Πενήντα χρόνια πίσω μας φέρνει ο Άντι Τσιόνης, ένας συμπάροικος οδηγός ταξί σε συζήτηση με αρθρογράφο της εφημερίδας «The Age», χτες.
Πολλά τα δύσκολα, αλλά και τα ευτράπελα, φαντάζεται κανείς, σε μια πορεία με ταξί μισού αιώνα.
Ο ίδιος μιλά για όσα του άφησαν προφανώς τις πιο ζωηρές μνήμες.

Ξεκινά με το ανύπαρκτο αιρκοντίσιον και το ανοιχτό παράθυρο, για τα σήματα που έπρεπε να δίνονται με το χέρι, για δυο άντρες που είδε να πέφτουν στο πεζοδρόμιο από καρδιακή προσβολή και οι προσπάθειές του να τους βοηθήσει, απέβησαν άκαρπες. Για την εγκυμονούσα, το 1974,  που τη μετέφερε στο τότε Queen Victoria, περνώντας, με την έγκριση της αστυνομίας, όλα τα κόκκινα φανάρια. Για το νέο ζευγάρι που δεν χάρηκε τελικά την έξοδό του γιατί ο νεαρός ήταν έξω από τη φυλακή με άδεια μιας μέρας και έπρεπε να τον αφήσει στο πλησιέστερο αστυνομικό τμήμα.

Θυμάται ακόμη, όταν το 1968, στο τέλος μιας 16ωρης βάρδιας, στις 10 το βράδυ, ένας μάγειρας του ζητά να τον πάει επειγόντως από το Port Melbourne στο Sale. Έφτασαν εκεί 1.30 το πρωί και στις 6π.μ. ξεκινούσε η νέα βάρδια.

Εξομολογείται ότι τα αγγλικά του δεν ήταν τέλεια, λάτρευε όμως τη δουλειά αυτή που, ‘επέλεγε τις ώρες που θα δούλευε, γνώριζε συνέχεια άλλους ανθρώπους και καινούριους τόπους’.

Το 1963, όπως θα πει, ήταν από τους πρώτους Έλληνες οδηγούς ταξί. Ήταν ένα επάγγελμα, συνεχίζει, που ταίριαζε στον Έλληνα που επιθυμεί πάνω απ’ όλα να είναι κύριος του εαυτού του και διατεθειμένος να δουλέψει σκληρά.

Υπολογίζει ότι τέλη του 1970, πάνω από 60% των οδηγών ταξί, ήταν Έλληνες. Σήμερα το ποσοστό κυμαίνεται γύρω στο 10%. Ο ίδιος όμως εκτιμά ότι από τις 5.000 άδειες ταξί που υπάρχουν σήμερα στη Βικτώρια, οι 2.000 ανήκουν σε Έλληνες, οι οποίοι προτιμούν να είναι άλλοι στο τιμόνι. Πριν, θα πει, ήταν κάτοχος δύο ταξί, σήμερα όμως προτιμά να δουλεύει στην εταιρία του εξαδέλφου του Τζον Βλασσόπουλου, ο οποίος έχει στην κατοχή του 31 άδειες. Δύο φορές, την εβδομάδα, συμπληρώνει και όσο το επιτρέπει η υγεία του.

Δηλώνει  ευτυχισμένος και περήφανος για τα όσα απέκτησε στην Αυστραλία, κυρίως όμως για την αγαπημένη του σύντροφο, τα δυο παιδιά του και τα τρία εγγόνια του. Τον 19χρονο νέο που βγήκε με μια βαλίτσα στο Station Pier το 1955, η ζωή του έδωσε όσα ζήτησε.