Για πρώτη φορά από το 2010 και έπειτα η Κεντρική Τράπεζα της Αυστραλίας (RBA) αποφάσισε να αυξήσει το βασικό επιτόκιό της, προκαλώντας σημαντικές «αναταράξεις» στην αγορά και ως εκ τούτου και στην πολιτική σκηνή.
Από το ιστορικό χαμηλό του 0,1% που είχε βρεθεί το «επίμαχο» επιτόκιο εν μέσω της πανδημίας, ανέρχεται πλέον στο 0,35%.
Μία δυναμική παρέμβαση της RBA στον απόηχο των πληθωριστικών πιέσεων που υπάρχουν στην οικονομία, η οποία «έριξε» την αξία μετοχών στο Χρηματιστήριο της χώρας, αλλά ενίσχυσε το δολάριο.
Οι οικονομολόγοι ανέμεναν την άνοδο, αλλά της τάξης του 0,15%, όχι του 0,25% που «πονά» περισσότερο τους δανειολήπτες, καθώς οι 4 μεγάλες τράπεζες της χώρας -Commonwealth, ANZ, Westpac, NAB- έσπευσαν άμεσα να περάσουν το επιπλέον αυτό κόστος του χρήματος στους πελάτες τους που δεν έχουν «κλειδώσει» επιτόκιο.
Ενδεικτικά, για ένα δάνειο 500.000 δολ. προστίθεται άμεσα βάρος σε ένα νοικοκυριό επιπλέον 65 δολ. το μήνα στη δόση αποπληρωμής και για ένα δάνειο 1 εκατ. δολ. 130 δολ.
Οι αυξήσεις δε σταματούν εδώ καθώς η RBA θέλει να συγκρατήσει τον πληθωρισμό που βρίσκεται πάνω από το 5% πλέον, σε υψηλά 20ετίας. Ακόμη και ο δομικός πληθωρισμός που είναι απαλλαγμένος από τις ακραίες μεταβολές τιμών ήταν στο 3,7%. Στόχος της Κεντρικής Τράπεζας είναι να παραμείνει μεταξύ 2%-3%.
Όπως δήλωσε ο διοικητής της RBA, Phillip Lowe, μετά τη συνεδρίαση της Τρίτης, «δεν είναι εκτός λογικής» να αναμένει κανείς ότι το επιτόκιο, από το 0,35% θα φτάσει στο 2,5%, με τις αυξήσεις στις δόσεις των δανειοληπτών να «μεταφράζονται» σε εκατοντάδες δολάρια κάθε μήνα.
«Το πόσο γρήγορα θα φτάσουμε εκεί και αν θα φτάσουμε εκεί θα καθοριστεί από τις εξελίξεις», είπε ο κ. Lowe.
Έστω, υποθετικά, ότι μία αύξηση στο επιτόκιο της RBA είναι 1% και αντίστοιχη είναι η αύξηση στο επιτόκιο ενός στεγαστικού δανείου από την τράπεζα.
Σύμφωνα με ανάλυση της Canstar, για κάποιον που έχει αγοράσει κατοικία στη Μελβούρνη, μέσης αξίας κοντά στο 1 εκατ. δολ. και έχει καταβάλλει το 20% ως προκαταβολή, το δάνειο ήταν 800.000 δολ. για 30 χρόνια.
Με επιτόκιο 2,99% πληρώνει 3.400 δολ. το μήνα περίπου. Αν το επιτόκιο πάει στο 3,99% ο δανειολήπτης θα κληθεί να καταβάλλει 400+ δολ. παραπάνω κάθε μήνα.
Η ανακοίνωση της RBA ανέφερε ότι το Συμβούλιο της, «παραμένει δεσμευμένο να κάνει ό,τι είναι απαραίτητο για να διασφαλίζει ότι ο πληθωρισμός στην Αυστραλία θα επιστρέψει εντός στόχου. Αυτό θα απαιτήσει περαιτέρω άνοδο του επιτοκίου για μία χρονική περίοδο».
«Το Συμβούλιο θα συνεχίσει να εξετάζει προσεκτικά τις εισερχόμενες πληροφορίες και την εξελισσόμενη ισορροπία κινδύνων καθώς καθορίζει το χρονοδιάγραμμα και το εύρος μελλοντικών αυξήσεων του επιτοκίου».
Η αύξηση του επιτοκίου της RBA, που αποτελεί ανεξάρτητο θεσμό, ήταν πρώτη εν μέσω προεκλογικής περιόδου το 2007, όταν ο John Howard έχασε την πρωθυπουργία από τον Kevin Rudd, αλλά και την εκλογική έδρα του.
Ως εκ τούτου, η κίνηση της Κεντρικής Τράπεζας βρέθηκε στο επίκεντρο των κομμάτων και των υποψηφίων ενόψει της κάλπης της 21ης Μαΐου.
Ο κ. Lowe υπερασπίστηκε την απόφαση του Συμβουλίου επισημαίνοντας ότι η οικονομία «αποδείχθηκε ανθεκτική και ο πληθωρισμός αυξήθηκε πιο γρήγορα, και σε ένα υψηλότερο επίπεδο, από ό,τι αναμενόταν».
«Υπάρχουν επίσης στοιχεία ότι οι μισθοί αυξάνονται. Δεδομένων αυτών … είναι σωστό να ξεκινήσουμε τη διαδικασία ομαλοποίησης των νομισματικών συνθηκών».
«Η αντοχή της αυστραλιανής οικονομίας είναι ιδιαίτερα εμφανής στην αγορά εργασίας, με την ανεργία να μειώνεται στο 4% τους τελευταίους μήνες και τη συμμετοχή σε επίπεδα ρεκόρ … Η βασική πρόβλεψη είναι πως η ανεργία θα υποχωρήσει γύρω στο 3,5% έως τις αρχές του 2023 … θα είναι το χαμηλότερο ποσοστό εδώ και σχεδόν 50 χρόνια».
Οι προοπτικές ανάπτυξης για την Αυστραλία είναι θετικές, πρόσθεσε, αλλά έκανε λόγο για «τρέχουσες αβεβαιότητες» ανά τον Κόσμο λόγω της πανδημίας, τους πολέμου στην Ουκρανία, αλλά και την πτώση των καταναλωτικών δαπανών εξαιτίας της ακρίβειας.
Μπορεί οι δανειολήπτες να παρακολουθούν μουδιασμένοι την αύξηση του επιτοκίου, αναμένονται -επίσημα πλέον- και χειρότερα για τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς τους, αλλά όσοι έχουν καταθέσεις μπορούν να χαμογελούν, καθώς πέρασαν δύο χρόνια με ελάχιστο ή καθόλου κέρδος από τόκους.
Παράλληλα ωστόσο, με το χρήμα να καθίσταται πλέον πιο «ακριβό», εκτιμάται πως θα υπάρξει περαιτέρω επιβράδυνση στην αγορά ακινήτων, που ήδη καταγράφουν απώλειες στην αξία τους μετά από το «ράλι» σε επίπεδα-ρεκόρ.
Όσον αφορά στις οικονομικές εξελίξεις, πέρα από την αύξηση του επιτοκίου της RBA, αυτήν την εβδομάδα καταγράφηκε υποχώρηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών, κατά 6%, σύμφωνα με τα στοιχείων των ANZ- Roy Morgan.
Επρόκειτο για τη μεγαλύτερη πτώση από τα μέσα Ιανουαρίου (-7,6% τότε) όταν η έξαρση της «Όμικρον» είχε σκορπίσει αβεβαιότητα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Όχι τυχαία η μεγαλύτερη υποχώρηση καταγράφεται μεταξύ αυτών που έχουν να αποπληρώσουν δόσεις, με τα στοιχεία να αναφέρουν πως σχεδόν 300.000 δανειολήπτες, οι οποίοι έχουν λάβει μεγάλα, επισφαλή, δάνεια κατά την πανδημία μπορεί να αντιμετωπίσουν σημαντικές οικονομικές δυσχέρειες ή/και να χρεοκοπήσουν.
Σύμφωνα με την Australian Prudential Regulation Authority (APRA) από τα 1 εκατ. στεγαστικά δάνεια που δόθηκαν την τελευταία 2ετία, περί τα 280.000 αφορούν πολίτες που δανείστηκαν χρήματα 6 φορές ή και περισσότερο από το εισόδημά τους ή/και το ποσό του δανείου σε σχέση με την αξία του ακινήτου είναι επάνω από το 90%. Αυτοί οι δανειολήπτες θεωρούνται οι πιο ευάλωτοι αν συνεχιστούν οι αυξήσεις του επιτοκίου της RBA.