Από την Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας λάβαμε ανακοινώσεις που, μεταξύ άλλων, αναφέρουν και τα εξής:

«Διπλά χαρμόσυνη ήταν η ατμόσφαιρα το πρωί του Σαββάτου, 26 Δεκεμβρίου, στον Ιερό Καθεδρικό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, κατά τη Θεία Λειτουργία επί τη εορτή της Συνάξεως της Υπεραγίας Θεοτόκου. Ο ένας λόγος ήταν η εις Διάκονον χειροτονία ενός ευσεβούς και αξίου νέου, του π. Αστερίου Ζουριάκα. Ο δεύτερος, η απονομή του παρασήμου του Τάγματος των Φιλοχρίστων σε ένα εξαίρετο μέλος της Ομογένειας και της Αυστραλιανής κοινωνίας, στον κ. Παναγιώτη Σαχτούρη.

Ο κ. Σαχτούρης τιμήθηκε με το επίσημο παράσημο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας για το ήθος του, για την αφοσίωσή του στις παραδόσεις και τα ιδεώδη του Γένους και για την πολυετή και διαρκή συμπαράστασή του στην τοπική Εκκλησία. Ο Σεβασμιώτατος κ.κ. Μακάριος έκανε λόγο για έναν πιστό και ευλαβή άνθρωπο, που με την παρουσία και με τις πράξεις του τιμά όλα όσα διδάχθηκε από τους προγόνους του, τα ήθη, τα έθιμα, τις παραδόσεις και πάνω από όλα την πίστη, ενώ, επιπροσθέτως, τόσο ο ίδιος, όσο και η σύζυγος και η οικογένειά του, εδώ και πολλά χρόνια στηρίζουν ενεργά το έργο της τοπικής Εκκλησίας».

“Το δώρο της συγχωρητικότητας είναι η ειρήνη της ψυχής”

Την Κυριακή, 27 Δεκεμβρίου, ημέρα που η Εκκλησίας μας τιμάει τη μνήμη του  Αγίου Πρωτομάρτυρος και Αρχιδιακόνου Στεφάνου, ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας κ.κ. Μακάριος μετέβη στον πανηγυρίζοντα φερώνυμο Ιερό Ναό στο Hurlstone Park του Σύδνεϋ, όπου χοροστάτησε κατά την Ακολουθία του Όρθρου και προεξήρχε της Θείας Λειτουργίας, συλλειτουργούντων των Θεοφιλεστάτων Επισκόπων Μιλητουπόλεως κ. Ιακώβου και Κυανέων κ. Ελπιδίου.

Στο κήρυγμά του, ο Σεβασμιώτατος εστίασε στα τελευταία λόγια, στην προσευχή που έκανε ο Άγιος Στέφανος την ώρα που οι μανιασμένοι διώκτες του τον πετροβολούσαν: “Κύριε μη στήσεις αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην”.

“Πάντοτε από το τέλος της ζωής του ανθρώπου καταλαβαίνει κανείς την ποιότητα και τον χαρακτήρα του”, παρατήρησε εισαγωγικά ο Αρχιεπίσκοπος, για να τονίσει με έμφαση την υπέρβαση που αναδεικνύεται στο τελευταίο κεφάλαιο της ζωής του Αγίου Στεφάνου, ο οποίος δε σκεφτόταν τον πόνο, το αίμα που έτρεχε και τις πληγές που είχε στο σώμα του, αλλά προσευχόταν στον Θεό για τους λιθοβολιστές τους.