Όλοι οι καλοί και είμαστε σχετικά λίγοι, έχουμε τον φίλο, φύλακα και σύντροφο, άγγελό μας. Δεν τον βλέπουμε και δεν επικοινωνούμε συχνά, αλλά ξέρουμε πως βρίσκεται, συνήθως, αόρατος και κάπου-κάπου ορατός, κοντά μας, δίπλα μας.
Του μιλάμε, τον ρωτάμε, τον παρακαλούμε και συχνά-πυκνά καταδέχεται να μας απαντήσει, να μας κοιτάξει και να μας διαβεβαιώσει πως είναι δίπλα μας. Σίγουρα μας ακούει, μας βλέπει και αν δεν φαίνεται κάθε φορά που τον ζητάμε, είναι γιατί το παρά ξευτιλίσαμε με την πληθώρα των αιτήσεων του παραλόγου.
Εγώ ας πούμε τον έχω τρελάνει με την απαίτηση μου να πεταχτούμε μέχρι τον ουρανό, να δω την κατάσταση εκεί με μια τυπική επίσκεψη. Θέλω να μάθω τι γίνεται, πως είναι, να δω κανένα γνωστό και να ρωτήσω πως περνάει, πως κυλάει η ημέρα του. Θέλω, ας πούμε, να πληροφορηθώ αν έχουν μόνο ημέρα ή μόνο νύχτα. Έχουν άνοιξη συνέχεια; Καλοκαίρι υπάρχει; Παραλίες σαν της Ελλάδας;
Τελικά, προχτές Δευτέρα, ανήμερα της Αγίας Αικατερίνης, εμφανίστηκε, εμφανώς κουρασμένος και λίγο θυμωμένος.
«Τι φαγώθηκες να πας στον ουρανό να επιθεωρήσεις παράδεισο και κόλαση; Ποίος νομίζεις πως είσαι; Δεν γίνεται. Όπου ανήκεις, στο φως ή στο σκοτάδι, θα πας όταν έλθει η ώρα σου, η τελευταία σου στιγμή. Ο ουρανός δεν έχει μόνο παράδεισο και κόλαση. Έχει και άλλους ορόφους με γραφεία και τις διάφορες υπηρεσίες. Τι τον πέρασες τον ουρανό, σύννεφα και περίπατο; Εκεί, εννοώ στα γραφεία και τις διάφορες υπηρεσίες του ουρανού, θα σε πάω. Σε ορισμένες μόνο, λίαν χατιρικώς, να πάρεις μια σχετική ιδέα γιατί εσείς εδώ κάτω, στη γη, πιστεύετε πως οι άγγελοι κάνουν βόλτες στον ουρανό και κυνηγούν… πεταλούδες.
Έχε υπόψη σου πως θα είσαι αθέατος ,αόρατος. Αν ο κάθε άγγελος κουβάλαγε και κάποιον περίεργο δικό του στον ουρανό, θα τον είχαμε κάνει… Μοναστηράκι.»
Είπα ένα μεγάλο ευχαριστώ, μου φόρεσε έναν αόρατο μανδύα και σε δευτερόλεπτα βρεθήκαμε στο… ισόγειο του ουρανού.
Τρελάθηκα. Δώδεκα μεγάλες αίθουσες, τεράστιες και εκατοντάδες άγγελοι μπροστά σε πελώρια γραφεία με ντάνες, χιλιάδες χαρτιά, μπροστά τους. Ο ξεναγός καλός μου άγγελος, μου εξήγησε:
«Εδώ είναι το τμήμα παραλαβής και αρχικής κατάταξης των αιτημάτων, των προσευχών και παρακλήσεων του απλού πιστού κόσμου. Σε ποίον άγιο απευθύνονται και άλλες λεπτομέρειες πρέπει να καταγραφούν. Εργάζονται νυχθημερόν για να προλάβουν τα εκατομμύρια των καθημερινών αιτήσεων. Μόνο από την Ελλάδα, αυτή την περίοδο λαβαίνουμε, περίπου, οκτώ εκατομμύρια αιτήσεις την ημέρα. Βάλε λοιπόν με το νου σου και λογάριασε, αν μπορείς, τι γίνεται και με τον υπόλοιπο κόσμο.
Από αυτό το τμήμα ξεκινάμε και θα πάμε δίπλα στο τμήμα αξιολόγησης των αιτημάτων. Όπως μπορείς να καταλάβεις άλλο το αίτημα της μάνας που προσεύχεται για την υγεία του πληγωμένου της παιδιού και άλλο κάποιου που ζητάει να του χαρίσει ο Θεός ένα… κότερο.»
Δίπλα, στο τμήμα κατάταξης και αξιολόγησης των αιτημάτων, άλλος χαμός. Μια μεγάλη αίθουσα, στο μέγεθος δύο γηπέδων ποδοσφαίρου, με εκατοντάδες αν όχι χιλιάδες αγγέλους, σκυμμένους στα χαρτιά και στις κασέτες που είχαν μαγνητοφωνηθεί οι αιτήσεις. Ο καλός μου άγγελος μου εξήγησε:
«Εδώ γίνεται, όπως είδες, η διαλογή και η κατάταξη των αιτήσεων. Ανάλογα με τη σοβαρότητα δίνουμε και την προτεραιότητα. Πάμε τώρα και δίπλα να δεις αυτούς που έχουν αναλάβει το δυσκολότερο έργο. Την αποστολή βοήθειας σε όσους την χρειάζονται άμεσα και την αξίζουν.»
Πανζουρλισμός στο εξίσου μεγάλο τμήμα της άμεσης αποστολής βοήθειας. Μέσα, έξω, εντολές, αγγελιοφόροι, φωνές, χαμός στο ίσωμα.
« Πάμε τώρα και στο τελευταίο τμήμα και να σε στείλω πίσω στη γη γιατί έτσι και πάρουν χαμπάρι ότι σ’ έφερα στο ισόγειο τ’ ουρανού θα μου κλαδέψουν τα φτερά.»
Μπήκαμε σε μια μικρή αίθουσα, ήταν δεν ήταν 100 τετραγωνικά, με τέσσερα γραφεία και τέσσερις αγγέλους, πρόωρα γερασμένους, που είχαν μπροστά τους μερικά χαρτιά και λίγους φακέλους. Κάπου- κάπου, κάποιος από τους τέσσερις, ξεκλείδωνε κάποιο ντουλάπι, διάλεγε κάποιο μεγάλο ντοσιέ και αρχειοθετούσε κάποιο από τα χαρτιά ή τις κασέτες που κρατούσε. Χαμογελούσε αόριστα και πήγαινε προς την καφετιέρα που ήταν στην άκρη του τραπεζιού. Δεν πρόλαβα να ρωτήσω και ο καλός άγγελός μου, θλιμμένος, μου εξήγησε: «Εδώ παραλαμβάνουμε, κάπου-κάπου, κάποιο γράμμα από κάποιον που ευεργετήθηκε και θυμήθηκε να μας ευχαριστήσει. Πάμε να φύγουμε.
Υ.Γ Φίλες και φίλοι το πάρα πάνω σημείωμα είναι παραλλαγή ,με δόση φαντασίας, κειμένου που μου έστειλε, ηλεκτρονικά, ο φίλος Τάσος Κολοκοτρώνης. Τον ευχαριστώ.