Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ζήτησε συγγνώμη και επιδίκασε χρηματικό ποσό σε τρεις γυναίκες (Rachael Patterson Collins, Chelsea Tabart και Alex Eggerking) για σεξουαλική παρενόχλησή τους από δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου. Πρόκειται για τον πρώην δικαστή, Dyson Heydon, ο οποίος αρνείται όλες τις κατηγορίες.
Ο διακανονισμός επιτεύχθηκε σχεδόν δύο χρόνια μετά την επανεξέταση που διενεργήθηκε για το δικαστήριο και η οποία κατέληξε ότι έξι γυναίκες-μέλη του προσωπικού του Δικαστηρίου είχαν παρενοχληθεί σεξουαλικά από τον Dyson Heydon, που διετέλεσε δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου της Αυστραλίας για μια δεκαετία, έως το 2013.
Η ομοσπονδιακή υπουργός Δικαιοσύνης, Michaelia Cash, ανέφερε ότι η κυβέρνηση αναγνωρίζει τη γενναιότητα των τριών γυναικών που τόλμησαν να πουν τις ιστορίες τους. «Τις ακούσαμε και ζητάμε συγγνώμη» είπε. «Η κυβέρνηση λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη της τη σεξουαλική παρενόχληση – η παρενόχληση είναι απαράδεκτη σε οποιοδήποτε πλαίσιο».
Δικηγόροι του Heydon δήλωσαν ότι ο ίδιος αρνείται κάθε κατηγορία για επιθετική συμπεριφορά ή παράνομες ενέργειες και «αν οποιαδήποτε συμπεριφορά εκ μέρους του έχει προκαλέσει κάποια προσβολή, το αποτέλεσμα αυτό ήταν αθέλητο και ακούσιο, και ζητεί συγγνώμη για οποιαδήποτε προσβολή τυχόν έχει προκληθεί».
Οι συνήγοροι του Heydon σημείωναν το 2020 ότι η έρευνα διεξήχθη από δημόσιο λειτουργό και όχι από δικαστή. Η νομική εταιρία Speed and Stracey δεν προχώρησε σε περαιτέρω σχόλια.
Η κυβέρνηση Morrison, η οποία αντιμετωπίζει εκλογές τον Μάιο, έχει επικριθεί για τη διαχείριση σειράς υποθέσεων σεξουαλικής παρενόχλησης, κακοποίησης και διακρίσεων. Ο Morrison, σε ομιλία του στο Κοινοβούλιο την περασμένη εβδομάδα, ζήτησε συγγνώμη από μέλη του προσωπικού που είχαν υποστεί κακοποίηση.
Δύο γνωστές ακτιβίστριες για τα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης, η πρώην «Αυστραλή της χρονιάς» Grace Tame, και η πρώην κυβερνητική υπάλληλος, Brittany Higgins -που δηλώνει ότι βιάστηκε σε γραφείο υπουργού στο κοινοβούλιο από συνάδελφό της- δήλωσαν την επόμενη ημέρα σε ομιλίες τους ότι χρειάζονται περισσότερες πράξεις παρά λόγια.
Οι τρεις γυναίκες που έλαβαν την κυβερνητική αποζημίωση εργάζονταν ως βοηθοί δικαστών στο Ανώτατο Δικαστήριο και διαμαρτυρήθηκαν για πρώτη φορά για τη μεταχείριση που είχαν υποστεί το 2019, σηματοδοτώντας την έναρξη έρευνας.
Ο συνήγορος των γυναικών, Josh Bornstein, δήλωσε ότι βάσει συμφωνίας δεν επιτρέπεται η συζήτηση για το ποσό της αποζημίωσης που κατέβαλε η κυβέρνηση, όμως οι γυναίκες αισθάνονται ανακούφιση για την ικανοποίηση των απαιτήσεών τους και ευχαριστημένες με τους διακανονισμούς.
«Μου ζήτησαν να μεταφέρω την ισχυρή πεποίθησή τους ότι οι γυναίκες δεν πρέπει να ντρέπονται να επιδιώκουν οικονομικούς διακανονισμούς για υποθέσεις σεξουαλικής παρενόχλησης, επειδή η σεξουαλική παρενόχληση θα αρχίσει να υποχωρεί μόνο όταν υπάρξει σαφής αναγνώριση ότι έχει ένα σημαντικό κόστος σε εμπλεκόμενους οργανισμούς και άτομα», ανέφερε σε μια δήλωση.
Ο Heydon ήταν, επίσης, συγγραφέας νομικών κειμένων, ορισμένα από τα οποία δημοσιεύθηκαν από την Thomson Reuters, τη μητρική εταιρία του πρακτορείου Reuters.
Το 2020 η εταιρία δήλωσε ότι αναθεωρεί τη σχέση της με τον Heydon υπό το φως της όλης υπόθεσης. Η Thomson Reuters δεν δεν προχώρησε προς στιγμήν σε περαιτέρω σχόλια.