«Ανδρέας Παπανδρέου – η γέννηση ενός πολιτικού αντάρτη», λέγεται το βιβλίο του ιστορικού ερευνητή Σπύρου Δραΐνα που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Ο συγγραφέας αιφνιδιάζει στην εισαγωγή του αρχίζοντας από μια … επιτάφια παρατήρηση για τον μεγάλο πολιτικό:
 «Σχεδόν δύο δεκαετίες μετά τον θάνατό του κανένα μνημείο δεν κοσμεί τον λιτό του τάφο στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών. Αυτή η αινιγματική απουσία αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα του μυστηρίου το οποίο περιβάλλει τον άνθρωπο που υπήρξε, κατά μία άποψη, ο πλέον αξιόλογος και αναμφισβήτητα ο πλέον αμφιλεγόμενος Έλληνας πολιτικός της περιόδου μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι θαυμαστές του τον λάτρευαν, οι επικριτές του τον απεχθάνονταν το ίδιο παθιασμένα, αλλά ο σπουδαγμένος στο Χάρβαρντ Παπανδρέου δεν άφησε τελικά πίσω του καμία ασφαλή και ξεκάθαρη απάντηση σχετικά με το ποιος ήταν και τι πρέσβευε».

Όπως επισημαίνει στον πρόλογό του ο Νίκος Ανδρέα Παπανδρέου, «για τον Δραΐνα, ο Ανδρέας υπέφερε από μια μόνιμη υπαρξιακή κρίση που συνοψίζεται στη φράση: «Να είσαι όπως θες να φαίνεσαι». Αυτό το έγραψε ο ίδιος στα δεκαεφτά του χρόνια στο Κολέγιο, στα αγγλικά, με τίτλο «My Inner Self («Ενδομύχως») σημειώνοντας ότι υπάρχει μεγάλη απόσταση ανάμεσα στον άνθρωπο που γνωρίζει τον εαυτό του και στη δημόσια εικόνα που προβάλει στους άλλους. Για τον συγγραφέα- καταλήγει ο Νίκος Παπανδρέου- αυτή η διάσταση ήταν το κλειδί για να μπορέσει να καταλάβει τον δαίμονα του Ανδρέα, τη φλόγα που έτρεφε το ασίγαστο πολιτικό του πάθος».
Ο συγγραφέας, ελληνοαμερικανικής καταγωγής από την Καλιφόρνια, φοιτητής του Μπέρκλεϊ, ακτιβιστής κατά του πολέμου στο Βιετνάμ, με διδακτορικό δίπλωμα στις πολιτικές επιστήμες από το Πανεπιστήμιο Γιορκ του Τορόντο όπου δίδασκε ο Ανδρέας Παπανδρέου επί χούντας, μέλος των Φίλων του Πανελλήνιου Απελευθερωτικού Κινήματος, στέλεχος της Επιτροπής Διεθνών Σχέσεων του ΠΑΣΟΚ, θαυμαστής του μέχρι το 1986, διατελέσας συνεργάτης του Ιδρύματος Ανδρέα Γ. Παπανδρέου, αποτολμά μέσα από 484 σελίδες να εξιστορήσει τα λόγια και τα έργα του στη δεκαετία του ΄60.

Η ερευνητική και παράλληλα ερμηνευτική του καταγραφή επικεντρώνεται στην πρώτη φάση της δημόσιας δράσης του ειδώλου του, την- ας πούμε- «αμερικανική» περίοδο. Όταν, ο διωγμένος- βασανισμένος από τη δικτατορία Μεταξά φοιτητής της Νομικής Αθηνών, αναδεικνύεται σε φτασμένο καθηγητή που ήταν κοντά στην αριστερίζουσα πτέρυγα του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ και αποφασίζει να έρθει στην Ελλάδα με πρόσκληση του δεξιού πρωθυπουργού, Κωνσταντίνου Καραμανλή, να αναλάβει την ίδρυση του Κέντρου Ερευνών και Προγραμματισμού. Βλέποντας την υποτιμητική εξάρτηση του πολιτικού συστήματος από την Ουάσινγκτον και την διχαστική συμπεριφορά της ΕΡΕ και του Παλατιού, αρχίζει την επικριτική του πολιτική , χωρίς βέβαια να αμφισβητεί τη θέση της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, ούτε και την ύπαρξη του Θρόνου, αλλά ούτε και το κοινωνικό σύστημα, απαιτώντας απλώς σχέσεις σεβασμού. Αυτό όμως τότε θεωρήθηκε … επαναστατική πολιτική.

Ο μελετητής εστιάζει την οπτική του στα πάθη και στις προσδοκίες που οδήγησαν τον Ανδρέα να μεταπηδήσει στην ελληνική πολιτική σκηνή εγκαταλείποντας την καθηγητική έδρα εισάγοντας, σε εποχή Ψυχρού Πολέμου, την φιλελεύθερη αντίληψη του Τζων Κέννεντυ, που στις ΗΠΑ ανακόπηκε με τη δολοφονία του αμερικάνου Προέδρου το 1963 και στην Ελλάδα με την επιβολή της δικτατορίας των συνταγματαρχών οι οποίοι- με τη… σειρά τους- δολοφόνησαν τη δημοκρατία το 1967.
Ο συγγραφέας φωτίζει το ξεκίνημα του μετέπειτα αρχηγού του ένοπλου ΠΑΚ και κατοπινού Πρωθυπουργού της Ελλάδας το 1981-1989, ο οποίος -όπως γράφει- κατέρρευσε εν μέσω σκανδάλων για να δικαιωθεί και να επανέλθει μετά ως Πρωθυπουργός το 1993-1996, επικαλούμενος τη ρήση πως «τα θέματα που διακυβεύονται σε κάθε ιστορικό γεγονός δεν παρουσιάζονται με μεγαλύτερη σαφήνεια πουθενά αλλού όσο στην αφετηρία τους».

Και για να λύσει το…  αίνιγμα του Ανδρέα πηγαίνει στην αφετηρία. Για την πολιτικο-ψυχολογική αυτή επιχείρηση βοηθήθηκε από την οικογένεια Παπανδρέου η οποία του διέθεσε στοιχεία από τις πρώτες ομιλίες και τα νεωτεριστικά (για την περίοδο εκείνη) ιδεολογικά – οικονομικά – πολιτικά κείμενα του αμερικανοτραφούς καθηγητή, ο οποίος φούντωσε τον ελληνικό αντιαμερικανισμό. Αφηγούμενος τα γεγονότα κρατάει στάση ψύχραιμη δίνοντας άγνωστες πτυχές της προσωπικότητας του… αινίγματός του, όπως για παράδειγμα την προσπάθεια του οικονομολόγου-διανοούμενου Ανδρέα Παπανδρέου, υιού του δημεγέρτη Γεωργίου Παπανδρέου, να μετασχηματισθεί σε ηγέτη- ρήτορα. Πως; Με τον τρόπο του Δημοσθένη! Μετά από μια όχι και τόσο επιτυχημένη παρθενική ομιλία του στην Πάτρα σταμάτησε σε μία παραλία στο Αίγιο και έβαλε -λέει- στο στόμα του βότσαλα απαγγέλλοντας το κείμενο της ομιλίας του μπροστά στην εμβρόντητη γυναίκα του.

Σε αποχαρακτηρισμένα έγγραφα του υπουργείου Εξωτερικών και της CIA (Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών) ο φακελωμένος Ανδρέας έχει την…  τιμητική του, αφού σε ενημερωτικό σημείωμα τον χαρακτήριζαν ως «τον πιο επικίνδυνο, οπορτουνιστή, αδίστακτο και ασυνείδητο πολιτικό στην Ελλάδα». Το έγγραφο αυτό της CIA επιβεβαίωσε ότι έλαβε ο μετέπειτα πρέσβης και προσωπικός φίλος της οικογένειας Παπανδρέου, Ρόμπερτ Κήλυ, προετοιμαζόμενος να μετατεθεί στην Αθήνα ως διπλωματικός υπάλληλος τον Αύγουστο του 1966. Οι άνθρωποι των μυστικών και φανερών υπηρεσιών της υπερδύναμης, που είχε ως πρώτη στρατηγική την ανάσχεση του κομμουνισμού, υπογράμμιζαν ότι η Ελλάδα έχει για την Ουάσινγκτον στρατιωτικό ενδιαφέρον και λόγω των πολεμικών τους εγκαταστάσεων, δεν θα ήθελαν να συνεργασθούν με κάποιον που θα τους δυσκολέψει.

Μάλιστα, στις 8 Μαρτίου του 1967, ενώ η χώρα βρισκόταν σε θυελλώδη ένταση λόγω της Αποστασίας του 1965 και εν μέσω φημών για πραξικόπημα, η Επιτροπή 330 του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, αρμόδια για τις μυστικές επιχειρήσεις σε ξένα κράτη, συνεδρίασε με μοναδικό θέμα και τον Ανδρεϊκό κίνδυνο! Εξέτασε πρόταση του σταθμάρχη στην Αθήνα, Τζακ Μόρι, «για μια μυστική επιχείρηση της CIA με στόχο τον επηρεασμό των εκλογών κατά του Ανδρέα, την οποία ο πρέσβης Τάλμποτ είχε απρόθυμα εγκρίνει σχεδόν ένα μήνα νωρίτερα»… Όμως και τότε υπήρχαν διορατικές φωνές, με χαρακτηριστική παρέμβαση του υφυπουργού Εξωτερικών, Φόι Κόλερ, ο οποίος έθεσε το ερώτημα : «Μήπως τελικά, δίνουμε στον Ανδρέα περισσότερη βαρύτητα απ΄ όσο του άξιζε;». Μια δεκαετία μετά -επισημαίνει ο μελετητής του αντάρτη Ανδρέα- ο σταθμάρχης της CIA στην Αθήνα, μιλώντας στην εφημερίδα Ουάσινγκτον Ποστ (1-5-1977) αποκάλυψε ότι: «Η Επιτροπή μελέτησε αλλά τελικά απέρριψε τη μυστική επιχείρηση εκλογικής νοθείας με το επιχείρημα ότι είχε έρθει η ώρα οι Έλληνες να φροντίσουν τον εαυτό τους – ίσως θα πρέπει να αφήσουμε τους Έλληνες να δοκιμάσουν μια στρατιωτική δικτατορία. Τίποτα άλλο δεν φαίνεται να πιάνει εκεί πέρα»…

Ο συγγραφέας ετοιμάζει τον δεύτερο τόμο για την περίοδο του κυβερνητικού ΠΑΣΟΚ, οπότε εκεί θα έχει πολλά να πει για την τριτοκοσμική πορεία της «Αλλαγής» και την αλλαγή του Ανδρέα Παπανδρέου. Ίσως στον τόμο αυτό λύσει το αίνιγμα…