπόλη. Ο συγκεκριμένος τρόπος ζωής και τα συχνά ταξίδια του παρουσιαστή του τηλεοπτικού σταθμού ABC, δημοσιογράφου και εκφωνητή ραδιοφώνου, τον είχε εμποδίσει, όπως λέει ο ίδιος, στο να απασχοληθεί πλήρως με το γράψιμο. Η Όλγα, όμως, περίμενε υπομονετικά στον ώμο του, αποφασισμένη να πει την ιστορία της.
Και δεν έφυγε ποτέ. Το 2002, ο Φιλ έγραψε το πρώτο σχέδιο, αυτό που δέκα χρόνια αργότερα θα γίνει ένα επιτυχημένο μυθιστόρημα, με τον τίτλο «Ο πόλεμος κάποιου άλλου» («Someone Else’s War»).

Το βιβλίο κυκλοφόρησε στην Αυστραλία τον Αύγουστο 2011. Ενώ έκανε την έρευνα για το γράψιμο του βιβλίου, ο συγγραφέας προσέγγισε το κάθε άτομο που γνώριζε την Όλγα και βρισκόταν ακόμα εν ζωή. Εν τω μεταξύ, με τις κόρες της Όλγας -τη μητέρα και τις θείες του- οργάνωσαν μακρές συζητήσεις -εργαστήρια όπως λέε- όπου του διηγούνταν ιστορίες που ακόμη τις κρατούσαν στην μνήμη τους.

«Υπήρχαν φορές, τότε που έμενα στα Blue Mountains, όταν καθόμουν στο γραφείο και έγραφα. Εκείνες τις στιγμές αισθανόμουν κάποιον στον ώμο μου, λες και με χτυπούσε στο κεφάλι, και μου έλεγε –‘μην το γράφεις αυτό, είναι λάθος’. Η Όλγα ήταν εκεί» λέει ο Φιλ στο «Νέο Κόσμο».

Τώρα, το εν λόγω μυθιστόρημα -που βασίζεται σε αληθινή ιστορία, αυτή μιας μητέρας και γενναίας γυναίκας, κατάσκοπου των Βρετανών στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο- ξεδιπλώνει την ιστορία της Όλγας Σταμπόλη στη μητρική της γλώσσα, τα ελληνικά. Μέσα από τις αφηγήσεις της Όλγας και των παιδιών της, το βιβλίο του Καφκαλούδη μας πηγαίνει στα χρόνια πίσω, από το 1916 μέχρι το 1943, στην Ελλάδα όπου ζει η Όλγα, και στην Αυστραλία, όπου η ίδια άφησε την οικογένειά της.
Λίγες ημέρες πριν τα Χριστούγεννα, το βιβλίο «Ο πόλεμος της Όλγας» δημοσιεύθηκε στην Ελλάδα, από τις εκδόσεις «Ψυχογιός».
Ήταν η συμπάροικος, Καίτη Αλεξοπούλου, πρόεδρος του Ελληνο-Αυστραλιανού Πολιτιστικού Συνδέσμου, η οποία μετά από την κυκλοφορία του βιβλίου στην Αυστραλία, πρότεινε στο συγγραφέα να το στείλει στις εκδόσεις «Ψυχογιός», στην Ελλάδα. Μόλις ένα μήνα αργότερα, ο Φιλ έλαβε τη θετική απάντηση του εκδότη. Ο τίτλος του βιβλίου μεταφράστηκε ως «Ο πόλεμος της Όλγας».

Η ελληνική έκδοση του βιβλίου είναι πιο πλούσια κατά μία φωτογραφία, τη φωτογραφία του γάμου της Όλγας με τον Μιχάλη. Ο λόγος που η φωτογραφία δεν περιλαμβάνεται στην αγγλική έκδοση βιβλίου, ήταν μια απρόσμενη συνάντηση που συνέβη την ημέρα που το βιβλίο παρουσιάστηκε από τον Bob Karr στο Σίδνεϊ, τον Σεπτέμβριο του 2011.
«Την ημέρα εκείνη, με πλησίασε ένας κύριος και ρώτησε ‘Εσύ είσαι Φιλ Καφκαλούδης; Η σύζυγός μου μεγάλωσε με τη γιαγιά σου, είπε, και από την τσέπη του έβγαλε τη φωτογραφία γάμου. Κανένας στην οικογένειά μας δεν την είχε δει ποτέ» εξηγεί ο Φιλ.

Μια ή δύο συνέχειες του βιβλίου θα μπορούσαν να είναι ο επόμενος στόχος του Καφκαλούδη. Η πρώτη συνέχεια θα ασχολείται με τη ζωή της Όλγας στην Ελλάδα μετά τον πόλεμο, όταν εργάστηκε για τον πρεσβευτή των ΗΠΑ. Το τρίτο βιβλίο θα την φέρει πίσω στην οικογένειά της, στο Σίδνεϊ.
«Αυτό το βιβλίο τελειώνει το 1943, όταν η Όλγα έπρεπε να φύγει από την Ελλάδα. Αλλά από εκείνο το σημείο και μετά, ξέρω λίγα πράγματα γι’ αυτά που έκανε, εκτός από το ότι μετά τον πόλεμο εργάστηκε για τον πρέσβη των ΗΠΑ, και αυτό καθ’ όλη τη διάρκεια του εμφύλιου πόλεμου» λέει ο Φιλ στο «Νέο Κόσμο».
Το να γραφτεί ένα βιβλίο που θα διηγείται τη ζωή της γιαγιάς του, απαιτούσε από τον συγγραφέα να ταξιδέψει τέσσερεις φορές στην Ελλάδα και μια φορά στο Βρετανικό Γραφείο Αρχείων Πολέμου. Ακόμα κι αν το βιβλίο στα αγγλικά δημοσιεύτηκε πριν δύο χρόνια, ο συμπάροικος Φιλ Καφκαλούδης μιλάει για την ελληνική έκδοση με μεγάλο ενθουσιασμό, και είναι πρόθυμος να κυκλοφορήσει το βιβλίο όσο ευρύτερα γίνεται. Όσο περισσότεροι άνθρωποι μαθαίνουν γι’ αυτές τις ιστορίες που δεν έχουν ειπωθεί τόσο το καλύτερο, λέει.

«Θέλω ο κόσμος να μάθει τι έγινε. Χαίρομαι, που μέσα από αυτό το βιβλίο, η Όλγα και εγώ γνωριστήκαμε καλά, εφόσον δεν την θυμάμαι. Πέθανε όταν ήμουν μωρό.
Πρόκειται για τις ιστορίες του ελληνικού πολέμου που δεν έχουν ειπωθεί. Τόσοι Έλληνες έχασαν τη ζωή τους βοηθώντας τους Βρετανούς που ήταν εκεί, στην Κρήτη, την Αθήνα … Τόσοι σκοτώθηκαν, αλλά ακόμα όλοι μιλούν για το τι συνέβη στη Γαλλία, τη Ρωσία, τη Σιγκαπούρη… Φαίνεται ότι κανείς, εκτός Ελλάδας, δεν μιλούσε για ό,τι συνέβη στον ελληνικό πόλεμο. Αυτές ήταν εκπληκτικές ιστορίες ανδρείας. Η Όλγα ήταν μια γενναία γυναίκα. Αλλά κατά κάποιο τρόπο, δεν είχε και πολλά να χάσει, εκτός από τη ζωή της, εφόσον η οικογένεια και τα παιδιά της βρίσκονταν στην Αυστραλία και ήταν σχετικά ασφαλείς. Ο κάθε Έλληνας που βοήθησε την Όλγα και συνεργάστηκε μαζί της στη γραμμή διαφυγής, είχαν οικογένειες που θα γίνονταν εύκολος σκοπός, σε περίπτωση να πέσουν οι ίδιοι στα χέρια του εχθρού».

Ο χαρακτήρας της Όλγας στο βιβλίο του εγγονού της, Φιλ Καφκαλούδη, βασίστηκε στην προφορική ιστορία, στα έγγραφα σχετικά με το πού εργάστηκε και την περιουσία της, τα οποία δόθηκαν στο συγγραφέα.

Κάθε φορά που ο ίδιος κρατούσε στα χέρια του ένα αληθινό στοιχείο από τη ζωή της Όλγας, αυτό σύντομα υφαινόταν στο μυθιστόρημα. Το χαρακτήρα της σχεδίασε βάσει των ομοιοτήτων με μία από τις θείες του. Όταν η μητέρα του, Νέλι, διάβασε το βιβλίο, είπε: «Την παρουσίασες ακριβώς έτσι όπως ήταν».
«Όταν ξεκίνησα, ήταν υπόθεση και ζήτημα εγωισμού – ήθελα να γίνω συγγραφέας και να πω την ιστορία της οικογένειάς μου. Όπως προχωρούσα, όμως, απομακρυνόμουν από αυτό. Δεν ήταν πια για την οικογένειά μου. Το βιβλίο, ναι μεν, αποτελεί φόρο τιμής στην Όλγα, αλλά όχι μόνο σ’ αυτήν. Είναι φόρος τιμής σε όλους εκείνους τους ανθρώπους που δεν έχουν πει την ιστορία αυτή ποτέ τους, σ’ όλους τους Έλληνες οι οποίοι σκοτώθηκαν από τους Ναζί, όλους όσους εργάστηκαν σκληρά. Οι ιστορίες αυτές έχουν πεθάνει πριν από 70 χρόνια. Αν δεν ειπωθούν, η ιστορία πεθαίνει και πεθαίνουν και οι άνθρωποι που την έζησαν και αυτό, κατά την γνώμη μου, είναι λάθος» λέει ο Φιλ.

«Για μένα, πρόκειται για μια συνένωση – του ελληνικού κοινού [που θα διαβάσει το βιβλίο] εδώ, και εκεί, στην Ελλάδα.
Το βιβλίο, όπως παραδέχεται ο Καφκαλούδης, τον έκανε καλύτερο δημοσιογράφο, παρουσιαστή και συγγραφέα.
«Αυτό που συνδέει το επάγγελμα του δημοσιογράφου με εκείνο του συγγραφέα, είναι η αφήγηση. Οι άνθρωποι διαβάζουν την ιστορία και την βλέπουνε μέσα απ’ τα μάτια τους. Μετά από αυτό, απλά δεν μπορούν να παρατήσουν το βιβλίο».

Με μεγάλη πίστη στον Έλληνα εκδότη του, ο οποίος γνώρισε την όλη δυναμική που φέρνει η συγκλονιστική ιστορία της Όλγας Σταμπόλη, ο συγγραφέας αναμένει ότι θα υπάρξουν πολλοί Έλληνες στην Ελλάδα που ανυπομονούν να την διαβάσουν. Αλλά, πάνω απ ‘όλα, ο ίδιος τονίζει πόσο περήφανος είναι ότι στην Ελλάδα της κρίσης, ακόμα υπάρχουν άνθρωποι, όπως είναι οι Εκδόσεις Ψυχογιός «οι οποίοι απλώς θέλουν να επενδύσουν σε ένα συγγραφέα άγνωστο σ’ αυτούς, ακόμη και σε αυτή τη δύσκολη περίοδο που περνάει η χώρα».

Όπως ο Φιλ αποκαλύπτει στο «Νέο Κόσμο», το επόμενο μεγάλο σχέδιο είναι η ιστορία της γιαγιάς του να βρεθεί στον κινηματογράφο. Ένας σκηνοθέτης του Χόλιγουντ ήδη ασχολείται με αυτό, μας λέει.

Όσο ο Φιλ είναι πρόθυμος να πει την ιστορία της Όλγας, τόσο πρόθυμος είναι να έχει τον Τζορτζ Μίλερ, περίφημο Ελληνοαυστραλό σκηνοθέτη, να κάνει το βιβλίο του ταινία.


* Το βιβλίο στα αγγλικά «Someone Else’s War» και στα ελληνικά «Ο πόλεμος της Όλγας» είναι διαθέσιμα και στο e-Book.