Σε έναν «ναό» ιστορικών βιβλίων και αντικειμένων απίστευτης ομορφιάς με υποδέχεται η Πλωτάρχης του Βασιλικού Ναυτικού της Αυστραλίας, Άντρια Αργυρίδη. Δεν έχει περισσότερες από 10 μέρες από τότε που άφησε το αρχηγείο του αυστραλιανού στρατού στο Αφγανιστάν επιστρέφοντας στην Αυστραλία. Οι εικόνες-μαρτυρίες της θηριωδίας κάθε πολέμου είναι ακόμα νωπές στην σκέψη και τα μάτια της. Το εξομολογείται και η ίδια εξάλλου… «Χρειάζεται αρκετός καιρός για να αρχίσω να ζω σαν φυσιολογικός άνθρωπος. Για να μπω σε ένα εμπορικό κέντρο και να νοιώθω ασφαλής. Για να ηρεμήσουν οι αισθήσεις μου και ο ψυχισμός μου να βγει από την ένταση που κάθε πόλεμος σε αναγκάζει να υιοθετήσεις για να επιβιώσεις» μου λέει.
Και, όμως, αυτή η γυναίκα που βίωσε το κτηνώδες πρόσωπο του πολέμου δύο φορές, μία στο Ιράκ για επτά μήνες και, πρόσφατα, στο Αφγανιστάν για άλλους οκτώ, αυτή η ίδια γυναίκα που υπέγραψε συμφωνητικό με τον θάνατο όταν στάλθηκε στην πρώτη γραμμή, ελπίζοντας ότι αυτός θα σπάσει τη συμφωνία και θα βρεθεί πάλι πίσω στην οικογένειά της, είναι αυτή που απλώνει με περίσσια ευαισθησία το χέρι της προς ένα βιβλίο και με μία τρυφερότητα που μόνο με αυτή μίας μάνας που δίνει ένα από τα πιο γλυκά της χάδια στο μωρό της μπορεί να συγκριθεί, λέει…
«Είναι όλα τα έργα του Σαίξπηρ και η έκδοση αυτή χρονολογείται από το 1877. Τον λατρεύω».
Με Ανώτερες Σπουδές Ψυχολογίας με ειδίκευση στην Έρευνα, η ομογενής Άντρια Αργυρίδη, ετοιμάζεται πυρετωδώς τώρα για το Διδακτορικό της στην Αρχαιολογία. Είναι ένας ιδιαίτερα μορφωμένος άνθρωπος.
Είμαι στη βιβλιοθήκη του σπιτιού της και ο λόγος που με έφερε έως εδώ ήταν πρωτίστως οι πολεμικές της εμπειρίες. Η ομογενής στρατιωτικός είναι από τις λίγες ελληνικής καταγωγής γυναίκες -αν όχι η μόνη- που υπηρέτησαν με την αυστραλιανή δύναμη όχι μόνο στο Αφγανιστάν αλλά και στο Ιράκ. Διαπιστώνω, όμως, ότι η Άντρια δεν είναι μοναδική απλώς και μόνο λόγω των πολεμικών της εμπειριών, είναι μοναδική για πολλούς ακόμα λόγους. Εκεί, στη δίνη του πολέμου, η Άντρια εκτός από την προσπάθειά της να επιβιώσει και να συμβάλει στο έργο της αυστραλιανής δύναμης, ανέλαβε και έναν άλλο ιδιαίτερα ευγενή στόχο. Να εκπαιδεύσει τα μέλη της αυστραλιανής που βρίσκονταν εκεί, στην πολιτιστική κληρονομιά της χώρας. Να καταλάβουν ότι αυτή η χώρα αποτελείται από ανθρώπους, «που έχουν ιστορία, που έχουν μνήμες, που έχουν πολιτισμό που τους ανήκει και δεν είναι εμπορεύσιμο είδος» όπως μου λέει η ίδια.
Είναι μοναδική, όμως, και για άλλους λόγους… Για τη δύναμη της θέλησής της, για την αψεγάδιαστη ειλικρίνειά της, για την πρωτοφανή αγάπη που τρέφει προς τη γνώση, αλλά και για την δυναμικότητά της.
Είναι μοναδική λοιπόν και η ευκαιρία να γνωρίσετε την πλωτάρχη Άντρια Αργυρίδη, το κοριτσάκι από την Κύπρο που σε λίγους μήνες –και όλοι οι δρόμοι οδηγούν προς τα εκεί– θα προβιβαστεί σε αντιπλοίαρχο του Βασιλικού Ναυτικού της Αυστραλίας.
ΘΕΛΩ – ΜΠΟΡΩ – ΠΡΑΤΤΩ
Στα έξι της χρόνια έφτασε η Άντρια στην Αυστραλία. Μοναχοκόρη ήταν. Και οι γονείς της για τέσσερα χρόνια περίμεναν εκείνο το μαγικό χαρτί της πρόσκλησης με ένα και μόνο όνειρο στην σκέψη τους… ένα καλύτερο αύριο για την μοναχοκόρη τους.
«Ήρθαμε το 1970 από την Κύπρο με πλοίο μετά από 45 μέρες ταξίδι και με τρεις βαλίτσες» λέει και όταν της εξομολογούμαι για την τρομερή εντύπωση που μου έχουν κάνει όχι μόνο τα περιεχόμενα, αλλά και η τάξη που επικρατεί στην κατάμεστη βιβλιοθήκη της μου απαντά: «Από μικρή είχα μία σειρά, μου άρεσε η τάξη, μου άρεσαν τα ωραία πράγματα και η οργάνωση. Και ο πατέρας μου είναι συλλέκτης και μπορώ να πω ότι πήρα λίγο απ’ αυτόν. Μου αρέσουν πράγματα που λένε μία ιστορία. Δεν είναι μόνο να αγοράσεις ένα αντικείμενο, αυτό το αντικείμενο έχει ιστορία, έφυγε από κάπου, το έκανε κάποιος, τα υλικά ήρθαν από κάποια εποχή, είχε κάποια λειτουργία όταν δημιουργήθηκε. Αυτή η ιστορία για μένα είναι πολύτιμη».
Αγαπούσε τα βιβλία από πολύ μικρή και σε ηλικία μόλις 10 ετών το πρώτο της βιβλίο μία συλλογή από πίνακες του Γάλλου μετα-ιμπρεσιονιστή Gauguin, αποτελεί σήμερα τεκμήριο της έμφυτης καλαίσθητης φύσης της και της ιδιαίτερης αγάπης που τρέφει για την τέχνη.
Τίποτα, όμως, τότε ή και αργότερα, όταν η Άντρια σπούδαζε Ψυχολογία, Αρχαία Ελληνικά και Ιστορία στο Πανεπιστήμιο Μελβούρνης, δεν θα μπορούσε να εξηγήσει την απόφαση που πήρε στα 25 της περίπου χρόνια να καταταγεί στο στρατό. «Δούλευα στην γραμμή βοηθείας Lifeline, βοηθώντας απελπισμένους ανθρώπους, για αρκετά χρόνια σε ιδιωτικά αλλά και δημόσια νοσοκομεία ως ψυχολόγος και η τελευταία μου δουλειά λίγο πριν καταταγώ ήταν στην Υπηρεσία Workcover».
Αλλά αυτή η κοινωνικά ευαίσθητη γυναίκα ήθελε κάτι παραπάνω από τη ζωή της. «Αυτές οι αποφάσεις δεν παίρνονται σε μία στιγμή. Είναι μία πολύ εσωτερική διαδικασία που έχει να κάνει με το πώς έχεις μεγαλώσει, το ποιος είσαι, με τα γονίδιά σου. Και εμένα ο πατέρας μου ήταν ένας άνθρωπος που με έμαθε να επιβιώνω, να είμαι δυνατή, να προσφέρω στην πατρίδα μου, να πολεμώ για τα πιστεύω μου. Οι αποφάσεις αυτές δεν παίρνονται με το μυαλό. Με την καρδιά παίρνονται» λέει.
Έξι χρόνια έμεινε η Άντρια στον αυστραλιανό στρατό και η πρόκληση που της προσέφερε αυτή η εμπειρία είχε αρχίζει να ατονεί.
«Έφυγα για να κάνω περισσότερες σπουδές αλλά ήθελα να βελτιώσω και τις ικανότητές μου στην Έρευνα».
Και έτσι έκανε. Γιατί η Άντρια -αν δεν το έχετε ήδη καταλάβει- πέρα από αποφασιστικός άνθρωπος, δεν είναι απ’ αυτούς που πετούν στα σύννεφα. Τα «θέλω» της Σιδηράς μας Κυρίας είναι απόλυτα προσαρμοσμένα στα «μπορώ» της και στη βεβαιότητα ότι για την επίτευξή τους η συμμετοχή της φτάνει στο 110% των ικανοτήτων της. «Είναι ο χρυσός κανόνας της ζωής μου… Όταν προσπαθείς να επιτύχεις, αφοσιώνεσαι σ’ αυτό που έχεις θέσει ως στόχο σου. Μόνο τότε η πρόκληση, αποκτά ουσία και πετυχαίνεις» αναφέρει.
Ήταν και μία άλλη Σιδηρά Κυρία στη ζωή της, παράδειγμα προς μίμηση και πηγή έμπνευσης, που την οδηγούσε. «Η μητέρα μου ήταν για μένα πάντα ο στύλος της ζωής μου. Αν πιστεύω ότι μπορώ να κάνω σήμερα τα «θέλω» μου πράξη το οφείλω στην μητέρα και τον πατέρα μου».
Κόντευε να σαρανταρίσει όταν το μικρόβιο της πρόκλησης την επισκέφθηκε πάλι. Και τότε ήταν ακόμα πιο ισχυρό. «Αποφάσισα να καταταγώ πάλι. Αυτή την φορά στο Βασιλικό Ναυτικό. Περίμενα 18 μήνες και με δέχθηκαν»… λέει επιγραμματικά, ενώ προσθέτει γιατί αυτή η πρόκληση της οποίας πολλές άλλες ακολούθησαν, ήταν η μεγαλύτερη της ζωής της μέχρι τότε.
Η Άντρια φοβόταν το νερό, δεν ήξερε να κολυμπάει και κάθε φορά που έμπαινε σε πλοίο αρρώσταινε. Ναι, καλά ακούτε. «Οι γονείς μου δεν ήξεραν τι να πουν. Με στήριξαν, όμως, γιατί ήξεραν ότι αυτό ήθελα. Πίστευαν πάντα σε μένα».
Δεν αντέχω και της λέω αυτό που σκέφτομαι… «Συγνώμη Άντρια, αλλά νομίζω ότι ήθελες να τιμωρήσεις τον εαυτό σου». Μου απαντά με το πλέον στρατιωτικά φλεγματικό τρόπο… «Όχι, ήθελα να το ξεπεράσω, στην ουσία, ήθελα να αποδείξω στον εαυτό μου ότι μπορώ να το κάνω. Και για άλλη μία φορά αποφάσισα να μην κρύψω το κεφάλι μου στην άμμο. Αυτό έκανα».
ΤΟ ΜΙΣΟΓΕΜΑΤΟ ΠΟΤΗΡΙ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Και το 2007 έκανε κάτι ακόμα παραπάνω η ομογενής Άντρια Αργυρίδη. Σήκωσε το χέρι της και ζήτησε να σταλθεί στο Ιράκ.
Εκεί δούλεψε με μία ομάδα Αμερικανών στρατιωτών ως επικεφαλής μία ειδικής ομάδας. Ήταν ένας από τους ανθρώπους που μιλούσαν απευθείας στον γενικό διοικητή της Πολυεθνικής Δύναμης στο Ιράκ, Αμερικανό στρατηγό David Petraeus, πληροφορώντας τον για τις πολιτιστικές, πολιτικές και θρησκευτικές πεποιθήσεις διαφόρων ομάδων του ιρακινού πληθυσμού.
Τη ρωτάω για τον φόβο, αυτό το συναίσθημα που μπορεί να «κατευθύνει» όλη την ανθρωπότητα και να αλλάξει τον κόσμο όλο.
«Και, βέβαια, φοβάσαι. Μιλάμε για πόλεμο, κάθε μέρα σκοτώνονται άνθρωποι, βλέπεις θηριωδίες που ο ανθρώπινος νους δεν μπορεί να φανταστεί, ακούς τους πυραύλους να σκάνε δίπλα σου. Ποτέ, όμως, δεν πίστεψα ότι δεν θα γυρίσω πίσω. Είχα τον Άγιο Χριστόφορο κρεμασμένο στο λαιμό μου και κάθε φορά που βρισκόμουν σε μία δύσκολη στιγμή τον κρατούσα όσο πιο δυνατά μπορούσα και προσευχόμουν. Δεν αφήνεις, όμως, τον φόβο να σε παραλύσει, πρέπει να βλέπεις πάντα το ποτήρι μισογεμάτο, γιατί μόνο τότε θα πάρεις τις σωστές αποφάσεις. Και αυτές οι σωστές αποφάσεις δεν θα σώσουν μόνο τη δική σου ζωή αλλά και τη ζωή των ανθρώπων με τους οποίους δουλεύεις».
Τα λέει όλα με μία ανάσα… Τής ζητώ να μου περιγράψει μία από τις θηριωδίες που είδε εκεί. Παίρνει το βλέμμα της από μένα, σταματά να μιλά μερικά δευτερόλεπτα και μου λέει: «Δεν μπορώ». Ξέρω ότι δεν επιτρέπεται αλλά δεν ξέρω αν αυτός είναι ο βασικός λόγος που αρνείται. Ίσως είναι καλύτερα αυτές οι αναμνήσεις να παραμένουν εικόνες μόνο στο μυαλό της, ίσως οι λέξεις να τις ξυπνάνε επώδυνα.
Γύρισε αλλαγμένη, όπως μου λέει. «Χρειάστηκαν τρεις μήνες για να καταφέρω να βγω στο δρόμο να περπατήσω και να το κάνω χωρίς να νοιώθω ότι απειλούμαι. Πιστεύω, όμως, ότι έγινα καλύτερος άνθρωπος».
Και τα λεγόμενά της αποδεικνύουν ότι απέκτησε μία άποψη «ελικοπτέρου» για την ζωή… «Δεν αντέχω πλέον να ακούω ανθρώπους να διαφωνούν και να μιλούν για ώρες για το τι δημητριακά θα φάνε το πρωί. Τους καταλαβαίνω, αλλά δεν μπορώ. Αυτά που είδα στο Ιράκ και το Αφγανιστάν με έκαναν να κατανοήσω τα σημαντικά πράγματα στην ζωή» προσθέτει με αυστηρότητα.
Τής ζητώ να μου μιλήσει για τη δουλειά της στο Αφγανιστάν. Τα του πολέμου τα ίδια, λίγο διαφορετικά, αλλά τα ίδια, πείνα, δυστυχία, θάνατος, παιδιά λαβωμένα, παιδιά στο έλεος της κτηνωδίας που γεννά ο πόλεμος που αποφάσισαν κάποιοι ενήλικες με άλλοθί τους ένα καλύτερο μέλλον γι’ αυτά, στερώντας τους όμως το παρόν.
Όμως για την Άντρια, την Σιδηρά Κυρία με το μεγάλο πάθος για τους πολιτισμούς κάθε γωνιάς του κόσμου, το Αφγανιστάν δεν ήταν μόνο πόλεμος. «Ήθελα να προσφέρω κάτι παραπάνω. Και στο Αφγανιστάν η δουλειά μας είχε να κάνει και με την αναδιοργάνωση της χώρας. Έβλεπα κάθε μέρα θησαυρούς του Αφγανιστάν να πουλιούνται για πενταροδεκάρες στους στρατιώτες που τα αγόραζαν γιατί απλώς δεν ήξεραν. Δεν μπορείς να βοηθήσεις στο χτίσιμο μίας χώρας αν στερείς από τους ανθρώπους της, την ιστορία της» μου λέει.
Αυτή η αγάπη της για την ιστορία, την τέχνη, τον πολιτισμό, η ίδια αγάπη που γεννήθηκε μέσα της στην τρυφερή ηλικία των 10 ετών όταν έκανε σκηνή στον μπαμπά της σε ένα εμπορικό κέντρο της Μελβούρνης για να της αγοράσει το βιβλίο με τα έργα του Gauguin μαζί με την έμφυτη αισιοδοξία της, ήταν που έπεισαν τον προϊστάμενό της να βάλει τους στρατιώτες της δύναμης στο Αφγανιστάν στα… θρανία για να τους μάθει πολιτισμικό σεβασμό. «Άλλο οι αντίκες, άλλο τα αρχαία αντικείμενα. Αυτά είναι η ιστορία του Αφγανιστάν. Αυτά είναι τα σημεία αναφοράς ενός ολόκληρου λαού, είναι οι δεσμοί της επόμενης γενιάς των Αφγανών με την παράδοσή τους. Αυτά δεν αγοράζονται έστω και αν πουλιούνται. Έτσι κερδίζονται οι πόλεμοι, όταν δείχνεις σεβασμό στον πολιτισμό και την ιστορία των ανθρώπων. Δεν νομίζεις;»