Ο Απόστολος Φωτιάδης είχε μια αξιοσημείωτη καριέρα. Έχοντας μεγαλώσει στις γειτονιές του Canterbury στο Σίδνεϊ, από όλα τα μέρη, επέλεξε την υγρή πόλη της Λάρισας, μια πόλη της ενδοχώρας μακριά από τη θάλασσα, για να εξερευνήσει το πάθος του για τη μουσική, κάνοντας όνομα όχι μόνο στη σκηνή αλλά και στο γήπεδο.
Ο Απόστολος μπήκε «επιθετικά» και στο νεοσύστατο ελληνικό πρωτάθλημα ράγκμπι.
Παρόλο που ένιωθε την Ελλάδα σπίτι του, όταν χτύπησε η πανδημία Covid, η βαριά απομόνωση μακριά από τους αγαπημένους του και η ατελείωτη έλλειψη ευκαιριών έφεραν τον Απόστολο Φωτιάδη στο Περθ για μια νέα αρχή.

Στην πρωτεύουσα της Δυτικής Αυστραλίας ανακάλυψε ένα καινούριο πάθος, διδάσκοντας την ελληνική γλώσσα και βοηθώντας νέους μαθητές να επανασυνδεθούν με την κουλτούρα τους, ενώ παράλληλα συνέχισε τη μουσική του καριέρα και κυριολεκτικά «έδωσε φως» σε παλιά μουσικά όργανα.
«Τα πρώτα 15 χρόνια της ζωής μου στο Canterbury και στις γύρω περιοχές, είναι γεμάτα από πολλές όμορφες αναμνήσεις», λέει στον «Νέο Κόσμο», ξεκινώντας από την αρχή.
«Η Λάρισα ήταν η γενέτειρα του πατέρα μου και εκεί χτίσαμε ένα σπίτι και αποφασίσαμε να επιστρέψουμε στη μητέρα πατρίδα. Λοιπόν, η Λάρισα δεν είναι και τόσο άσχημη, ξέρω ότι δεν είναι Μύκονος ή Αθήνα, αλλά έχει πολλά πράγματα να δεις και να κάνεις μέσα και γύρω της, οι παραλίες παρεμπιπτόντως είναι μόλις μισή ώρα μακριά και η Λάρισα είναι πολύ γνωστή και για τις καφετέριες και τη νυχτερινή της ζωή».
Βασίλης Κώτσης (Β.Κ.): Έχω περάσει αρκετό χρόνο γύρω από το Ελληνικό Πολιτιστικό Κέντρο/Ελληνικό Θέατρο Τέχνης στο Marrickville όλα αυτά τα χρόνια, οπότε γνωρίζω ότι είσαι μέλος μιας ταλαντούχας μουσικής/καλλιτεχνικής οικογένειας. Πες μας για την επιρροή τους πάνω σου και γενικότερα στις τέχνες στην Αυστραλία.
Απόστολος Φωτιάδης (Α.Φ.): Λοιπόν, ήμουν ευλογημένος που γεννήθηκα σε μια τόσο καλλιτεχνική, ζεστή και στοργική οικογένεια.
Το μήλο δεν έπεσε μακριά από τη μηλιά. Σίγουρα έχω επηρεαστεί από αυτούς, μουσικά από τον αδελφό μου Δημήτρη Φωτιάδη, έναν καταπληκτικό συνθέτη και ενορχηστρωτή που έχει γράψει τόσες πολλές συνθέσεις και μουσικές για ταινίες και θέατρο, στίχους και ποίηση, από τη μητέρα μου Μαρία, βραβευμένη καλλιτέχνιδα, ποιήτρια και τραγουδοποιό.
Τραγουδάει όλη η οικογένεια, ο πατέρας μου, Θανάσης και η αδελφή μου, Ηλέκτρα, ακόμα και η μικρή μου ανιψιά, Αριάδνη.
Είναι απλά εκπληκτικό το πώς η μουσική και οι τέχνες μπορούν να συνδέσουν και να διατηρήσουν την παράδοση και τον πολιτισμό.
Η οικογένειά μου έχει γράψει ιστορία στις τέχνες στην Αυστραλία εργαζόμενη με στόχο την καλλιέργεια και την ενίσχυση της επίδρασης και των διδαγμάτων του πολιτισμού μας στη διασπορά και σε όλους τους φιλέλληνες. Το Ελληνικό Πολιτιστικό Κέντρο ήταν κυριολεκτικά το δεύτερο σπίτι μας.
Με επηρέασαν στον τρόπο που βλέπω τη ζωή, πώς να εστιάζω την προσοχή μου στους ανθρώπους, πώς να τους αγγίζω και να επικοινωνώ με την αλήθεια, την ακεραιότητα και το πάθος μου. Η οικογένειά μου μου έδωσε τις αξίες, τη δύναμη και την αποφασιστικότητα να πετύχω τους στόχους μου, με έμαθε να πετάω, όντας ο άνεμος κάτω από τα φτερά μου.

Β.Κ.: Πώς είναι να ανεβαίνεις στη σκηνή και να παίζεις μπροστά σε ελληνικό κοινό; Ποια ήταν η καλύτερη συναυλία που έκανες, υπήρξαν τρελές βραδιές;
Α.Φ.: Ειλικρινά, κάθε φορά που ανεβαίνω στη σκηνή, είτε πρόκειται για ένα μικρό μπαρ, είτε για μια μουσική σκηνή, είτε για μια συναυλία, νιώθω την ίδια ποσότητα αδρεναλίνης να κυλά στο αίμα μου.
Το να μπορείς να συνδεθείς και να αλληλεπιδράσεις με ανθρώπους που σε εκτιμούν γι’ αυτό που είσαι και απολαμβάνουν την παράσταση επειδή είναι μέρος της είναι πραγματικά ανυψωτικό.
Χωρίς αυτούς παύεις να υπάρχεις, γι’ αυτό πρέπει να είσαι αληθινός και αυθεντικός. Δεν μπορείς να το προσποιηθείς, μπορείς να προσπαθήσεις, αλλά τίποτα δεν μπορεί να κρατηθεί κρυφό από τον ήλιο για πολύ καιρό.
Είναι ακόμα πιο εκπληκτικό τώρα που γίνομαι σιγά σιγά γνωστός και εδώ στο Περθ με νέες συνεργασίες και προκλήσεις. Οι εκδηλώσεις αγάπης του κόσμου είναι τόσο συγκινητικές.
Οι καλύτερες συναυλίες μου με διαφορά θα πρέπει να είναι οι 2 συναυλίες μου για την παρουσίαση του cd μου το 2011 και το 2016. Το γεγονός ότι παρουσίαζα τα δικά μου τραγούδια στο κοινό σε μια κατάμεστη αίθουσα συναυλιών με απίστευτους μουσικούς και φίλους ήταν μια εξωπραγματική εμπειρία.
Όντας στον κλάδο για τόσο πολύ καιρό και δουλεύοντας κυρίως νύχτα, υπήρξαν αρκετές τρελές ατελείωτες βραδιές με συναδέλφους και φίλους.

Β.Κ.: Κυκλοφόρησες ένα EP και δύο άλμπουμ («Όλα εσύ» 2011 και «Απογείωση» 2016), πράγμα διόλου ευκαταφρόνητο, κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης. Πόσο καιρό κράτησε η ηχογράφηση και είναι οι ίδιοι μουσικοί με τους οποίους παίζετε ζωντανά;
Α.Φ.: Το καθένα από αυτά χρειάστηκε σχεδόν ένα χρόνο για να ολοκληρωθεί. Ήταν σκληρή δουλειά και, όπως είπες, δύσκολες εποχές για τέτοιου είδους προσπάθειες, αλλά ήθελα πραγματικά να μοιραστώ ένα κομμάτι του εαυτού μου και να αφήσω την κληρονομιά μου.
Οι μουσικοί είναι όλοι φίλοι μου, κυρίως από τη Λάρισα ή κοντινές πόλεις, τους οποίους θαυμάζω και σέβομαι πάρα πολύ. Με τους περισσότερους από αυτούς έχουμε βρεθεί επί σκηνής τόσες πολλές φορές που έχω χάσει το μέτρημα, ενώ με άλλους μόνο στο πλαίσιο της ηχογράφησης στο στούντιο.
Είμαι τόσο ευγνώμων που είχα τη χαρά και την τιμή να συνεργαστώ με τόσους πολλούς καταπληκτικούς καλλιτέχνες και ανθρώπους. Φανταστείτε στο άλμπουμ «Απογείωση», είχα σχεδόν 30 μουσικούς που συμμετείχαν στις ηχογραφήσεις.
Β.Κ.: Ξέρω ότι γράφεις και κάνεις ο ίδιος την παραγωγή των τραγουδιών σου. Από πού αντλείς την έμπνευσή σου; Το «Isolation» («Απομόνωση») ήταν ένα κομμάτι που κυκλοφόρησε πέρυσι, είχε σχέση με τον COVID-19;
Α.Φ.: Νεότερος δεν είχα την αυτοπεποίθηση να αναδείξω τα τραγούδια που έχω γράψει. Αυτό σιγά σιγά άλλαξε με τον καιρό, έχοντας την υποστήριξη του καταπληκτικού αδερφού μου που έδωσε ζωή στις μελωδίες, τους στίχους και τους ρυθμούς μου με τις ενορχηστρώσεις του.
Το δεύτερο άλμπουμ μου «Απογείωση», ήταν σχεδόν όλο δικό μου και από τότε όλα όσα έχω γράψει, τα EP και αυτά που δεν έχουν κυκλοφορήσει ακόμα, βγαίνουν από μέσα μου.
Εξελίχθηκα σε τραγουδοποιό, ήρθε αυθόρμητα, καθώς τα λόγια έβγαιναν με ρυθμό και μελωδία, σοκαρίστηκα στην αρχή, αλλά είχα την κατάλληλη υποστήριξη που μου αποδείκνυε ότι είχα πάρει έναν ωραίο, νέο και μοναδικό δρόμο. Η καθημερινή ζωή, ο έρωτας, οι δυσκολίες, ο πόνος, οι προκλήσεις και οι χαρές μπορούν να εμπνεύσουν, να ανάψουν τη σπίθα και να οπλίσουν το χέρι για να δημιουργήσεις.
Ναι, το «Isolation» συνδέεται με τον Covid, το έγραψα και το ηχογράφησα πριν φύγω από την Ελλάδα. Είναι η πρώτη φορά που χρησιμοποιώ ρητούς στίχους, αλλά, όπως είπα, πρέπει να είμαστε αληθινοί και να λέμε τα πράγματα όπως τα σκεφτόμαστε χωρίς να προσπαθούμε να δημιουργήσουμε μια αρεστή κατάσταση για να κερδίσουμε θεάσεις.
Όπως λέω αλλά και πιστεύω, υπάρχουν τόσα πολλά πράγματα εκεί έξω που χρειάζονται προσοχή και πρέπει να αντιμετωπιστούν.
Το «Isolation» και τα επόμενα τραγούδια που θα κυκλοφορήσουν σύντομα έχουν ενορχηστρωθεί από έναν καλό μου φίλο, τον Γιώργο Μίγκα και ηχογραφήθηκαν στα Pink Studios Trikala & Larisa, μια νέα φρέσκια προσέγγιση και συνεργασία που θα αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο τα τραγούδια μου φτάνουν στο κοινό.

Β.Κ.: Θυμάμαι κάποιες απογοητεύσεις με τις συμφωνίες για δίσκους κ.λπ. Πόσο δύσκολο είναι για τους μικρότερους καλλιτέχνες να έχουν την υποστήριξη που χρειάζονται;
Α.Φ.: Απογοητεύσεις; Όχι, ποτέ… Οι δισκογραφικές εταιρείες νοιάζονται τόσο πολύ για εμάς που είναι τρομακτικό…. Δυστυχώς, σου ρουφάνε το αίμα.
Είσαι κυριολεκτικά αναγκασμένος να παράγεις τη δική σου μουσική γιατί οι περισσότερες δισκογραφικές απλά την κυκλοφορούν για διανομή, εκμεταλλευόμενες τη δίψα των μικρότερων καλλιτεχνών για δημιουργία και αναγνώριση, κάνοντάς τους να πληρώνουν για τα πάντα.
Η μουσική βιομηχανία είναι ένα πολύ σκληρό και κλειστό κύκλωμα. Σίγουρα δεν παίρνεις πίσω τα χρήματα που έχεις επενδύσει στις παραγωγές σου και δύσκολα έχεις κάποια σημαντική εκπροσώπηση. Έπρεπε να πάρω δάνεια για να ηχογραφήσω και να διανείμω τη μουσική μου.
Ευτυχώς, είχα μια πρωινή δουλειά, δεν υπήρχε περίπτωση να επιβιώσω μόνο από τις συναυλίες και τη μουσική.
Δεν ήταν ποτέ εύκολο για τους μικρούς καλλιτέχνες που προσπαθούν να κάνουν καριέρα στη μουσική. Πρώτον, είσαι μακριά από την Αθήνα και δεύτερον, το μουσικό είδος που πάντα προτιμούσα να εκπροσωπώ δεν είναι τόσο ποπ, συμβατικό ή «λαϊκό» για να πάρει τον επιθυμητό χρόνο στον αέρα.
Ένιωθα τελείως μόνος μου, ακόμα το νιώθω μερικές φορές, αλλά γίνεται πολύ έντονο όταν πρέπει να δημιουργείς, να παράγεις, να προωθείς, να παίζεις και να εκπροσωπείς τον εαυτό σου, να βλέπεις πόρτες να κλείνουν ή σταθμούς να μην σε παίζουν, να μην έχεις άλλα χρήματα για να σε προσέξουν και να βουλιάζεις κυριολεκτικά κάθε μέρα, είναι απλά εξαντλητικό.
Μην με παρεξηγείτε, υπάρχουν καλλιτέχνες εκεί έξω που τους δόθηκε μια ευκαιρία ή είχαν την τύχη να συναντήσουν κάποιον που πίστεψε σε αυτούς και τους έδωσε μια ευκαιρία. Ξέρω ότι δεν είμαι καλός στις δημόσιες σχέσεις και στην προώθηση του εαυτού μου, δεν μου «κάθεται» καλά, είναι περίεργο για μένα, ελπίζω να με καταλαβαίνετε.
Β.Κ.: Έπαιξες στην πρώτη κατηγορία του πρωταθλήματος ράγκμπι για τη Λάρισα. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν γνωρίζουν για το νεοσύστατο εθνικό πρωτάθλημα ράγκμπι στην Ελλάδα. Εγώ ο ίδιος προτιμώ τους Ιππότες της Ρόδου (Rhodes Knights). Πώς είναι σε σύγκριση με τους Canterbury Bulldogs και θα απογειωθεί ποτέ το άθλημα πραγματικά;
Α.Φ.: Αυτό ήταν ένα ακόμα ενδιαφέρον κεφάλαιο στις περίπλοκες επιλογές της ζωής μου…. Μεγαλώνοντας στο Σίδνεϊ και όντας οπαδός των Canterbury Bulldogs, όταν μου παρουσιάστηκε η ευκαιρία με μια νέα ομάδα του πρωταθλήματος Rugby στη Λάρισα σκέφτηκα να προπονηθώ, να παίξω και να βοηθήσω το άθλημα να αναπτυχθεί.
Όπως είπα, κάπως περίπλοκη επιλογή… καθώς οδήγησε σε δύο χειρουργεία στον ώμο μου και ένα στον καρπό… παρόλο που στεναχωρήθηκα και ουσιαστικά έπρεπε να αποσυρθώ, η συγκίνηση ήταν τόσο μεγάλη που έμεινα ως βοηθός προπονητή πριν φύγω για το Περθ.
[…]Το πρωτάθλημα είναι σε ανοδική πορεία τώρα, ναι, οι Ιππότες της Ρόδου είναι μια πολύ δυνατή ομάδα και υπάρχουν επίσης μερικές ομάδες στην Αθήνα που είναι καλές. Οι περισσότεροι παίκτες που εκπροσωπούν τη χώρα είναι είτε Αυστραλοί, είτε παίζουν στη Γαλλία ή την Αγγλία σε μικρότερα πρωταθλήματα.
Νομίζω ότι έχει τη δυνατότητα να απογειωθεί μόλις ξεκαθαρίσει το παρασκήνιο και συνειδητοποιήσουν ότι έχουν ένα ακατέργαστο ταλέντο στην Ελλάδα…. σύντομα, ελπίζω.

Β.Κ.: Έπαιξες πολλά παιχνίδια; Ούζο μετά την προπόνηση;
Α.Φ.: Όχι, όχι πολλά παιχνίδια λόγω των δραμάτων και ήταν κυριολεκτικά σε ερασιτεχνικό επίπεδο, έλλειψη επικοινωνίας, καιρός, έλλειψη γηπέδων.
Είχαμε καλό ανταγωνισμό και παλέψαμε όλα τα ματς μέχρι τέλους. Ούζο; Προτιμάμε το τσίπουρο στη Λάρισα και, ναι, υπήρχαν εκείνες οι ωραίες συναντήσεις μετά την προπόνηση ή για να δούμε ράγκμπι, καθώς επίσης κάποια σουβλάκια και μπύρες για να βοηθήσουν με τους μώλωπες.
Β.Κ.: Τι σε έκανε να μετακομίσεις στο Περθ; Είναι μια κάπως ερημική πολιτεία αυτή τη στιγμή, αν και βλέπω ότι ο πρωθυπουργός έχει δουλέψει σκληρά για να κρατήσει τον Covid μακριά. Πες μας για την περιπέτειά σου εκεί.
Α.Φ.: Παρόλο που μου λείπουν η οικογένεια και οι φίλοι μου, το Περθ ήταν ένα πείραμα. Τα πράγματα άρχισαν να διαλύονται πίσω στην Ελλάδα, εργασιακά, οικονομικά, μουσικά, προσωπικά, και χρειαζόμουν ένα νέο μέρος για να ξαναρχίσω ή να πυροδοτήσω την εσωτερική μου σπίθα.
Μπορεί να μοιάζει με ερημική πολιτεία, αλλά απολαμβάνω όλο αυτό τον χαλαρό και ήσυχο τρόπο ζωής σε σύγκριση με τους γρήγορους ρυθμούς του Σίδνεϊ, της Μελβούρνης, της Αθήνας. Έχω ανθρώπους στη ζωή μου που πιστεύουν σε μένα και νέους φίλους που με υποδέχτηκαν και με στήριξαν.
Οι τελευταίοι 14 μήνες ήταν μια τεράστια περιπέτεια, διδάσκω ελληνικά στο ελληνικό Σαββατιανό σχολείο της Ελληνικής Κοινότητας Δυτικής Αυστραλίας, όπου το όραμα και το πάθος μου να βοηθήσω τους μικρούς μου μαθητές να συνδεθούν με την ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό πολιτισμό με γεμίζει πολύ.
Εργάστηκα λίγο ως οδηγός φορτηγού, κατόπιν στην υπηρεσία απασχόλησης και στη συνέχεια πήγα στο TAFE και πήρα το Cert IV στις κοινοτικές υπηρεσίες.
Έτσι, έχοντας πλέον αυτόν τον προσανατολισμό και γνωρίζοντας τις θυσίες, τα εμπόδια και τις προκλήσεις αυτής της πολυπολιτισμικής και ποικιλόμορφης χώρας, δραστηριοποιούμαι στην κοινότητα και την υποστηρίζω με πολλούς τρόπους.
Είμαι μέλος της ομάδας IPL Radio (Inspiring Passionate Lives), όπου είμαι εθελοντής και συμπαρουσιάζω μια κοινοτική ραδιοφωνική εκπομπή, όπου μιλάμε για τα πάντα και οτιδήποτε, από την ευαισθητοποίηση για την ψυχική υγεία και τη σημασία της ανοιχτής συζήτησης, την ενδυνάμωση, την καθοδήγηση και την παρακίνηση μέχρι τη μουσική, τα νέα και τη δικτύωση.
Έχω ξεκινήσει ακόμη και ένα νέο καλλιτεχνικό έργο με τίτλο «Το φως της μουσικής», όπου ανακυκλώνω παλιά μουσικά όργανα και δημιουργώ λαμπτήρες με αυτά. Απλά αξιοποιώντας τη φλόγα που κρύβεται μέσα τους και δίνοντας χρώμα, φως και μια νέα ζωή σε αυτά τα όργανα.
Βλέπετε λοιπόν, η μετακόμισή μου εδώ με φώτισε και διεύρυνε τους ορίζοντές μου, κάνοντας πράγματα που θέλω για τον εαυτό μου και βοηθώντας και υποστηρίζοντας τους άλλους γύρω μου. Η επόμενη κίνηση θα είναι να ασχοληθώ με την Υποστηρικτική Εργασία, την καθοδήγηση και την ενδυνάμωση της νεολαίας και της κοινότητας.

Β.Κ.: Μουσικά, τι σου επιφυλάσσει το μέλλον;
Α.Φ.: Η μουσική και το μέλλον… ουάου, θα πω μόνο ότι το πάω αργά, απολαμβάνω και αγκαλιάζω τη ζωή και τις μουσικές ευκαιρίες που θα έρθουν.
Έχω γνωρίσει μερικούς πολύ καλούς μουσικούς στο Περθ και έχω συνεργαστεί με συγκροτήματα και άτομα, και όχι μόνο από την ελληνική σκηνή.
Έχω μερικά ακόμα τραγούδια που κατάφερα να ηχογραφήσω πριν φύγω από την Ελλάδα και τα οποία θέλω να κυκλοφορήσω φέτος και ελπίζω να τα καταφέρω μέσα τους επόμενους μήνες.
Οπότε είμαι έτοιμος για μια ακόμη περιπετειώδη και δημιουργική χρονιά, μένοντας πιστός στις αξίες και την ηθική μου, σεβόμενος τους ανθρώπους και αγκαλιάζοντας τη ζωή και τις προκλήσεις που ρίχνει στο δρόμο μου.
Θα ήθελα με την ευκαιρία να σε ευχαριστήσω προσωπικά για την υποστήριξή σου και τη μοναδική φιλία σου και να σε συγχαρώ για όλα όσα έχεις καταφέρει και πάνω από όλα είσαι μια υπολογίσιμη δύναμη.
Σε όλους τους αναγνώστες του «Νέου Κόσμου», εύχομαι καλή υγεία και ελπίζω να σας δω όλους σύντομα στο μέλλον…
