Όλοι παλεύουμε για μια καλύτερη ζωή, για μας και τα παιδιά μας. Όμως, πώς ορίζεται αυτό που λέμε «καλύτερη ζωή» και κυρίως πώς μετριέται; Ο ΟΟΣΑ συγκέντρωσε μια σειρά από ποσοτικούς και ποιοτικούς δείκτες και, μαζί με γνωστούς ακαδημαϊκούς (Στίγκλιτζ, Ζεν, Φιτούσι), δημιούργησε τον Δείκτη Καλύτερης Ζωής.

Ο καθένας μας εννοεί την καλύτερη ζωή διαφορετικά. Και σε αυτό το πρόβλημα ο δείκτης έχει τη λύση: πες μου τι θες, να σου πω σε ποια χώρα να πας. Για παράδειγμα, αν για κάποιον το βασικό κριτήριο για να νιώθει ευτυχισμένος είναι οι εύκολες ανθρώπινες σχέσεις, τότε θα πρέπει να μείνει στην Ισλανδία. Αν επιθυμεί να βρίσκει δουλειά γρήγορα και εύκολα, συνιστάται η Νορβηγία, αλλά αν θέλει να κερδίζει περισσότερα χρήματα από την εργασία του, τότε να ψάξει για εργοδότη στην Ελβετία.

Η Ελλάδα, σύμφωνα με τον Δείκτη Καλύτερης Ζωής του ΟΟΣΑ, δεν αποτελεί την καλύτερη επιλογή με κανένα κριτήριο. Ωστόσο, η αλήθεια είναι ότι δεν αποτελεί και τη χειρότερη παγκοσμίως. Η Ελλάδα, από τη μείωση των εισοδημάτων κατά περίπου 25% από το 2010 μέχρι σήμερα και την εκτίναξη της ανεργίας στο 28%, βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης.

Με πιο απλά λόγια, βρίσκεται πολύ πιο κάτω από τη βάση, καθώς παίρνει μέτριους έως κακούς βαθμούς σε βασικούς δείκτες που συνθέτουν την καθημερινότητα των πολιτών και πολύ κακούς βαθμούς σε μια σειρά ποιοτικών παραμέτρων. Οι Έλληνες δηλώνουν δυστυχισμένοι και μοναχικοί.
Στην Ελλάδα το μέσο διαθέσιμο εισόδημα υπολογίζεται στα 15.726 ευρώ τον χρόνο, δηλαδή χαμηλότερα από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (17.728 ευρώ). Το βασικότερο πρόβλημα είναι η ανισοκατανομή του εισοδήματος, δηλαδή το χάσμα που υπάρχει μεταξύ του 20% του φτωχότερου πληθυσμού σε σχέση με το 20% του πλουσιότερου. Σε αυτό έχει συμβάλει η υψηλή ανεργία. Το ποσοστό της απασχόλησης έχει πέσει στο 56% όταν στον ΟΟΣΑ κινείται άνω του 66%.

ΧΡΟΝΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Επίσης, οι Έλληνες εργάζονται πολλές ώρες: 2.032 τον χρόνο, έναντι 1.776 στον ΟΟΣΑ, επιβαρύνοντας αρνητικά έναν άλλον ποιοτικό δείκτη, αυτόν της ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής.

Αρνητικά στην ψυχολογία των Ελλήνων φαίνεται ότι επιδρά το γεγονός ότι έχει τους περισσότερους πτυχιούχους και ταυτόχρονα τους περισσότερους ανέργους. Στις υπόλοιπες χώρες η απόκτηση πτυχίου και γενικότερα η κατάρτιση και οι τίτλοι σπουδών ανοίγουν πόρτες στην αγορά εργασίας. Στην Ελλάδα παραμένουν κλειστές. Όμως, το επίπεδο εκπαίδευσης είναι χαμηλότερο από τον μέσο όρο στον ΟΟΣΑ. Για παράδειγμα, οι Έλληνες μαθητές στη γραφή, την ανάγνωση, στα Μαθηματικά και τις θετικές επιστήμες παίρνουν 473 βαθμούς όταν ο μέσος όρος στον ΟΟΣΑ είναι 497.

Παρ’ όλα αυτά οι Έλληνες ζουν περισσότερο, με το προσδόκιμο ζωής να ξεπερνά τα 80 έτη, μολονότι ζουν σε πιο επιβαρυμένο περιβάλλον. Οι ατμοσφαιρικοί ρύποι ανέρχονται σε 31 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο όταν στον ΟΟΣΑ ο μέσος όρος είναι 20 μικρογραμμάρια.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΚΑΙ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ

Το μεγαλύτερο πρόβλημα των Ελλήνων φαίνεται ότι σχετίζεται με κοινωνικά και ψυχολογικά θέματα.
Για τη διαμόρφωση του Δείκτη Καλύτερης Ζωής γίνονται και συνεντεύξεις. Υπάρχει μία ερώτηση: Πόσο ευτυχισμένος νιώθετε; Με βάση τις απαντήσεις, ο δείκτης ευτυχίας στην Ελλάδα πήρε μόλις 1,3 βαθμό με άριστα το 10.

Επίσης, οι Έλληνες νιώθουν αβοήθητοι και μόνοι. Υπάρχει η εξής ερώτηση στην έρευνα: Έχετε κάποιον να ζητήσετε βοήθεια σε ώρα ανάγκης; Θετικά απάντησε το 81% των Ελλήνων όταν ο μέσος όρος στον ΟΟΣΑ είναι 90%.

Τέλος, για το 71% των Ελλήνων η μέση ημέρα -δηλαδή το μέσο 24ωρο- παρέχει περισσότερες χαρές (ξεκούραση, απόλαυση, αναγνώριση κ.λπ.) από ό,τι αρνητικά συναισθήματα: πόνος, ανησυχία, δυστυχία, κούραση κ.λπ.). Ο μέσος όρος στον ΟΟΣΑ είναι υψηλότερος, στο 80%.

ΜΕΤΕΞΕΤΑΣΤΕΟΙ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ, ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΗ ΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΥΓΕΙΑ

Όσοι επιθυμούν καλές υποδομές, απλόχωρα και λειτουργικά σπίτια που να διαθέτουν όλα τα μέσα, θα πρέπει να μετακομίσουν στις ΗΠΑ. Η δεύτερη επιλογή είναι ο Καναδάς, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, ενώ θα πρέπει να αποφύγουν την Τουρκία, την Πολωνία, τη Χιλή και την Ελλάδα (τέταρτη θέση πριν από το τέλος της κατάταξης).
Το κριτήριο της «καλής κατοικίας» αποτελείται από σειρά δεικτών που συνθέτουν τον γενικό Δείκτη Καλύτερης Ζωής του ΟΟΣΑ. Η «καλύτερη κατοικία» προσδιορίζεται από το πόσα δωμάτια έχει μία οικογένεια, τον εξοπλισμό του σπιτιού αλλά και τη μέση μηνιαία δαπάνη για καταναλωτικά αγαθά που σχετίζονται με τη ζωή στο σπίτι: από ηλεκτρικές συσκευές και απορρυπαντικά μέχρι φαγώσιμα. Εδώ η Ελλάδα παίρνει 3,6 βαθμούς με άριστα το 10.

– Εισόδημα: Η Ελλάδα παίρνει μόλις 2,1 βαθμούς και βρίσκεται κοντά στη Σλοβενία, αλλά υψηλότερα από Τσεχία, Μεξικό, Ρωσία, Βραζιλία κ.λπ. Άριστα «10» παίρνουν οι ΗΠΑ.
– Εργασία: Κάτω από τη βάση, με 4,1 βαθμούς, βρίσκεται η Ελλάδα με βάση τα κριτήρια για την απασχόληση (ανεργία, εργασιακή ασφάλεια κ.λπ.). Βρίσκεται περίπου στα ίδια επίπεδα με την Εσθονία και το Μεξικό και πολύ χαμηλότερα από την πρώτη χώρα που είναι η Ελβετία με 8,7 βαθμούς.
– Κοινωνικές σχέσεις: Η Ελλάδα με 3,2 βαθμούς βρίσκεται στην τέταρτη θέση πριν από το τέλος, μετά τις Τουρκία, Μεξικό και Κορέα, και χαμηλότερα από τη Χιλή. Οι καλύτερες κοινωνικές σχέσεις αναπτύσσονται στην Ισλανδία.

– Εκπαιδευτικό σύστημα: Η Ελλάδα περνάει τη βάση με 6 βαθμούς και βρίσκεται υψηλότερα από τη Βρετανία, τη Γαλλία και την Ισπανία, αλλά χαμηλότερα από Ιρλανδία και ΗΠΑ. Η καλύτερη χώρα είναι η Φινλανδία.

– Διαφάνεια: Η Ελλάδα παίρνει 4. Εδώ λαμβάνεται υπόψη μια σειρά δεικτών που έχουν να κάνουν με τη διακυβέρνηση. Η Ελλάδα βρίσκεται μία θέση υψηλότερα από τη Γερμανία και αρκετά υψηλότερα από την Ελβετία, αλλά πολύ χαμηλότερα από την Αυστραλία, την πιο διαφανή χώρα στον κόσμο.

– Υγεία: Το ελληνικό σύστημα υγείας, παρά τα χρόνια προβλήματά του και τις μεγάλες περικοπές, παίρνει υψηλό βαθμό: 8. Η Ελλάδα βρίσκεται πάνω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ και υψηλότερα από πλούσιες χώρες όπως Γερμανία, Γαλλία, Λουξεμβούργο, Ιταλία κ.λπ. Αυτό οφείλεται κυρίως στον μικρό κοινωνικό αποκλεισμό του ελληνικού συστήματος υγείας. Παρ’ όλα αυτά, το καλύτερο σύστημα είναι της Νέας Ζηλανδίας με βαθμό 9,3.

– Ασφάλεια: Οι Έλληνας νιώθουν γενικώς ασφαλείς και η χώρα μας παίρνει 8,7 βαθμούς. Ωστόσο, όποιος επιθυμεί μεγαλύτερη ασφάλεια καλύτερα να ζήσει στην Ιαπωνία.
– Ισορροπία προσωπικής – επαγγελματικής ζωής: Αρκετά καλός βαθμός για την Ελλάδα, καθώς παίρνει 7,8. Ο Έλληνας εργαζόμενος βλέπει περισσότερο την οικογένειά του από ό,τι ο Βρετανός. Ωστόσο, αν εργαζόταν στη Δανία, θα ζούσε καλύτερα.