Ποια είναι η Κριστίν;

 «Είμαι πολύ χαρούμενη που θα ταξιδέψω στο Παρίσι στο τέλος Μαΐου για να καταθέσω για την υπόθεση» δήλωσε στους δημοσιογράφους η Κριστίν Λαγκάρντ στη συνέντευξη Τύπου, στις 18 Απριλίου στην Ουάσιγκτον, στο περιθώριο της εαρινής συνάντησης του ΔΝΤ (IMF Spring Meeting). Η κυρία Λαγκάρντ, η γυναίκα με τις υπερεξουσίες που κυριαρχεί στο Eurogroup και νουθετεί αρχηγούς κρατών, συστήνοντας διαρκώς «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» και «χρηστή διακυβέρνηση» είναι αναγκασμένη να υποστεί ανάκριση για μια σοβαρή υπόθεση διαφθοράς από δικαστές του ειδικού γαλλικού δικαστηρίου που εξετάζει αποκλειστικά και μόνον υποθέσεις στις οποίες εμπλέκονται υπουργοί (Court of Justice of the Republic). 

Η κυρία Λαγκάρντ έσφιγγε τα δόντια και χαμογελούσε την ώρα που προσπαθούσε να πείσει τους δημοσιογράφους «πόσο χαρούμενη ήταν που θα ταξιδέψει στο Παρίσι». Η υπόθεση για την οποία θα ερωτηθεί αφορά τις υποψίες ότι ενδεχομένως υπέπεσε στο αδίκημα της κατάχρησης εξουσίας με αποτέλεσμα να αποζημιωθεί ο επιχειρηματίας Μπερνάρ Ταπί με 400 εκατομμύρια ευρώ από τον γάλλο φορολογούμενο το 2008. Το «σκάνδαλο Ταπί» άρχισε να την καταδιώκει σχεδόν έναν μήνα μετά την ημέρα που έγινε η πρώτη γυναίκα επικεφαλής του ΔΝΤ, στις 5 Ιουλίου 2011, όταν οι γάλλοι δικαστές άρχισαν τις έρευνες. Εσχάτως, η υπόθεση απέκτησε αποχρώσεις πολιτικού θρίλερ, αφού τον Μάρτιο στελέχη των γαλλικών αρχών καταπολέμησης του οικονομικού εγκλήματος (Brigade Financière) εισέβαλαν απροειδοποίητα στο σπίτι της στο Παρίσι και το ερεύνησαν εξονυχιστικά. Η επιδρομή του γαλλικού ΣΔΟΕ, την ώρα που εκείνη αποφάσιζε στην Ουάσιγκτον τους όρους με τους οποίους θα ζήσουν εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι σε ολόκληρο τον κόσμο, σαφώς δεν ήταν μία από τις λαμπρές στιγμές της καριέρας της 57χρονης γαλλίδας δικηγόρου που είναι ειδικευμένη στο εργατικό δίκαιο, στην αντιμονοπωλιακή νομοθεσία και στις εξαγορές και συγχωνεύσεις επιχειρήσεων.

ΤΑΠΙ ΚΑΙ ΨΥΧΡΑΙΜΗ

Το σκάνδαλο Ταπί έχει ως εξής: Λίγο καιρό αφότου έγινε το 2007 η πρώτη γυναίκα επικεφαλής του γαλλικού υπουργείου Οικονομικών και η πρώτη γυναίκα υπουργός Οικονομικών σε χώρα του G8, η Λαγκάρντ οδήγησε στη διαιτησία (σ.σ.: σε ειδικό πάνελ ανεξάρτητων δικαστών) την πολυετή διένεξη ανάμεσα στο γαλλικό κράτος και στον Ταπί. Η διένεξη χρονολογείται από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 και αφορούσε τις αποφάσεις της κρατικής τράπεζας Crédit Lyonnais για την πώληση της (υπερχρεωμένης τότε) εταιρείας Adidas, στην οποία ο Ταπί ήταν βασικός μέτοχος. Σχεδόν επί 15 χρόνια ο Ταπί υποστήριζε ότι η πώληση έπληξε τα συμφέροντά του γιατί η τράπεζα υποτίμησε την πραγματική αξία της εταιρείας. Μετά την προώθηση της υπόθεσης στη διαιτησία από τη Λαγκάρντ, ο Ταπί κέρδισε από το γαλλικό κράτος την τεράστια αποζημίωση των 285 εκατ. ευρώ, συν 115 εκατ. από τόκους (σύνολο, 400 εκατ.).

Κρίσιμο στοιχείο θεωρείται από τον γαλλικό Τύπο το γεγονός ότι ο Ταπί – ένας μποέμ επιχειρηματίας, ο οποίος χρημάτισε για λίγο καιρό υπουργός του Μιτεράν τη δεκαετία του ’80 και το 1997 εξέτισε ποινή φυλάκισης έξι μηνών για στημένα ποδοσφαιρικά παιχνίδια της Μαρσέιγ – άλλαξε στρατόπεδο στις γαλλικές προεδρικές εκλογές του 2007 και υποστήριξε τον Νικολά Σαρκοζί. Οπως ήταν αναμενόμενο, ο Σαρκοζί δήλωσε ότι δεν έδωσε καμία εντολή στη
Λαγκάρντ να ασχοληθεί με την υπόθεση και εκείνη με τη σειρά της τόνισε ότι δεν έλαβε εντολή από τον Σαρκοζί για να ρυθμίσει το θέμα Ταπί. Και οι δύο ισχυρίζονται ότι η εντατικοποίηση της δικαστικής έρευνας τον τελευταίο χρόνο οφείλεται σε πολιτικά κίνητρα, αφού η υπό τον Φρανσουά Ολάντ κυβέρνηση των Σοσιαλιστών υποτίθεται ότι θέλει να χρησιμοποιήσει τον Σαρκοζί και τη Λαγκάρντ ως εύκολα θύματα για να εκτρέψει την προσοχή της κοινής γνώμης από την αδιέξοδη οικονομική πολιτική της. Σημειώνεται ότι η πρόσφατη έρευνα στο σπίτι της Λαγκάρντ στο Παρίσι δεν ήταν η μοναδική, αφού παράλληλα έγινε αντίστοιχη έρευνα στο σπίτι του Ταπί, η οποία κράτησε τρεις ώρες, και στο σπίτι του Στεφάν Ρισάρ, επικεφαλής του υπουργικού γραφείου της Λαγκάρντ την επίμαχη περίοδο. Δεν εκδόθηκε οποιαδήποτε ανακοίνωση για ύποπτα ευρήματα σε κανένα από τα τρία σπίτια, αλλά λίγες εβδομάδες μετά τις έρευνες ανακοινώθηκε η επικείμενη ανάκριση της Λαγκάρντ.

Στην έδρα του Ταμείου στην Ουάσιγκτον επικρατεί προβληματισμός. Περί τα τέλη Μαρτίου και με αφορμή την επίμαχη γαλλική έρευνα, το διοικητικό συμβούλιο του ΔΝΤ εξέφρασε την εμπιστοσύνη του στην κυρία Λαγκάρντ. Στο πλαίσιο, όμως, των «χειρουργικών χειρισμών» που οι εσωτερικοί κανονισμοί του Ταμείου προβλέπουν και επιβάλλουν σε τέτοιες περιπτώσεις, η κυρία Λαγκάρντ αναγκάστηκε να ζητήσει από το διοικητικό συμβούλιο την άρση της ασυλίας που απολαμβάνει λόγω της θέσης της, προκειμένου να απαντήσει στις ερωτήσεις των γάλλων δικαστών χωρίς τη νομική προστασία του Ταμείου. Εύλογα μπορεί να διαπιστώσει κανείς ότι, έστω και για λίγες ώρες, στο τέλος Μαΐου, η κυρία Λαγκάρντ, στερημένη από τη νομική πανοπλία του αξιώματός της, δεν θα είναι ακριβώς… «επικεφαλής του ΔΝΤ», αλλά μια γαλλίδα πρώην υπουργός που θα επιχειρήσει να πείσει τους δικαστές της πατρίδας της ότι η προ εξαετίας απόφασή της για τον Ταπί «ήταν η καλύτερη που μπορούσε να ληφθεί εκείνη την εποχή». Πρόκειται για μια φράση που η Λαγκάρντ δεν έχει κουραστεί να επαναλαμβάνει τον τελευταίο καιρό. Για κάποιους, η φράση αυτή φαίνεται να δείχνει εμμέσως πως ούτε και η ίδια μπορεί να δικαιολογήσει τα 400 εκατομμύρια, αφού υπονοεί ότι η απόφασή της ήταν η καλύτερη μόνο «εκείνη την εποχή»…

Θυμίζουμε ότι η Κριστίν Λαγκάρντ ανέλαβε επικεφαλής του ΔΝΤ λίγο μετά το σκάνδαλο που ξέσπασε τον Μάιο του 2011 σχετικά με τις κατηγορίες περί σεξουαλικής επίθεσης του προκατόχου της, Ντομινίκ Στρος-Καν, σε μια μαύρη καμαριέρα σε ξενοδοχείο της Νέας Υόρκης. Ο Στρος-Καν υποχρεώθηκε σε παραίτηση από το ΔΝΤ, προκειμένου να απολέσει την ασυλία του και να δικαστεί. Ακολούθησαν παγκόσμιος διασυρμός, σόου με χειροπέδες, φυλάκιση, κατ’ οίκον περιορισμός στη Νέα Υόρκη και, τελικά, επιστροφή στο Παρίσι. Οι κατηγορίες έκτοτε αποσύρθηκαν.

ΜΙΑ ΦΙΛΟΔΟΞΗ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ

Η επικεφαλής του ΔΝΤ γεννήθηκε την Πρωτοχρονιά του 1956 στη Χάβρη, στη Βόρεια Γαλλία, με το όνομα Κριστίν Λαλουέτ. Είναι κόρη καθηγητή αγγλικών και καθηγήτριας λατινικών και έχει τρεις μικρότερους αδελφούς. Τον Μάη του 1968 τα σχολεία έκλεισαν. Η νεαρά Κριστίν ξεκίνησε συγχρονισμένη κολύμβηση, κέρδισε χάλκινο μετάλλιο με την ομάδα της και αργότερα έγινε μέλος της γαλλικής εθνικής ομάδας συγχρονισμένης κολύμβησης. «Σφίξε τα δόντια και χαμογέλα, αυτό έμαθα στην κολύμβηση» έχει πει. Το 1973, στα 17 της, έχασε τον πατέρα της. Την ίδια χρονιά κέρδισε υποτροφία, έφυγε από τη Γαλλία και φοίτησε στο σχολείο θηλέων Holton-Arms, στην πόλη Βηθεσδά του Μέριλαντ. Κατά τη διάρκεια του έτους αυτού εργάστηκε ως βοηθός του μέλους του Κογκρέσου Γουίλιαμ Κοέν. Πρόκειται για τον ίδιο Κοέν που έγινε αργότερα ο πρώτος υπουργός Αμυνας του Μπιλ Κλίντον (1997-2001). Υστερα από εκείνη τη χρονιά στις ΗΠΑ επέστρεψε στο Παρίσι. Πήρε πτυχίο Νομικής και μάστερ Πολιτικών Επιστημών από το Ινστιτούτο Πολιτικών Επιστημών της Aix en Provence ενώ απέτυχε δύο φορές να εισαχθεί στο Γαλλικό Δημόσιο.  Αντιλήφθηκε ότι ως γυναίκα δεν θα γινόταν ποτέ συνέταιρος σε γαλλική δικηγορική εταιρεία και γι’ αυτό το 1981 επέστρεψε στις ΗΠΑ και έπιασε δουλειά στη μεγάλη αμερικανική δικηγορική εταιρεία Baker & McKenzie που εδρεύει στο Σικάγο.

Επειτα από έξι χρόνια έγινε συνέταιρος (partner) και επικεφαλής της εταιρείας για τη Δυτική Ευρώπη και το 1999 έγινε η πρώτη γυναίκα πρόεδρος της εταιρείας. Είναι χορτοφάγος, αποφεύγει το αλκοόλ, πηγαίνει καθημερινά στο γυμναστήριο, κολυμπάει όσο συχνά μπορεί και μια φορά την εβδομάδα καλύπτει 20-30 χιλιόμετρα με το ποδήλατο. Εχει στο ενεργητικό της δύο γάμους, δύο διαζύγια και με τον πρώτο σύζυγό της, τον Ουίλφριντ Λαγκάρντ, έχει δύο γιους, 25 και 27 ετών. Ο δεύτερος σύζυγός της ήταν ο βρετανός επιχειρηματίας Ιχραν Γκίλμουρ τον οποίο γνώρισε στο Σικάγο. Τον άφησε για τον επιχειρηματία Ξαβιέ Τζιοκαντί, παλιό κορσικανό συμφοιτητή της από τη Νομική τον οποίο «ξαναγνώρισε» το 2006 όταν ως υπουργός Εμπορίου επισκέφτηκε τη Μασσαλία για μια εκδήλωση για την τοπική επιχειρηματικότητα. Και οι δύο έχουν δηλώσει ότι η μοιραία συνάντησή τους στη Μασσαλία ήταν coup de foudre (κεραυνοβόλος έρωτας).

Οταν ο Ντομινίκ ντε Βιλπέν τής τηλεφώνησε για να αναλάβει το υπουργείο Γεωργίας το 2005, έφυγε τόσο γρήγορα από το γραφείο της στο Σικάγο, που ξέχασε τα γυαλιά της. Μόλις δύο ημερών υπουργός έκανε την πρώτη της γκάφα όταν δήλωσε ότι οι νόμοι για τις διακοπές και τις αργίες που οι Γάλλοι θεωρούν ιερούς πρέπει να αλλάξουν. Ο Τύπος την αποκάλεσε «Madame La Gaffe», αλλά το παρατσούκλι δεν τη συνόδευσε για πολύ. Επειτα από λίγους μήνες ανέλαβε το υπουργείο Εμπορίου όπου έμεινε ως το 2007, όταν έγινε υπουργός Οικονομικών. Είναι μια από τις πιο δημοφιλείς προσωπικότητες στη Γαλλία. Σε σχετική δημοσκόπηση που έγινε το 2009 για το τηλεοπτικό δίκτυο RTL και την εφημερίδα «Le Parisien» βρέθηκε στη δεύτερη θέση μετά τον τραγουδιστή Τζόνι Χαλιντέι. Την ίδια χρονιά οι «Financial Times» έγραψαν ότι είναι η καλύτερη υπουργός Οικονομικών της ευρωζώνης. Γνωρίζει ότι για να ξεχωρίζει δεν πρέπει να είναι μονίμως άχρωμη, αλλά να τολμά ελεγχόμενα επιθετικές δηλώσεις. Εχει πει, για παράδειγμα, ότι η παγκόσμια κρίση του 2008 οφείλεται στην «κουλτούρα τεστοστερόνης» που επικρατεί στις ανδροκρατούμενες τράπεζες της Γουόλ Στριτ.

ΚΡΙΣΤΙΝ ΚΑΙ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Η σχέση της με την Ελλάδα είναι διφορούμενη. Ως υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας υποστήριζε τη χώρα μας και είχε αναπτύξει φιλική σχέση με τον ομόλογό της, Γιώργο Παπακωνσταντίνου. Οταν ανέλαβε το ΔΝΤ, σκλήρυνε δημοσίως. Θυμίζουμε την αυστηρή περυσινή δήλωση με την οποία τόνιζε ότι οι αφρικανικές χώρες έχουν υποστεί μεγαλύτερη λιτότητα από την Ελλάδα για την οποία ζήτησε συγγνώμη την επόμενη ημέρα. Η ίδια μάλλον δεν γνωρίζει την επίδραση της λιτότητας ή τη βαρύτητα των φόρων αφού αμείβεται από το ΔΝΤ με 467.940 δολάρια τον χρόνο και είναι απαλλαγμένη από καταβολή φόρων.

Ιδιωτικώς, πάντως, φέρεται να υποστηρίζει ότι με ψυχρά οικονομικά κριτήρια η λιτότητα που επιβλήθηκε στην Ελλάδα είναι απαράδεκτη, ότι η αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους έπρεπε να είχε γίνει αμέσως το 2010 και ότι μια νέα αναδιάρθρωση θα πρέπει οπωσδήποτε να δρομολογηθεί προς το τέλος του 2013. Σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή, η ίδια η Λαγκάρντ – είτε απευθείας, μέσα σε διπλωματικό σάκο, είτε μέσω των γαλλικών μυστικών υπηρεσιών – έστειλε στις αρχές του 2010 ως «δώρο» στην ελληνική κυβέρνηση το CD με την περιβόητη λίστα Λαγκάρντ (που αργότερα έγινε «στικάκι») με περισσότερα από 2.000 ονόματα ελλήνων καταθετών στην HSBC Ελβετίας. Η διερεύνηση «κόλλησε» με αποτέλεσμα το μισό ελληνικό πολιτικό σύστημα να παρελάσει το 2013 από την αρμόδια Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής. Η ίδια φέρεται να έχει πει σε ιδιωτική συνομιλία της ότι ο Παπακωνσταντίνου την απογοήτευσε αφού θα έπρεπε να προχωρήσει σε εξωδικαστικούς διακανονισμούς με τους καταθέτες της λίστας. Δεν υποψιάστηκε, βέβαια, ότι στην Ελλάδα κάθε λύση έχει ένα πρόβλημα και όχι κάθε πρόβλημα μία λύση. Οπως ίσως θα έλεγε σήμερα και για την πρωτοβουλία της να στείλει τη λίστα Λαγκάρντ στην Ελλάδα, «ήταν η καλύτερη απόφαση που μπορούσε να ληφθεί εκείνη την εποχή»…