Σημαντική αύξηση στον αριθμό των κρουσμάτων σύφιλης καταγράφεται στη Μελβούρνη και οι επιστήμονες επιστρατεύουν την τεχνολογία ελέγχου της γονιδιακής αλληλουχίας, όπως και με την COVID-19, για να εντοπίσουν τις «πηγές» έξαρσης του σεξουαλικώς μεταδιδόμενου νοσήματος.
Παρότι έξαρση της σύφιλης καταγράφηκε στο παρελθόν στη Βόρεια Επικράτεια και στη Δυτική Αυστραλία, Western Australia, σύμφωνα με τον ειδικό σεξουαλικής υγείας, Marcus Chen, αυτό που συμβαίνει στη Μελβούρνη, χρήζει προσοχής.
«Η σύφιλη εξαπλώνεται στην κοινωνία, σε περιοχές που δεν υπήρχε ίχνος της πριν», δήλωσε στο ABC.
Επεσήμανε ότι προάστια, απομακρυσμένα, στα βορειοδυτικά και στα νοτιοδυτικά της πόλης έχουν ταυτοποιηθεί ως σημεία «πηγής» μολύνσεων.
Η σύφιλη προκαλείται από βακτήρια τα οποία μεταδίδονται μεταξύ των ενηλίκων με τη σεξουαλική επαφή. Στα αρχικά στάδιά της μπορεί να αντιμετωπιστεί με αντιβιοτική αγωγή.
Ωστόσο, είναι μια νόσος δύσκολη στη διάγνωση, καθώς μιμείται άλλες δερματοπάθειες και συχνά υποεκτιμάται από τον ασθενή. Έτσι, βλάβες που θα έχουν προκληθεί έως ότου διαγνωστεί, μπορεί να είναι μη αναστρέψιμες.
Και μπορεί να προσβάλλει ακόμη και τα μάτια. Το Royal Victorian Eye and Ear Hospital της Μελβούρνης ανέφερε 20πλάσιο του αριθμού των ασθενών με οφθαλμική σύφιλη, από 2 ασθενείς το 2006 σε 21 το 2019.
Ακόμη, η αύξηση των κρουσμάτων ειδικά στις γυναίκες είναι ανησυχητική.
«Κάποιες από αυτές τις γυναίκες μολύνονται κατά την εγκυμοσύνη και αυτό έχει ως συνέπεια τη μόλυνση των μωρών», εξήγησε ο Δρ Chen, που είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Monash University και γιατρός στο Melbourne Sexual Health Centre.
Τα στοιχεία του Better Health Victoria δείχνουν ότι από το 2002, ο αριθμός των ατόμων με σύφιλη, αυξάνεται ταχέως, κυρίως μεταξύ αντρών που έχουν σεξουαλική επαφή με άντρες.
Από το 2017, οι γυναίκες που μολύνονται επίσης αυξήθηκαν, με συνέπεια την επανεμφάνιση της σύφιλης εκ γενετής στην Πολιτεία.
Η οφθαλμίατρος Lyndell Lym, μιλώντας στο ABC, εξήγησε πως η σύφιλη «μεταμφιέζεται», καθώς μπορεί να εμφανίζει συμπτώματα ή προβλήματα παρόμοια με πολλών άλλων νοσημάτων.
Ως εκ τούτου μπορεί να είναι δύσκολο να διαγνωσθεί όταν πρωτοεμφανιστεί, καθώς δεν προκαλεί πόνο και συχνά είναι μόνο μία πληγή.
Αλλά αν δε δοθεί η κατάλληλη θεραπεία μπορεί να προκαλέσει απώλεια της όρασης, σοβαρές βλάβες, νευρολογικές διαταραχές και απώλεια μνήμης.
Πολλοί από όσους πηγαίνουν στο Eye and Ear Hospital με πρόβλημα στα μάτια δε γνωρίζουν καν ότι έχουν μολυνθεί, δήλωσε η Δρ Lim.
Και η οφθαλμική σύφιλη, εξήγησε, αποτελεί ένα μόνο «παρακλάδι» από την επιδημία σύφιλης, που λαμβάνει χώρα στην Αυστραλία, παράλληλα με τον αυξανόμενο αριθμό άλλων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων στη χώρα τα τελευταία χρόνια.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Σύμφωνα με την καθηγήτρια μικροβιολογίας, Deborah Williamson, από το Peter Doherty Institute for Infection and Immunity, υπάρχει μία σύνθετη ακολουθία παραγόντων, από τις ηλεκτρονικές εφαρμογές για ραντεβού και σεξ, τη μειωμένη ανησυχία για HIV, αλλά και τη μη πρόσβαση σε θεραπείες άμεσα.
Ωστόσο με τη βοήθεια της τεχνολογίας γονιδιακής αλληλουχίας, που έγινε ιδιαίτερα γνωστή εν μέσω της πανδημίαςCOVID-19, οι επιστήμονες ελπίζουν πως θα εντοπιστούν οι «πηγές» και θα γίνει πιο εύκολη η αντιμετώπιση των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων.
Σε κάθε περίπτωση, υπογράμμισε η Δρ Williamson οι ιατρικές εξετάσεις και η προσοχή, αποτελούν μία «ασπίδα» στην περαιτέρω επιδείνωση του προβλήματος.