Mετά τη σαρωτική νίκη του Συνασπισμού που ούτε ο ίδιος ο Άμποτ περίμενε σε τέτοια μεγέθη, σεμνά και ταπεινά υποσχέθηκε ότι δεν πρόκειται, ως πρωθυπουργός, να προβεί σε «τρελές κινήσεις» (crazy moves). Τι εννοούσε, βέβαια -και αν το εννοούσε- αυτό που εννοούσε- μόνο εκείνος είναι σε θέση να γνωρίζει.
Τα ερωτηματικά, εντούτοις, αναφορικά με τη δήλωσή του αυτή, άρχισαν ήδη να δημιουργούνται από την τελετή της ορκωμοσίας της νέας κυβέρνησης στο Κυβερνείο, αρχής γενομένης από το γεγονός της υπόσχεσής του στη βασίλισσα «πλήρους υποταγής και αφοσίωσης».
Δεν έκανε την καλύτερη, βέβαια, εντύπωση στο Αυστραλιανό Κίνημα Δημοκρατίας (Australian Republican Movement) που, χωρίς καθυστέρηση του προσήψε την κατηγορία, ότι αντί να πάει τη χώρα μπροστά, την πάει πίσω, δεν ήταν ωστόσο, παρά το προοίμιο σε ό,τι θα ακολουθούσε στη συνέχεια.
«Λίγα λόγια και πολλή δουλειά» συνέστησε στους υπουργούς του, που δεν ήταν βέβαια κακό, στη συνέχεια όμως δίνοντας πάραυτα ο ίδιος το παράδειγμα, προκάλεσε πανικό. Πήρε, έτσι όπως ήταν με το μπλε κοστούμι και τη θαλασσιά γραβάτα τον πέλεκυ και… όποιον Μανδαρίνο πάρει ο Χάρος. Η συγχώνευση και κατάργηση υπουργείων και υπηρεσιών θα ερχόταν αμέσως μετά, την ίδια μέρα.

ΤΡΙΞΙΜΟ ΟΔΟΝΤΩΝ

Τρίξ’ τους τα δόντια και δώσ’ τους να καταλάβουν ποιος κάνει κουμάντο εδώ μέσα -«who is the boss»- λέγεται ότι ήταν η συμβουλή που έδωσε ο Τζον Χάουαρντ, στον νέο πρωθυπουργό στην είσοδο του Κοινοβουλίου στην Καμπέρα την περασμένη Τρίτη, παραμονή της επίσημης ορκωμοσίας της νέας κυβέρνησης.
Ο πρώην πρωθυπουργός θεώρησε ότι πρόσφερε την πολυτιμότερη συμβουλή στον προστατευόμενό του που του είχε ανέκαθεν αδυναμία γιατί του θύμιζε τον εαυτό του, στα νιάτα του. Έτσι ήταν κι εκείνος, κλεισμένος στον εαυτό του, αθλητικός και λιγόλογος, με στόχο σταθερό την εξουσία.
Να θυμίσουμε ότι ο Χάουαρντ μόλις ανέλαβε τη διακυβέρνηση απέπεμψε έξι διευθυντές υπουργείων, δίνοντας το καθαρό μήνυμα ότι «εμείς διευθύνουμε. Κάνετε ακριβώς όπως προστάζουμε, αλλιώς έξω. Την πόρτα την ξέρετε».
Ακολουθώντας τα βήματα του Χάουαρντ, ο Άμποτ το ίδιο πρωί που έγινε -και επίσημα- πρωθυπουργός της χώρας, δήλωσε ότι τρεις διευθυντές υπουργείων απολύονται πάραυτα ενώ ο τέταρτος θα πρέπει να περιμένει μέχρι τον επόμενο χρόνο, Πρόκειται για τον πολυτάλαντο διευθυντή του Θησαυροφυλακίου Μάρτιν Πάρκινσον τον οποίον χρειάζεται ο πρωθυπουργός να βοηθήσει τον νέο θησαυροφύλακα, Τζο Χόκεϊ, για την προετοιμασία του προϋπολογισμού του νέου οικονομικού έτους.
Φυσικά, πάντα γίνονται αλλαγές όταν αναλαμβάνει μια νέα κυβέρνηση, αυτή τη φορά όμως η επιλογή κριτηρίων στέλλει στους Μανδαρίνους ένα καθαρό μήνυμα: «Εμείς είμαστε στην αρχή τώρα και δεν θα πρέπει να είστε επικεφαλείς υπηρεσιών τη στιγμή που η πολιτική σας είναι διαφορετική από τη δική μας.
Να υπενθυμίσουμε ότι ο Πάρκινσον, για παράδειγμα, και ο τότε υποδιευθυντής του Μπλερ, Κόμλι, ήταν οι αρχιτέκτονες του σχεδίου εμπορίας ρύπων, το οποίο, ως γνωστό, προγραμματίζει να καταργήσει ο Συνασπισμός. Είχαν κοινοποιήσει ότι η τιμή του άνθρακα είναι ο φθηνότερος και αποτελεσματικότερος τρόπος για τη μείωση εκπομπών αερίων.
Φυσικά, ο νέος πρωθυπουργός διαφωνεί με την αρχή αυτή και δεν επιθυμεί να τους έχει σ’ αυτές τις θέσεις.
Επίσης, ο Άντριου Μέτκαφ, ως γραμματέας του Υπουργείου Μεταναστεύσεως, επί Ραντ, είχε δηλώσει ότι το σχέδιο του Άμποτ αναφορικά με το προσφυγικό -που είναι η επίσημη πολιτική της κυβέρνησης σήμερα- δεν πρόκειται να είναι αποτελεσματική, επομένως τώρα βρίσκεται κι εκείνος εκτός.
Το ίδιο και ο Ντον Ράσελ του Υπουργείου Ανάπτυξης, πλην όλων των άλλων και δεξί χέρι του πρώην πρωθυπουργού, Πολ Κίτινγκ.
Εκείνο που φαίνεται να ανησυχεί τους εν τοις πράγμασι, είναι ότι μ’ αυτούς τους αποκεφαλισμούς του Άμποτ, ακόμη δεν ξεκίνησε, χάνεται πολύτιμο ταλέντο που είναι δύσκολο να αντικατασταθεί. Ο Πάρκινσον, για παράδειγμα, που έκανε τη διδακτορική του διατριβή στο Princeton, θεωρείται μία από τις μεγαλύτερες διάνοιες της χώρας σε οικονομικά θέματα, προικισμένος με εξαιρετική κρίση, ανοιχτό μυαλό και αντικειμενικότητα. Το ερώτημα είναι, τι μήνυμα μεταδίδεται, όταν κάποιος με αυτού του είδους τις ικανότητες, παραμερίζεται.
Η μόνη παρήγορη σκέψη εδώ, για όσους ασχολούνται με τα θέματα αυτά, είναι ότι από ό,τι έχει γίνει γνωστό, μέχρι τώρα, δύο νέοι διευθυντές υπουργείων, ο Γκόρντον ντε Μπρουβέρ του Περιβάλλοντος και ο Ρενέ Λεόν στο νέο Υπουργείο Απασχόλησης είναι από τους πλέον αξιόλογους και προσοντούχους γι’ αυτές τις θέσεις.
Εκείνο, φυσικά, που, σε τελευταία ανάλυση, έχει σημασία είναι οι διευθυντές υπουργείων να εννοήσουν ότι είναι εκεί για να δίνουν άφοβα τις εμπεριστατωμένες, χρήσιμες και αντικειμενικές συμβουλές τους και όχι να σερβίρουν εκείνα τα οποία οι υπουργοί θα ήθελαν ν’ ακούσουν.
Τώρα το θέμα της απουσίας των γυναικών από το υπουργικό συμβούλιο, με εξαίρεση την υπουργό Εξωτερικών, Τζούλι Μπίσοπ, χρήζει μεγάλης ανάλυσης, η οποία θα πρέπει να γίνει, μόνο αν εξεταστεί προσεχτικά, αντικειμενικά και ψύχραιμα, το προσφερόμενο υλικό, προκειμένου να εξακριβωθεί αν όντως υπάρχει εκεί αναξιοποίητο ταλέντο ή όπως υποστηρίζουν οι μονόφθαλμοι υποστηρικτές του Άμποτ «οι γυναίκες θα πρέπει να πάνε πίσω για μερικά χρόνια στα θρανία, πριν είναι κατάλληλες για υψηλόβαθμες θέσεις». Ο ίδιος επιμένει ότι δεν υπάρχει θέμα προκατάληψης κατά του γυναικείου φύλου (όπως υποστήριζε καλή της ώρα η Γκίλαρντ), απόδειξη ότι ήδη είχε υποσχεθεί, προεκλογικά το υπουργείο Βιομηχανίας στη δική μας τη Σόφη Μιραμπέλα. Βέβαια το ότι η Σόφη είχε σηκώσει ψηλά τον αμανέ χωρίς να τη βοηθά πολύ και η φωνή της και τη «βρήκε» από μια αντίπαλο, εντελώς άπειρη και πρωτάρα, είναι σαφώς αλλουνού παπά ευαγγέλιο. Όπως και να ’χει, η αλήθεια θα λάμψει στην πορεία.