Η Υπηρεσία του Συνηγόρου του Πολίτη της Βικτώριας (Victorian Ombudsman) αποφάνθηκε πως η πολιτειακή κυβέρνηση, επιβάλλοντας άμεσο «κλείσιμο« (lockdown) των 9 πύργων με κατοικίες στη Μελβούρνη, χωρίς προειδοποίηση, τον περασμένο Ιούλιο, παραβίασε νόμους ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Στα συμπεράσματα της έρευνας που διεξήχθη από την Υπηρεσία και τα οποία παρουσίασε επικεφαλής της, Deborah Glass, αναφέρεται πως οι αξιωματούχοι του τομέα Υγείας, συμφώνησαν στις 4 Ιουλίου πως ένα lockdown είναι αναγκαίο.

Ωστόσο, εκτιμούσαν πως αυτό θα τεθεί σε εφαρμογή την επόμενη. Κάτι που θα τους έδινε το χρονικό περιθώριο για να σχεδιάσουν το πως θα γινόταν η διανομή τροφίμων και άλλες διαδικασίες, επεσήμανε το ABC.

Ο πρωθυπουργός της Βικτώριας, Daniel Andrews, ανακοίνωσε το άμεσο «κλείσιμο» των πύργων στις 4 το απόγευμα, την ίδια ημέρα.

Ως εκ τούτου, οι Υπηρεσίες Υγείας είχαν μόλις 15 λεπτά πριν από τη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε να εξετάσουν όλες τις πτυχές του lockdown και οι αρμόδιοι αξιωματούχοι να υπογράψουν τις σχετικές οδηγίες, δήλωσε η κυρία Glass.

Σε κάθε περίπτωση, η έρευνα κατέδειξε πως το lockdown ήταν αιτιολογημένο. Αλλά κρίνεται η χρονική συγκυρία επιβολής του. «Κατά τη γνώμη μου…η ενέργεια εμφανίζεται να είναι αντίθετη στο νόμο», σημείωσε η Συνήγορος του Πολίτη.

«Το εσπευσμένο lockdown δεν ήταν συμβατό με τα ανθρώπινα δικαιώματα των κατοίκων, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματός τους σε ανθρώπινη μεταχείριση όταν στερούνται ελευθερίας», πρόσθεσε.

«…Οι πρώτες ημέρες του lockdown ήταν χαοτικές. Ορισμένοι άνθρωποι ήταν χωρίς τρόφιμα και φάρμακα… Στον πύργο, στο 33 Alfred Street… οι κάτοικοι περίμεναν πάνω από μία εβδομάδα μέχρι να τους επιτραπεί να βγουν έξω, υπό επιτήρηση, για να πάρουν καθαρό αέρα».

Έκτοτε, σημείωσε η Συνήγορος του Πολίτη, κανένα «κλείσιμο» δεν επιβλήθηκε χωρίς προειδοποίηση. «Σε μία δίκαιη κοινωνία, τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν μπορεί να αγνοούνται κατά τη διάρκεια μίας κρίσης», τόνισε.

Ακόμη, η αναφορά επεσήμανε πως δεν ενέχει κριτική για τους εκατοντάδες εργαζομένους στην Υγεία που αντιμετώπισαν την κρίση και τις τεράστιες προκλήσεις που είχαν να αντιμετωπίσουν. Πολλοί έκαναν περισσότερα από όσα τους αναλογούσαν για να υποστηρίξουν τους κατοίκους.

Αλλά, όπως ο ιός, που προσπάθησε να περιορίσει, η άμεση επιβολή του lockdown έθεσε σε κίνδυνο την υγεία και την ευεξία πολλών ανθρώπων, ανέφερε η έρευνα, εξηγώντας ότι:

Πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους που ζουν στους πύργους προέρχονται από εμπόλεμες χώρες και έχουν αντιμετωπίσει σημαντικά προβλήματα. Πολλοί είναι πρόσφυγες…έ χουν υποστεί βασανιστήρια.

«Το να δουν την αστυνομία να περικυκλώνει τα κτίριά τους, τους κυβερνητικούς αξιωματούχους να χτυπούν τις πόρτες τους απροσδόκητα, ήταν βαθιά τραυματικό, πιστεύω, για ορισμένους από τους ανθρώπους στους οποίους μιλήσαμε», σύμφωνα με την κυρία Glass.

Είπε ακόμη πως η απόφαση για το «κλείσιμο» εντοπίζεται σε συνάντηση του Συμβουλίου Κρίσεων (Crisis Council of Cabinet) στις 1:45μμ της 4ης Ιουλίου, αλλά δεν της δόθηκε πρόσβαση σε έγγραφα για το τι συζητήθηκε σε αυτή.

Πρότεινε δε η κυβέρνηση να απολογηθεί σε όσους έμεναν στους πύργους. «Πολλοί κάτοικοι δεν ήξεραν τίποτε για το lockdown ή το λόγο που μεγάλος αριθμός αστυνομικών εμφανίστηκε στην περιοχή τους εκείνο το απόγευμα», είπε.

«ΔΕΝ ΘΑ ΑΠΟΛΟΓΗΘΟΥΜΕ…»

Ο υπουργός Στέγασης της Βικτώριας, Richard Wynne, σχολιάζοντας την έρευνα της Υπηρεσίας του Συνηγόρου του Πολίτη, δήλωσε πως η κυβέρνηση δε θα απολογηθεί για το ότι έσωσε ανθρώπινες ζωές, κλείνοντας τους πύργους.

Απέρριψε ότι υπήρξε κάποια έκνομη ενέργεια, σημειώνοντας ότι η κατάσταση ήταν έκτακτη και πως δεν υπήρχε άλλη επιλογή από την άμεση δράση.

Αναγνώρισε ότι το άμεσο lockdown αποτέλεσε «σημαντική πρόκληση» για πολλούς κατοίκους, αλλά επεσήμανε πως όσο περισσότερο περίμεναν τόσο θα ρίσκαραν περισσότερες μολύνσεις. «Αν υπήρχε παρόμοια έξαρση σε πύργο ιδιωτικών κατοικιών στα Docklands θα είχαμε την ίδια αντιμετώπιση», είπε.

Ωστόσο, υπογράμμισε, «λάθη έγιναν» και πως η κυβέρνηση έμαθε από το lockdown αυτό.

Ο αναπληρωτής επικεφαλής των Υπηρεσιών Υγείας, Allen Cheng, είπε πως ο υψηλός ρυθμός μετάδοσης, σήμαινε πως υπήρχε μία αίσθηση έκτακτης ανάγκης που απαιτούσε άμεση δράση.

«Σαφώς τα πράγματα θα μπορούσαν να έχουν γίνει καλύτερα και θα μπορούσε να υπάρχει καλύτερη προετοιμασία και ελπίζω ότι αυτό αντανακλάται στον τρόπο με τον οποίο ανταποκριθήκαμε σε καταστάσεις έκτοτε», ανέφερε.