Με διορθωτικές κινήσεις, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, επιχειρεί να προσδώσει στο πολύπαθο πρόγραμμα εμβολιασμών κατά COVID-19 τη χαμένη δυναμική του, μετά τα προβλήματα στις προμήθειες από το εξωτερικό, αλλά και την αλλαγή στις οδηγίες σχετικά με τη χορήγηση του εμβολίου της AstraZeneca.

Όπως προειδοποιούν πολλοί ειδικοί Υγείας ωστόσο, τα επόμενα βήματα θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικά, για να μη χαθεί περαιτέρω από το απόθεμα της εμπιστοσύνης των πολιτών προς τα εμβόλια εν γένει.

Δεν είναι μόνο οι… αντιεμβολιαστές και οι αρνητές του κορονοϊού που παραμένουν επί τω έργω, αλλά και η σαφή ανησυχία που έχει προκληθεί από τις παρενέργειες των εμβολίων, ειδικά της AstraZeneca, όσο σπάνιες και αν χαρακτηρίζονται.

Όπως καταδεικνύει η πιο πρόσφατη δημοσκόπηση από το Guardian Essential, σε ένα δείγμα 1.090 ερωτηθέντων στην Αυστραλία, λιγότεροι από τους μισούς άνω των 50 ετών είναι πρόθυμοι να κάνουν το εμβόλιο της AstraZeneca, παρότι προτείνεται από τις αρμόδιες ρυθμιστικές Αρχές.

Μάλιστα, αύξηση καταγράφεται στον αριθμό όσων δηλώνουν πως δε θέλουν να εμβολιαστούν καθόλου κατά COVID-19, με το ποσοστό να είναι πλέον στο 16% από 12% πριν έξι εβδομάδες. Πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό από τότε που διεξήχθη η πρώτη σχετική έρευνα, πέρυσι τον Αύγουστο.

Ακόμη, 42% όσων απάντησαν ανέφεραν ότι δε θα εμβολιαστούν άμεσα, ενώ περίπου ίδιο είναι το ποσοστό όσων απάντησαν πως θα κάνουν το εμβόλιο το συντομότερο δυνατόν.

Από αυτούς που θέλουν να εμβολιαστούν το 53% ήταν άντρες, αλλά για όσους είναι άνω των 50 ετών, η… προθυμία μειώθηκε από το 60% στο 55% μέσα σε ένα μήνα.

Στην ίδια κατηγορία αυτοί που είναι πρόθυμοι να κάνουν το εμβόλιο της AstraZeneca ή της Pfizer ήταν 46%.

Το ποσοστό μειώνεται στο 39% σε όσους θέλουν να κάνουν το εμβόλιο της AstraZeneca και ένα ποσοστό 14% είναι αβέβαιοι σχετικά.

Πάντως, το ποσοστό για εμβολιασμό, με AstraZeneca ή Pfizer, αυξάνεται ανάλογα με την ηλικία. Ενώ μόλις το 28% όσων είναι 18 με 29 ετών είναι πρόθυμοι, αυτό αυξάνεται σε 61% σε ηλικίες άνω των 70 ετών.

Γενικά το πρόγραμμα εμβολιασμών έχει δεχθεί «χτύπημα» εδώ και δύο μήνες με τον αριθμό όσων πιστεύουν στη στρατηγική της κυβέρνησης να μειώνεται σε 43% τον Απρίλιο από 68% τον Μάρτιο.

Κατά 10% μειώθηκαν και όσοι πιστεύουν πως οι εμβολιασμοί γίνονται με ασφάλεια (63%), αλλά και όσοι εκτιμούν πως θα έχουν αποτελεσματικότητα κατά της πανδημίας στην Αυστραλία (52%).

Το μεγαλύτερο πλήγμα στην εμπιστοσύνη προέρχεται από τις ομάδες νέων 35-54 ετών και γυναικών.

Υπάρχει και πολιτική χροιά στα αποτελέσματα, καθώς οι ψηφοφόροι του Συνασπισμού παραμένουν πιο… πιστοί στα εμβόλια.

ΕΜΒΟΛΙΑΣΜΟΙ ΜΕ PFIZER 

Στο μεταξύ, ένας αριθμός πολιτών, κάτω των 50 ετών που δεν είναι ωστόσο ακόμη η σειρά τους να κάνουν το εμβόλιο, κατάφεραν και εμβολιάστηκαν με αυτό της Pfizer στην Καμπέρα, όπως επεσήμανε το SBS.

Σύμφωνα με τις οδηγίες από το Εθνικό Συμβούλιο, για την ώρα εμβολιάζονται με το εμβόλιο της Pfizer και όσοι είναι κάτω των 50 ετών, αλλά πρέπει να ανήκουν στις ομάδες της φάσης 1α και 1β του προγράμματος εμβολιασμών (εργαζόμενοι στην καραντίνα και στα σύνορα, στην πρώτη γραμμή της υγείας, προσωπικό σε οίκους ευγηρίας και σε κέντρα ατόμων με αναπηρία, άτομα με αναπηρία).

Η Καμπέρα επιβεβαίωσε πως ένας αριθμός ατόμων που ανήκουν στη φάση 2β, η οποία δεν έχει ξεκινήσει ακόμη, κατάφεραν να εμβολιαστούν κλείνοντας μάλιστα ραντεβού στο Garran Surge Centre, αφού ενημερώθηκαν μέσω γραπτού μηνύματος στο κινητό (SMS).

Εκπρόσωπος της πολιτειακής κυβέρνησης επεσήμανε πως δεν έστειλαν αυτοί του μήνυμα και υπογράμμισε πως υπήρχαν ραντεβού που ακυρώθηκαν για εμβόλια AstraZeneca και Pfizer στο εν λόγω κέντρο. Σε κάθε περίπτωση, είπε, γίνεται αναθεώρηση της διαδικασίας ραντεβού, για όσους ανήκουν στις κατηγορίες που πρέπει να εμβολιαστούν.

Δεν υπήρξε διευκρίνιση από το Υπουργείο Υγείας της Καμπέρα για το αν επρόκειτο για δόσεις του εμβολίου της Pfizer που θα έληγαν αν έμεναν αχρησιμοποίητες, αλλά επεσήμαναν -όπως γνωρίζουν και πολλοί ομογενείς- πως τα εμβόλια χορηγούνται και σε άτομα που μπορεί να μην ανήκουν στη φάση 1α και 1β.

«Συνήθως αυτά τα εμβόλια ευκαιρίας χορηγούνται σε όσους φροντίζουν ή συνοδεύουν» τα άτομα που ανήκουν στις κατηγορίες που εμβολιάζονται, ανέφεραν από το αρμόδιο Υπουργείο, προσθέτοντας ότι η διαθεσιμότητα των εμβολίων αυτών εκτιμάται πως θα μειωθεί σημαντικά όταν το εθνικό πρόγραμμα εμβολιασμών επανέλθει σε τροχιά.