O εξοστρακισμός ήταν μία διαδικασία ψηφοφορίας με την οποία αποφασιζόταν ελεύθερα, χωρίς δίκη, η υποχρεωτική εξορία ή όχι ενός ατόμου που κρινόταν επικίνδυνο για την πόλη. Ο εξοστρακισμός, ή και οστρακισμός μόνο, εφαρμοζόταν στην αρχαία Αθήνα, από όπου τον πήραν και οι άλλες πόλεις με δημοκρατικό πολίτευμα.΄Ηταν ένα πολιτικό μέτρο που έπαιρνε η Πολιτεία, στην αρχαία Ελλάδα, ενάντια σ’ εκείνους τους διάσημους άντρες που θεωρούνταν, για τον άλφα ή βήτα λόγο, επικίνδυνοι για αυτήν. Ο θεσμός επιβλήθηκε από τον νομοθέτη Κλεισθένη τον 6ο αιώνα π.Χ. και προέβλεπε απομάκρυνση από την Αθήνα για δέκα χρόνια. Είχε περισσότερο προληπτικό χαρακτήρα και καμιά φορά η ποινή μπορούσε να μειωθεί, αν ο δήμος έκρινε ότι αυτό ήταν αναγκαίο.

Ο οστρακισμός γινόταν ως εξής: έφραζαν την Αγορά και δημιουργούσαν έτσι έναν περίβολο, που τον διαιρούσαν σε 10 τμήματα, με κοινή είσοδο. Σε αυτά εισερχόταν κάθε πολίτης, ανάλογα με τη φυλή που ανήκε και άφηνε ένα όστρακο (ένα θραύσμα πήλινου αγγείου), όπου είχε γράψει το όνομα του πολίτη του οποίου την εξορία επιθυμούσε. Για να εξοριστεί κάποιος έπρεπε το όνομά του να βρεθεί σε περισσότερα από 6.000 όστρακα. Ο πολίτης που καταδικαζόταν είχε διορία δέκα ημερών για να τακτοποιήσει τις προσωπικές του υποθέσεις. Ο οστρακισμός θεσπίστηκε αρχικά ως ένα μέσο προστασίας του δημοκρατικού πολιτεύματος. Αργότερα όμως,ο θεσμός αυτός έχασε βαθμιαία τη σημασία του, διότι χρησιμοποιήθηκε από τις διάφορες παρατάξεις σαν τρόπος απαλλαγής και εξόντωσης των πολιτικών αντιπάλων. Μ’ αυτό το μέσο εξορίστηκαν, όπως είναι γνωστό, ο Αριστείδης ο δίκαιος, ο Θεμιστοκλής και πολλοί άλλοι. Το 418 π.Χ. καταργήθηκε ο θεσμός αυτός.

Σαν συνέχεια της τακτικής αυτής οι χριστιανοί –και μάλιστα οι ορθόδοξοι- υιοθέτησαν την  αρχαιοελληνική συνήθεια με όσους διαφωνούσαν σοβαρά μαζί τους. ΄Ετσι σοφίστηκαν τον αφορισμό! Ό,τι ακριβώς έκαναν και οι αρχαίοι «ειδωλολάτρες!» πρόγονοί μας.

ΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Οι αρχαίοι μας είχαν το όστρεον ή και όστρειον που έγινε και το οστούν που σήμερα εμείς το λέμε το οστό = τα σκληρά τμήματα του σώματός μας που αποτελούν τον ανθρώπινο σκελετό. Λέμε σήμερα λαμβάνω σάρκα και οστά = γίνομαι πραγματικότητα. Το οστούν όμως σήμερα το λέμε και κόκκαλο, από τη λέξη κόκκος, κουκούτσι. Από τους κόκκους του πρίνου (το πουρνάρι) έκαναν το κόκκινο χρώμα και  έτσι βαθμηδόν ο ερυθρός αντικαταστήθηκε και σήμερα τον λέμε κόκκινο. Δηλαδή: Οστούν = κόκκαλο και Ερυθρός = κόκκινος. Και τα δύο γράφονται με δύο κκ.

Από το οστούν έγινε και το όστρακο, το σκληρό περίβλημα των ασπόνδηλων ζώων (χελώνα, αστακός κ.λπ). Οι αρχαίοι μας όστρακο ονόμασαν και το θραύσμα ενός πήλινου δοχείου. Επειδή τότε είχαν πολλά πήλινα δοχεία, οι Αθηναίοι χάραζαν το όνομα πάνω σε ένα τέτοιο καμμάτι το όνομα του προσώπου που έκριναν ότι έπρεπε να εξοστρακιστεί. Αυτό γινόταν ύστερα από συνέλευση και ψηφοφορία μέσα στην Εκκλησία του Δήμου. Αυτός ήταν ο εξοστρακιμός δηλ. η εκδίωξη ή η απομάκρυνση, η εξορία = τον άστελναν έξω από τα όρια της πολιτείας. Στο σημερινό αφορισμό την απόφαση δεν την παίρνει η Εκκλησία του Δήμου, αλλά η Εκκλησία του… Θεού!

ΤΙ ΕΓΙΝΕ ΣΤΑ ΑΓΓΛΙΚΑ;

Το όστρεον στα Λατινικά έγινε ostreum και οι αγγλόφωνοι το ορθογράφισαν ως oyster και έτσι ελληνικότατα επειδή έχουν σκληρό περίβλημα ονομάστηκαν τα στρείδια. Το οστρακίζω έγινε στα Αγγλικά to ostracize = to banish by a vote written on a potsherd = voting tablet like a shell = Greek όστρεον. Από εδώ έγινε και ο οστρακισμός = ostracism, μία λέξη ολκής στην Αγγλική γλώσσα.

Ο ελληνικός αφορισμός στα Αγγλικά έγινε excommunication, αλλά έμεινε και ο αφορισμός ως aphorism να σημαίνει a definition (ορισμός)= a short pithy maxim, a brief statement of a principle, verb to aphorize, noun aphorist, adjective aphoristic and adverb aphoristically. Ομοίως και στα Ελληνικά λέμε αφορισμό ένα λακωνικό ρητό, μία περιεκτική και επιγραμματική φράση που περιλαμβάνει μία αλήθεια, ένα γνωμικό, όπως: Αρχή Σοφίας η των ονομάτων επίσκεψις (Αντισθένης) ή Σοφόν το σαφές (Ευριπίδης).

ΚΑΙ ΤΟ ΕΠΙΜΥΘΙΟ ΜΑΣ

Οι αρχαίοι Έλληνες με τον εξοστρακισμό, έστελναν τους διαφωνούντες σε εξορία = έξω από τα όρια και οι χριστιανοί τούς δίνουν τον αφορισμό = από + όρια (με δασεία) = αφορίζω δηλ. σε βγάζω έξω από τα όρια, τα σύνορα. Για να σε αφορίσω όμως πρώτα πρέπει να σε ορίσω. Πώς όμως; Πρώτα σε βαπτίζω και μόνο ύστερα μπορώ να σε αφορίζω. Εδώ έγινε ό,τι πολύ σοφά το λέει η παροιμία μας: Ράβε ,ξύλωνε , δουλειά να μη σου λείπει! Ο εξοστρακισμός όμως καταργήθηκε μάλλον εγκαίρως, αλλά με τον αφορισμό τι γίνεται; Τι σου είναι και αυτή η ελληνική γλώσσα, σε βάζει να σκέφτεσαι !  Αναρωτιέμαι  όμως πολλές φορές, τι νόημα έχει ένας αφορισμός μέσα στη θρησκεία της αγάπης ; !