Η λέξη μας βάση χρησιμοποιείται στην ελληνική γλώσσα με πάρα πολλές έννοιες. Συνήθως φανερώνει την επιφάνεια ή τη γραμμή ή κάποιο σημείο από όπου ορθώνεται κάτι και πάνω σε αυτό στηρίζεται κάτι άλλο. Βάση είναι το στήριγμα, το βάθρο. Είναι η αρχή, η αφετηρία. Χρησιμοποιείται από όλες τις επιστήμες. Όπως στη Γεωμετρία είναι το σημείο από όπου υπολογίζεται το ύψος, Στη Χημεία είναι κάθε ουσία που όταν ενώνεται με οξύ, παράγει αλάτι. Στη Βιολογία η βάση της ζωής. Στη Μουσική είναι ο θεμελιώδης τόνος. Στην Αρχιτεκτονική έχουμε τις βάσεις των κιόνων με το ιδιαίτερο κιονόκρανο Ιωνικού, Δωρικού ή Κορινθιακού ρυθμού. Έχουμε τις βάσεις ανεφοδιασμού, στρατιωτικών, αρίθμησης, δύναμης, τη ναυτική βάση, τη βάση πυραύλων και πολλές άλλες.

 Αχούμε σχηματίσει ωραίες φράσεις όπως: κατά βάση αυτό είναι σωστό, επί τη βάσει του συμπεράσματος, με βάση αυτό θα λέγαμε, δώσε βάση, η βάση είναι το 5, ανακοινώνονται οι βάσεις, η βάση του κόμματος, η βασική εκπαίδευση και πολλές άλλες.

 Το επίθετο που βγαίνει από τη βάση είναι ο βασικός, η βασική, το βασικό. Λέμε η βασική εκπαίδευση, το βασικό σημείο και άλλα. Από εδώ έγινε και το επίρρημα βασικώς που σήμερα το λέμε βασικά. Το βασικά είναι συνώνυμο με τη φράση κατά βάση και δηλώνει αυτό που λέμε και κατ’ αρχήν. Πολλές φορές όμως το βασικά χρησιμοποιείται –μάλλον καταχρηστικά– στην αρχή προτάσεων που δεν έχει καμία νοηματική σχέση όπως: βασικά δεν ξέρω την απάντηση, ή βασικά είμαι 25 χρονών! Το βασικά σημαίνει και κυρίως και τότε μπορεί να μπει στην αρχή μιας πρότασης: βασικά συμφωνώ μαζί σου, αλλά έχω και τις επιφυλάξεις μου.

ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

 Οι ινδοευρωπαίοι «επιστήμονες» λένε ότι η Βάση προέρχεται από αμάρτυρη ινδοευρωπαϊκή ρίζα gw-a !!, που δεν είναι καθόλου ελληνική. Εσείς μπορείτε να τους πιστέψετε; Τα αγγλόφωνα λεξικά όμως, το τονίζουν ότι προέρχεται From Greek βάσις.

Η βάση προέρχεται από τη ρίζα βάω η οποία με το πρόσφημα j μάς έδωσε το βάν-j-ω το οποίο μάς δημιούργησε το ρήμα βαίνω = πορεύομαι. Από εδώ έγιναν πάμπολλες λέξεις μας όπως: βήμα, βαθμός, βαδίζω, βατός, βάση, βάδην, βακτηρία, βωμός, βέβαιος και άλλες σύνθετες όπως: άβατος, διαβάτης, διάβαση, αδιάβατος, διαβατήριο κ.ά. Όπως βλέπετε, είναι ακανθώδες το ελληνικό ετυμολογικό έδαφος, αλλά όχι και ανύπαρκτο που το θέλουν οι ινδοευρωπαίοι. Η ελληνική γλώσσα είναι καθοριστικός καταλύτης στην ανίχνευση της ετυμολογίας.

Η ΒΑΣΗ ΣΤΑ ΑΓΓΛΙΚΑ

Και στα Αγγλικά η βάση έδωσε πολλές σημασίες. Οι βασικές είναι: Base, basis, basic. Base είναι το στήριγμα, το θεμέλιο, η βάση. The lamp stands on a circular base. The base of the argument. The soup has a tomato base. The troops came back to the base. The song is based on a folk tune. The company is based in Melbourne.
Base, επίσης, σημαίνει και άτιμος η ευτελής. Cheating at cards is a base practice. Τα basic και basically : This is a basic problem. Basically, I am in favour of the project. To basically χρησιμοποιείται στα Αγγλικά τόσο συγχνά όσο και το ελληνικό βασικά.

΄Αλλα παράγωγα : Basement = υπόγειο, Bass = μπάσσος, βαθύφωνος, Βaseless = αβάσιμος, Debase, debasement = εξευτελίζω, το παιχνίδι σφαιροβολίας = Baseball κ.ά.

ΚΑΙ ΤΟ ΕΠΙΜΥΘΙΟ ΜΑΣ

Η λέξη ΒΑΣΙΚΑ είναι πολύ αγαπητή στους Έλληνες δημοσιογράφους και τον ελληνικό Τύπο… βασικά. Ελπίζω ότι όλοι σας θα το έχετε διαπιστώσει. Ιδού ένα παράδειγμα από τις σημερινές εφημερίδες: «Στην Ελλάδα του 2013, οι Έλληνες καταναλωτές βασικά, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης έχουν περιορίσει τα βασικά είδη διατροφής.

Επίσης, βασικά έχουν σταματήσει και τις εξόδους αναψυχής σε εστιατόρια. Βασικά, η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων έχει μειωθεί στο μισό». Κατά τα άλλα …βασικά… δεν πάμε και τόσο καλά! Και αυτό βασικά είναι σωστό.