Η επιλογή δική σας. Το πρώτο ανήκει στον Άγγλο συγγραφέα του 16ου αιώνα, John Lyly, ενώ το δεύτερο στη λαϊκή σοφία. Και τα δύο μού ήλθαν στο νου όταν πληροφορήθηκα τις ατυχείς επιλογές της πρωθυπουργού να συμπεριλάβει στην καμπάνια της το θέμα των εκτρώσεων, ένα θέμα που δεν είναι… θέμα και να ‘ρίξει το επίπεδο’ επικίνδυνα –για την ίδια– με το να μιλά για «θαλασσιές γραβάτες».
Συνέβη προχτές (Τρίτη), στο Σίδνεϊ, στο ξεκίνημα μιας καμπάνιας ομάδας γυναικών που φέρουν την (ατυχή) ταμπέλα «Women for Gillard».
Γυναίκες, σκέφτηκε προφανώς η Γκίλαρντ, για «γυναικεία» θέματα θα θέλουν ν’ ακούσουν. Έτσι κατευθυνόμενη από αυτή την επιδερμική εκτίμηση, άνοιξε εκ νέου το θέμα των δύο φύλων, ισχυριζόμενη ότι η πολιτική των εκτρώσεων θα επιστρέψει δριμύτερη μετά τις εκλογές, αν το Εργατικό κόμμα ηττηθεί. Είπε συγκεκριμένα: «Στις 14 Σεπτέμβρη, καλούμαστε να πάρουμε μια μεγάλη απόφαση ως έθνος. Να αποφασίσουμε, για άλλη μια φορά, αν θα εξαφανίσουμε τις γυναικείες φωνές από την πολιτική μας ζωή».
Αφού αναφέρθηκε στις τομές που επέτυχε στον κοινωνικο-οικονομικό κορμό της χώρας η κυβέρνησή της, τόνισε ότι «όλα αυτά θα κοπούν από μια κυβέρνηση στην οποία ηγείται ο Άμποτ, συμπεριλαμβανομένων ενίσχυση παιδικής φροντίδας και εφάπαξ για χαμηλόμισθες γυναίκες. Δεν θέλουμε να ζούμε σε μια Αυστραλία, όπου το θέμα των εκτρώσεων καταντά πολιτικό παιχνίδι στα χέρια αντρών οι οποίοι πιστεύουν ότι τα ξέρουν όλα».
Στην ίδια συγκέντρωση, ως να μην αρκούσαν τα παραπάνω, αναφέρθηκε στην αντικατάσταση της υπαρχηγού Συνασπισμού, Τζούλια Μπίσοπ, από τον αρχηγό των Εθνικών, Γουόρεν Τρας, σε περίπτωση που υπερέχει ο Συνασπισμός στις εκλογές του Σεπτέμβρη (μια εδραιωμένη, εντούτοις), αρχή του Συνασπισμού) λέγοντας χαρακτηριστικά: «Σας προκαλώ να οραματιστείτε το εξής: «Έναν πρωθυπουργό με μπλε γραβάτα (σήμα κατατεθέν του Άμποτ), που όταν πάει διακοπές, αντικαθίσταται από έναν άντρα, επίσης, με μπλε γραβάτα. Έναν θησαυροφύλακα που αναγγέλλει τον προϋπολογισμό, φορώντας μπλε γραβάτα, έχοντας δίπλα του τον υπουργό Οικονομικών, ακόμη έναν άντρα, δηλαδή, που φοράει μπλε γραβάτα. Οι γυναίκες, για άλλη μια φορά, έχουν εξαφανιστεί από την πολιτική σκηνή».
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ «ΜΠΑΜΠΟΥΛΕΣ»
Ακούγεται αποκαρδιωτικό –εκτιμώ ως γυναίκα– εξ ολοκλήρου όμως άστοχο. Οι γυναίκες δεν φοβούνται τους άντρες πολιτικούς. Τελεία και παύλα. Δεν είναι οι «μπαμπούλες», μακράν αυτού. Εκείνο που φοβούνται είναι αποχή από την ουσία των θεμάτων, κακούς χειρισμούς αυτών, προσήλωση στο δέντρο εις βάρους του δάσους, χτυπήματα κάτω από τη ζώνη.
Το έχουμε πει και το επαναλαμβάνουμε για χιλιοστή φορά. Οι εκτιμήσεις θα πρέπει να γίνονται ανεξαρτήτως φύλου. Προσπαθούμε να πάμε μπροστά και όχι πίσω. Δεν γίνεται σε μια καμπάνια που –απίστευτο, αλλά αληθές– φτάσαμε στο σημείο να προβάλει στον ορίζοντα το φάντασμα του Κέβιν Ραντ, που το εκλογικό σώμα διψά για αίμα (το αίμα των Εργατικών), να ασχολούμαστε με μπλε γραβάτες, δηλαδή ότι δύο ή τρεις γυναίκες, κινδυνεύουν να φύγουν από την πολιτική σκηνή. Να φύγουν εκατό αν μια τέτοια τύχη τους αξίζει»!
ΝΑΙ, ΗΤΑΝ ΑΣΤΟΧΗ
«Ναι ήταν, όντως, άστοχη η επιλογή της πρωθυπουργού να πολιτικοποιήσει το θέμα των εκτρώσεων» θα πει η ομοσπονδιακή Εργατική βουλευτής Calwell, Μαρία Βαμβακινού.
«Πολλές γυναίκες, είμαι βέβαιη, ότι θα διαφωνήσουν με την επιλογή αυτή. Υπάρχουν πάρα πολλά θέματα που αφορούν τις γυναίκες και θα πρέπει να φωτίζονται. Αυτό είναι γεγονός αναμφισβήτητο. Θα πρέπει όμως να τα δούμε σα σοβαρά θέματα, πέραν και υπεράνω φύλων. Δεν είναι εκεί το θέμα. Η ίδια έχει δεχτεί, ως γνωστόν, πάμπολλες επιθέσεις, μόνο για το γεγονός ότι είναι γυναίκα. Η καμπάνια, εντούτοις, δεν επιτρέπεται να διχάζει τα δύο φύλα, αλλά να τα ενώνει. Η Τζούλια Γκίλαρντ, δεν χωρά αμφιβολία, είναι τρομερά ικανή πολιτικός. Κάπου, όμως, εκτιμώ ότι αστοχεί, μερικές φορές, στο θέμα των συμβούλων».
Η Τζένη Μικάκου, σκιώδης υπουργός Τρίτης Ηλικίας και σύμβουλος του αρχηγού του Εργατικού Κόμματος Βικτώριας σε Θέματα Προστασίας Ανηλίκων, θα πει αναφορικά: «Βασικά και σε γενικές γραμμές, πρόκειται για θέμα των Πολιτειών. Η προηγούμενη κυβέρνηση του Εργατικού Κόμματος, προέβη σε αλλαγές το 2006, μεταξύ των οποίων ήταν η αποποινικοποίηση των εκτρώσεων. Διά νόμου, τον οποίο ψήφισα και εγώ προσωπικά, έπαυσαν να αποτελούν πλέον εγκληματική πράξη. Υπάρχουν ρητές νομικά προστατευμένες περιπτώσεις, πού επιτρέπεται. Οπότε, δε θα ήθελα να προσθέσω κάτι άλλο». Δεκτόν.
ΠΟΙΟ ΕΠΙΠΕΔΟ;
Μιλώντας για «επίπεδο», όμως παραπάνω, το υπερέβη κατά πολύ, εκπρόσωπος του Συνασπισμού, υποψήφιος Κουινσλάδης. Σε επίσημο δείπνο, τον περασμένο Μάρτιο, για συγκέντρωση χρημάτων, με επίσημο καλεσμένο τον σκιώδη θησαυροφύλακα Tζo Χόκι, ο Μαλ Μπράου, πρώην υπουργός των κυβερνήσεων Χάουαρντ, στο μενού έδωσε εντολή να προσθέσουν ένα πιάτο το οποίο παρουσιαζόταν ως «Julia Gillard Kentucky Fried Quail – Small breasts, Huge Thighs and Big Red Box». Aναμφίβολα χυδαιότατο, όταν θα κάνει την εμφάνισή του στο Τwitter, ο Mπράου θα δείξει μετανοημένος και ρίχνοντας την ευθύνη σε κάποιον άλλον θα πει ότι ‘το βρήκε αστείο’, αλλά ‘δεν θα έπρεπε να είχε συμβεί’.
H ουσία του θέματος είναι ότι ευρισκόμενοι προ των πυλών των εκλογών του Σεπτέμβρη, θα περίμενε κανείς και από τα δύο κόμματα, επικέντρωση επί της ουσίας.
Είναι απορίας άξιον, για παράδειγμα, πώς η Γκίλαρντ, αλλά ούτε και ο Άμποτ, δεν εκμεταλλεύτηκαν, προεκλογικά, την παρουσία του κολοσσού Άντριου Λιβέρη στη χώρα (σχετική αναφορά στη σημερινή έκδοση), να ασχοληθούν με τις προτάσεις ενός παγκοσμίου αναγνώρισης ατόμου, αυθεντίας σε οικονομικής ανάπτυξης θέματα, γεγονός που ενδεχομένως θα έδινε κάποια ανάταση στο πεσμένο στα Τάρταρα, ηθικό των ψηφοφόρων.
Δειγματολογικά, παραθέτω ένα κομμάτι αυτών που διακηρύττει: «Aς παύσουμε πλέον να ταυτιζόμαστε μόνο με μία φάρμα, μ’ ένα λατομείο κι ένα ξενοδοχείο, Δεν είμαστε μόνο αυτό. Ας χρησιμοποιήσουμε την ευφυΐα μας συνολικά, προκειμένου να δημιουργήσουμε μια δυναμική, προηγμένη βιομηχανική οικονομία, με προοπτική τη δημιουργία αναρίθμητων θέσεων εργασίας για τους νέους».
Θα προτείνει, ό,τι είχε επιτυχία στις ΗΠΑ: «Συνεργασία της κυβέρνησης με τον επιχειρηματικό κόσμο. Η επόμενη κυβέρνηση να προσφέρει επιλογές όπου θα έχουν λόγο και οι επιχειρηματίες» καταλήγοντας ότι «αρνητική κριτική σε βάρος των κυβερνήσεων δεν βγάζει πουθενά».