Requiem για τον Χαράλαμπο: Ας το μάθουν όλοι οι Έλληνες ότι ο Χαράλαμπος Προδρομίδης, ο υπερήφανος Έλληνας, ο αγωνιστής της δημοκρατίας και των πανανθρώπινων αξιών, εδώ στους Αντίποδες θα αναπαύεται αιώνια…

Πολυάριθμη ήταν η συμμετοχή κόσμου της Ελληνικής Παροικίας της Μελβούρνης που γέμισε την αίθουσα τελετών στο Νεκροταφείο Springvale την περασμένη Πέμπτη, για να αποχαιρετήσει τον βετεράνο κοινοτικό παράγοντα, Μπάμπη Προδρομίδη.

Στην κηδεία του μίλησαν οι δυο κόρες του, τα εγγόνια του και η σύζυγός του.

Επίσης, έγινε εκτενής αναφορά στην παροικιακή του δράση και την προσφορά του μέσα από τις Κοινότητες αλλά και στην πλούσια δράση του στις ποντιακές οργανώσεις, στον αγώνα τους για την αναγνώριση της Ποντιακής γενοκτονίας.

Εκ μέρους όλων των μελών της οικογένειάς μου, θέλω να ευχαριστήσω όλους όσοι συμμετείχαν στην τελετή αποχαιρετισμού, αλλά και σε όλους που είτε μας έστειλαν συλλυπητήρια μηνύματα είτε μας επισκέφθηκαν στο σπίτι να μας συμπαρασταθούν.

Η κηδεία του πατέρα μου είχε κάτι το διαφορετικό. Ήταν μια πραγματική γιορτή. Γιορτάσαμε τα 87 χρόνια της ζωής του. Έτσι το ήθελε ο πατέρας μου να γίνει. Δεν ήθελε κλάματα. Ήθελε η ημέρα αυτή να μείνει μια ευχάριστη ανάμνηση σε όσους παραβρεθούν προσωπικά αλλά και σε αυτούς που θα την παρακολουθούσαν από το διαδίκτυο.

Ξεκίνησε με το ποντιακό τραγούδι «Εκάηκε το Τσιαμπασίν» που τραγούδησε ο αγαπημένος του τραγουδιστής Στέλιος Καζαντζίδης. Παρουσιάστηκαν φωτογραφικά στιγμιότυπα από διάφορα στάδια της ζωής του και ενδιάμεσα υπήρχε μουσική επένδυση με μουσική και τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη.

Θα ήταν παράλειψη να μην ευχαριστήσω και τον «Νέο Κόσμο» που σε τρεις συνεχείς εκδόσεις δημοσίευσε άρθρα που αναφέρονταν στη ζωή του πατέρα μου. Με τον «Νέο Κόσμο» ο πατέρας μου είχε μια ιδιαίτερη σχέση που ξεκίνησε από τον Ιανουάριο του 1964 που ήρθε με το «Ελληνίς» στην Αυστραλία. Διάβαζε κάθε εβδομάδα και τις τρεις εκδόσεις της εφημερίδας, ενημερωνόταν για την παροικία, την Αυστραλία, την Ελλάδα και όλο τον κόσμο και διατηρούσε μέχρι τελευταία διαύγεια πνεύματος. Ευχαριστούμε τον διευθυντή κ. Γκόγκο, τον αρχισυντάκτη κ. Χατζημανώλη και όλο το προσωπικό της εφημερίδας.

Λάβαμε πολλά μηνύματα για τον πατέρα μου, που πρακτικά είναι δύσκολο να δημοσιευτούν. Κατ’ εξαίρεση, σας στέλνω μόνο ένα με τη θερμή παράκληση να το δημοσιεύσετε αν το επιτρέπει ο χώρος της εφημερίδας. Το μήνυμα αυτό είναι από έναν φίλο του πατέρα μου και εκφράζει με πολύ άριστο και συγκινητικό τρόπο το ύστατο χαίρε.

Σας ευχαριστώ εκ μέρους της οικογένειας

Η κόρη του Ελένη

REQUIEM ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟ

Πολυαγαπημένε μου και πολύκλαυστε αδελφέ Χαράλαμπε,

Το μήνυμα στο κινητό, πριν μερικές ήταν λιτό: «Γεια σου Στάθη. Σήμερα ώρα 3 μ.μ. ο θείος μου μας άφησε». Βλέπεις τα μαυροχάπαρα εύκολα διαδίδονται. Μια βδομάδα νωρίτερα είχα ενημερωθεί, ήξερα πως η κλεψύδρα της ζωής σου, φίλτατε Χαράλαμπε, αγωνιστή και αγέρωχε Μπάμπη, δεν σου έδινε πολλά περιθώρια. Σήμερα το μεσημέρι μου τηλεφώνησε η η Ελένη: «Ο πατέρας μου μού έδωσε οδηγίες για να τηλεφωνήσω και να αναγγείλω το θλιβερό γεγονός του θανάτου του σε τέσσερις πέντε φίλους στην Ελλάδα».

Όταν έκλεισα το τηλέφωνο αναλύθηκα σε λυγμούς, Χαράλαμπε. Το ίδιο μου συνέβη και όταν ανάγγειλα το θλιβερό γεγονός στον φίλο μας, τον δημοσιογράφο Παναγιώτη Καϊσίδη. Το ίδιο και στη συνομιλία μου με τον Χάρη Τσιρκινίδη.

Το ίδιο μου είχε συμβεί και την προτελευταία φορά που ήρθες στη Θεσσαλονίκη και με επισκέφτηκες: «Στάθη πούλησα τα χωράφια και τακτοποίησα τις υποθέσεις μου, δεν θα ξανάρθω άλλη φορά». Πόση πίκρα, πόση θλίψη, πόση στεναχώρια μου έδωσες. Ωστόσο δεν σου το είπα. Έκλαψα και τότε, όχι όμως μπροστά σου.

Σήμερα έκλαψα αβίαστα για τον αδελφικό φίλο και συναγωνιστή, τον συνοδοιπόρο και συνταξιδιώτη σε αγώνες και ταξίδια μαγικά στον Πόντο της ψυχής και της καρδιάς μας, για τον αδελφικό φίλο τον Χαράλαμπο – έτσι τον αποκαλούσα, Χαράλαμπο (Λάμπω από χαρά), έναν ΑΝΘΡΩΠΟ με όλη τη σημασία της λέξης.

Έναν άνθρωπο που ήξερε πως να εγκαταλείψει τον κόσμο τούτο: άμον αητέντς περήφανος. Και οι άνθρωποι που ξέρουν πως εγκαταλείπουν τον κόσμο, που ξέρουν πως να πεθάνουν, να είστε βέβαιοι ότι ήξεραν να ζουν. Και ο Χαράλαμπος το είχε ήδη αποδείξει έμπρακτα με τον βίο και την πολιτεία του, αφήνοντας έντονα σημάδια στο πέρασμά του από τη γη.

Διωγμένος από την Ελλάδα, δεν κράτησε μέσα στην ψυχή του κακία. Αντίθετα κράτησε μέχρι τη στερνή πνοή του ψηλά τη σημαία του Ελληνισμού. Άνθρωπος της πράξης και της προσφοράς.

Πρωτεργάτης στα κοινά της ελληνικής παροικίας, πρωταγωνιστής στα θέματα που αφορούσαν στην εκπαίδευση των συμπαροίκων της ελληνικής κοινότητας. Ιδεολόγος και αγωνιστής χαλκέντερος για τα ανθρώπινα δικαιώματα, για μια δημοκρατική κοινωνία, κοινωνία ισότητας και αλληλεγγύης.

Αγωνιστής και για τα απαράγραπτα δίκαια του Ποντιακού Ελληνισμού, για την διεθνοποίηση και αναγνώριση της Γενοκτονίας των προγόνων μας από τους Νεότουρκους και τους Κεμαλικούς. Ανιδιοτελής και δοτικός. Το σπίτι του ανοιχτό σε όλους. Φιλοξένησε δεκάδες προσκεκλημένους από την Ελλάδα. Άξια συμπαραστάτης του η εκλεκτή σύζυγός του, η Μαρίτσα, αλλά και οι κόρες του που υπεραγαπούσε.

Ας το μάθουν, λοιπόν, όλοι οι Έλληνες αλλά και όλοι οι Αυστραλοί, ότι ο Χαράλαμπος Προδρομίδης, ο υπερήφανος Έλληνας, ο αγωνιστής της δημοκρατίας και των πανανθρώπινων αξιών, εδώ στους Αντίποδες θα αναπαύεται αιώνια.

Και οι θεοί της Ελλάδας και του Πόντου ας προστάξουν τις Μούσες, ιδίως την Ποντιακή, υπό τους ήχους της λύρας να τον συντροφεύουν γλυκόλαλα στην αιώνια προσφυγιά του. Αυτόν τον αγωνιστή, τον υψιπετή και περήφανο Έλληνα ποντιακής καταγωγής.

Στάθης Ταξίδης

Δάσκαλος – Συγγραφέας

Αρχισυντάκτης του βραβευμένου από την Ακαδημία Αθηνών περιοδικού «Ποντιακή Εστία»

Καρμπολά, Θεσσαλονίκη