Όλο και περισσότερα σύννεφα μαζεύονται στον οικονομικό ορίζοντα, καθώς η κακοκαιρία (η άνοδος των τιμών που πλήττει τις τσέπες μας) όχι μόνο δεν δείχνει σημάδια υποχώρησης, αντίθετα πλήττει πιο σφοδρά κάθε μέρα νοικοκυριά και επιχειρήσεις.

Παράλληλα, η παροχή -όχι φτηνής- ενέργειας συναντά και επιπλέον εμπόδια, σε μία συγκυρία που η ζήτηση κλιμακώνεται εν μέσω ενός ασυνήθιστα κρύου χειμώνα και οι ομογενείς που βρίσκονται ακόμη εδώ νοσταλγούν όλο και περισσότερο το Ελληνικό καλοκαίρι.

Ειδικά όσο εντείνονται οι προειδοποιήσεις, από επίσημα χείλη, για ακόμη πιο μεγάλη καταιγίδα ακρίβειας και «επεισοδιακό χειμώνα».

Οι πολίτες παρακολουθούν μουδιασμένοι τις εξελίξεις και μετρούν το κάθε ένα δολάριο που ξοδεύουν.

Τα εκτός εποχής φρούτα και λαχανικά είναι απλησίαστα (με το μαρούλι ως γνωστόν περί τα 10 δολ. το τεμάχιο, τις ντομάτες στα 10,99 το κιλό, και τα φασολάκια να φτάνουν, κατά τόπους τα 39,99 δολ. το κιλό).

Αλλά και όσοι σκέφτονται να φάνε φρέσκο ψαράκι αυτήν την εποχή στην Αυστραλία, να έχουν υπόψη πως η τιμή ανεβαίνει, καθώς οι προμήθειες σε κάποια εγχώρια είδη μειώνονται.

«Αυτό που συμβαίνει είναι ότι εμείς, ως βιομηχανία δεν μπορούμε πλέον να ανταποκριθούμε στη ζήτηση για φρέσκο ψάρια», εξήγησε στο ABC, ο διευθύνων σύμβουλος του WA Fishing Industry Council, Darryl Hockey.

Μία ανάσα για τους χαμηλόμισθους θα είναι πάντως η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 5,2% (ή κατά 1,05 δολ. την ώρα από τα 20,33 δολ. στα 21,38 δολ.) από την 1η Ιουλίου, σύμφωνα με την απόφαση της Fair Work Commission.

Η αύξηση πέρυσι, υπενθυμίζεται, ήταν 2,5% από τα 19,84 δολ. στα 20,33 δολ. με τον κατώτατο να διαμορφώνεται από τα 753,80 δολ. την εβδομάδα στα 772,60 δολ. Πλέον θα είναι 812,60 δολ.

Το 5,2% καλύπτει κατά 0,1% τον πληθωρισμό έως τον Μάρτιο (ήταν 5,1%). Αλλά, φαίνεται ότι παρότι πάνω από διπλάσιο σε σχέση με το 2021, δε θα είναι αρκετό ώστε την υπόλοιπη χρονιά να μην υπάρξει μείωση των «πραγματικών μισθών».

Αυτό καθώς, όπως δήλωσε ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας (RBA), Phillip Lowe, σε συνέντευξή του στο ABC, ο πληθωρισμός αναμένεται να φτάσει στο 7% (από προηγούμενη πρόβλεψη για 6%).

Ως εκ τούτου, προειδοποίησε τους πολίτες ότι θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι για σημαντικές αυξήσεις των επιτοκίων κατά το υπόλοιπο του τρέχοντος έτους, παραδεχόμενος ότι δεν είναι σίγουρος για το πόσο ψηλά μπορεί να φτάσουν.

Αυτό συνεπάγεται επιπλέον επιβάρυνση των δανειοληπτών, που θα πρέπει να προϋπολογίσουν όλο και πιο αυξημένες δόσεις αποπληρωμής, πέρα από το ευρύτερο κύμα ακρίβειας, από τα καύσιμα και το ρεύμα, έως προϊόντα διατροφής.

Συνεχίζουν να χαμογελούν αυτοί που δε χρωστούν και έχουν αποταμιεύσεις στην τράπεζα, αλλά κι αυτοί δεν έχουν «αντίδοτο» για την αύξηση του κόστους ζωής εν γένει.

Η «καταιγίδα» αυτή δεν πλήττει μόνο στην Αυστραλία. Το «κακό» είναι παγκόσμιο. Από την Ελλάδα έως τις ΗΠΑ, λόγω πανδημίας, του πολέμου στην Ουκρανία, εγχώρια και διεθνή προβλήματα στην παραγωγή και στην αλυσίδα εφοδιασμού, οι τιμές ξεφεύγουν.

Η αυστραλιανή οικονομία επέδειξε αντοχή, με ανάπτυξη και χαμηλή ανεργία. Αλλά τα στατιστικά δε λένε πάντα όλη την αλήθεια.

Η αύξηση 3,3% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), δε «μεταφράζεται» σε ευημερία για όλους τους πολίτες.

Το 3,9% είναι εντυπωσιακό ποσοστό για την ανεργία, αλλά, όπως εξηγούν οικονομολόγοι και επιχειρηματίες -ομογενείς και μη- είναι τόσο χαμηλά που σημαίνει ότι πλέον δεν υπάρχει αρκετό εργατικό δυναμικό στη χώρα.

Κάτι που δημιουργεί έναν «κύκλο» προβλημάτων για την οικονομία, γι αυτό και οι εκκλήσεις για αύξηση της μετανάστευσης κλιμακώνονται.

Αξιοσημείωτο είναι δε ότι η εμπιστοσύνη των καταναλωτών -οι οποίοι εν πολλοίς δαπανώντας συμβάλλουν στην ανάπτυξη του ΑΕΠ- μειώθηκε κατά 7,6% την περασμένη εβδομάδα -μετά την απόφαση της RBA για αύξηση του επιτοκίου κατά 0,50% στο 0,85%- στο χαμηλότερο επίπεδο από την έναρξη της πανδημίας.

«Εκτός» COVID-19, επεσήμανε η έρευνα της ANZ-Roy Morgan το επίπεδο είναι σε χαμηλά 30 και πλέον χρόνων (από τον Ιανουάριο του 1991 εν μέσω ύφεσης) και μόλις 10% των ερωτηθέντων απάντησαν ότι αναμένουν «καλές εξελίξεις» στην οικονομία τα επόμενα 5 χρόνια, το χαμηλότερο ποσοστό που έχει καταγραφεί ποτέ.

Στα «θετικά» είναι ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, παρότι η εμπιστοσύνη των καταναλωτών κάνει… χαμηλές πτήσεις, οι δαπάνες συνεχίζονται, αλλά αυτό μπορεί να αλλάξει και είναι ένα στοιχείο που παρακολουθεί η RBA.

Η αβεβαιότητα, εντός συνόρων, αλλά και εκτός -ειδικά για την οικονομία των ΗΠΑ ΗΠΑ και τις εξελίξεις στην Ουκρανία- είχε ως συνέπεια να «εξανεμιστούν» την Τρίτη 116 δισ. δολ. από το Χρηματιστήριο της Αυστραλίας (η χειρότερη ημέρα για το Australian Stock Exchange εδώ και χρόνια), με την ανησυχία για «στασιμοπληθωρισμό» (πληθωρισμός που δε συνοδεύεται από αντίστοιχη αύξηση της παραγωγής), όπως τη δεκαετία του ’70 να εντείνεται.

ΑΥΞΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΤΩΤΑΤΟΥ ΜΙΣΘΟΥ ΚΑΤΑ 5,2%

Η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 5,2%, σύμφωνα με την Fair Work Commission επηρεάζει άμεσα ή έμμεσα τουλάχιστον 2,7 εκατ. εργαζόμενους στην Αυστραλία, καθώς όσοι είναι σε award rates θα έχουν αύξηση 4,6%, με το ελάχιστο επιπλέον 40 δολ. την εβδομάδα για όσους λαμβάνουν κάτω από 869,60.

Ο ομοσπονδιακός πρωθυπουργός, Anthony Albanese, που προεκλογικά ζητούσε αύξηση ίση τουλάχιστον με τον πληθωρισμό, εμφανίστηκε ευχαριστημένος με την απόφαση της ανεξάρτητης επιτροπής.

«Η αλήθεια είναι ότι πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους που λαμβάνουν τον κατώτατο μισθό είναι οι ήρωες της πανδημίας», είπε, καθώς η αύξηση αφορά απασχολούμενους στη φροντίδα ηλικιωμένων και ατόμων με αναπηρία, σε σούπερμαρκετ και ταχυφαγεία.

«Αξίζουν περισσότερα από τις ευχαριστίες μας, αξίζουν μία αύξηση μισθού και σήμερα την έλαβαν», πρόσθεσε ο κ. Albanese.

Ο υπουργός Απασχόλησης, Tony Burke, ανέφερε ότι οι εργαζόμενοι «θα δουν στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς τι σημαίνει η αλλαγή κυβέρνησης».

Η Sally McManus, επικεφαλής του Australian Council of Trade Unions έκανε λόγο για «νίκη» για τους εργαζόμενους.

«Η απόφαση αυτή είναι μία από τις πιο λογικές και δίκαιες … Σημαίνει ότι οι χαμηλόμισθοι θα έχουν μεγαλύτερη δυνατότητα να πληρώσουν το ενοίκιο, για τα ψώνια, τους λογαριασμούς ενέργειας», τόνισε.

Η αναπληρωτής επικεφαλής του Australian Council of Social Services, Edwina MacDonald, μίλησε για μία «αναγνώριση αυτών που μας σήκωσαν στα χέρια τους κατά τους πιο δύσκολους καιρούς».

Αντιδράσεις υπήρξαν από εργοδότες. Ο Andrew McKellar διευθύνων σύμβουλος του Australian Chamber of Commerce and Industry, επεσήμανε ότι η αύξηση του 5,2% βρίσκεται στο «άνω άκρο» των προτάσεων που είχαν κατατεθεί προς την Fair Work Commission.

«Εκτιμάται ότι θα προσθέσει επιπλέον κόστος 7,9 δισ. δολ. στις επιχειρήσεις που αφορά τον ερχόμενο χρόνο και θα είναι ένα σημαντικό βάρος … που είτε θα πλήξει προϋπολογισμούς, είτε θα περάσει στους πελάτες τους», είπε και πρόσθεσε πως η απόφαση «έρχεται σε μία συγκυρία με τον πληθωρισμό να αναδεικνύεται ως μία από τις πιο επείγουσες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η αυστραλιανή οικονομία».

Ο κ. McKellar σημείωσε ότι όσοι είναι στον κατώτατο μισθό, «περί τους 180.000 εργαζόμενους, είναι ένα εντάξει (η αύξηση) … αλλά ότι περνά και στο modern award system, πρέπει να εξεταστεί κατά περίπτωση».

Πολλές επιχειρήσεις, όπως προειδοποιούν οι ιδιοκτήτες, αντιμετωπίζουν προβλήματα με την αύξηση των επιτοκίων της RBA, την έλλειψη προσωπικού που τους αναγκάζει να πληρώνουν ακριβά ειδικευμένους εργαζόμενους, την αύξηση των γενικών δαπανών -για προμήθεια υλικών, κατανάλωση ενέργειας- αλλά και την αλυσίδα εφοδιασμού.

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Fair Work Commission, Iain Ross, επεσήμανε ότι η αύξηση στο κόστος διαβίωσης για τους εργαζόμενους δεν μπορεί να αγνοηθεί, καθώς θέτει πολύ μεγαλύτερη πίεση στους χαμηλόμισθους.

«Έχουμε υπόψη ότι οι χαμηλόμισθοι είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι σε σχέση με τον αυξανόμενη πληθωρισμό», ανέφερε, ανακοινώνοντας την απόφαση της επιτροπής.

«Αν επρόκειτο να δεχθούμε υποβολές προτάσεων από ορισμένες οργανώσεις εργοδοτών και δεν αποφασίζαμε καθόλου αύξηση τότε η μείωση του πραγματικού μισθού (σ.σ. λόγω του πληθωρισμού) θα ήταν ακόμη πιο μεγάλη».

Ο κ. Ross δήλωσε ότι η αγορά εργασίας στην τρέχουσα συγκυρία είναι αρκετά ισχυρή και η αύξηση του κατώτατου δε θα έχει επηρεάσει «σημαντικά αρνητικά» την οικονομία.

Εκτός από τους χαμηλόμισθους, σημειώνεται, σημαντική αύξηση, τη μεγαλύτερη εδώ και μία δεκαετία, κατά 2,75% έχουν να λαμβάνουν και οι εκλεγμένοι ομοσπονδιακοί πολιτικοί, όπως αποφάσισε το Remuneration Tribunal, υπενθυμίζοντας ότι τα τελευταία τρία χρόνια δεν τους είχε δοθεί αύξηση.

ΚΑΥΣΙΜΑ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑ

Η τιμή της βενζίνης παραμένει -παρά τη μείωση του φόρου στο μισό- σε πολύ υψηλά επίπεδα, ενώ όσον αφορά στην ενέργεια, η αρμόδια ρυθμιστική Αρχή (Australian Energy Market Operator) εγκαταλείπει την προσπάθεια να θέσει όρια στις τιμές ρεύματος, καθώς ουκ ολίγοι παραγωγοί επέλεξαν να θέσουν εκτός λειτουργίας γεννήτριες, δημιουργώντας προβλήματα στην παροχή.

Εν μέσω χειμώνα η ζήτηση κλιμακώνεται και η κατάσταση είναι «εκρηκτική» με συνεχείς προειδοποιήσεις για διακοπές.

«Δεν είναι ένα τέλειο σύστημα», παραδέχθηκε ο υπουργός Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής, Chris Bowen, αλλά οι αναλυτές λένε πως η δήλωση αυτή κάθε άλλο παρά χαρακτηρίζει το «χάος» που επικρατεί στο δίκτυο.

ΝΕΕΣ ΑΥΞΗΣΕΙΣ ΕΠΙΤΟΚΙΩΝ ΤΗΣ RBA

Ο διοικητής της RBA, Philip Lowe, σε συνεντευξή του στο ABC, έκανε λόγο για πληθωρισμό έως και 7% Χριστούγεννα και προέβλεψε ότι δε θα μειωθεί μέχρι το πρώτο τρίμηνο του χρόνου.

Η Κεντρική Τράπεζα, είπε, θα κάνει «ό,τι είναι αναγκαίο» για να θέσει το ποσοστό αυτό εντός του στόχου της 2%-3%.

«Είναι σαφές αυτήν τη στιγμή πόσο πολύ θα πρέπει να αυξηθεί τα επιτόκιο για να φτάσουμε εκεί».

Είναι «λογικό», πρόσθεσε, ότι θα ανέλθει σε 2,5% σε κάποιο σημείο (από 0,85% που είναι σήμερα, ενώ ήταν 0,1%, σε ιστορικά χαμηλό ποσοστό κατά την πανδημία μέχρι λίγο καιρό πριν).

«Το πόσο γρήγορα θα πάνε στο 2,5%, ή αν θα πάμε στο 2,5%, θα καθοριστεί από τις εξελίξεις».

Υπό αυτό το σενάριο, μία οικογένεια με δάνειο 1.000.000 δολ. θα πρέπει να καταβάλει πάνω από 1.000 δολ. κάθε μήνα επιπλέον, από ό,τι μέχρι μερικές εβδομάδες πριν.

Ο Δρ Lowe αναγνώρισε ότι ήδη κάποιες οικογένειες δίνουν μάχη να τα βγάλουν πέρα.

Ωστόσο, πολλοί, είπε, έχουν προετοιμαστεί καλά, με αποταμιεύσεις, ενώ άλλοι στηρίζονται σε υψηλότερους τόκους που έχουν να λαμβάνουν.

«Εκ των υστέρων, ορισμένοι έλαβαν δάνεια που ίσως δε θα είχαν πάρει (σ.σ. βλέποντας τα επιτόκια σήμερα), αλλά η συνολική εικόνα, στην οποία επικεντρώνεται η RBA, είναι μία πολύ ανθεκτική οικονομία», επεσήμανε.

Παραδέχθηκε δε ότι οι δηλώσεις του, μέχρι και πέρυσι τον Οκτώβριο, ότι δε θα αυξηθεί το επιτόκιο πριν από το 2024, μπορεί να επηρέασαν ορισμένους πολίτες που προχώρησαν σε δανεισμό.

Η εκτίμηση ήταν τότε πως ο αντίκτυπος της πανδημία θα «τραβήξει» και η οικονομία θα ανέκαμπτε πιο αργά.

«Ορισμένες φορές τα σχόλιά μου μεταφράστηκαν ως εγώ να υπόσχομαι ή ως μία πολύ ισχυρή δήλωση, ότι το επιτόκιο θα έμενε εκεί που βρισκόταν έως το 2024 … στο δικό μας τρόπο σκέψης, επρόκειτο, σε πολύ μεγάλο βαθμό, για μία υπό όρους δήλωση (conditional statement)», τόνισε.

«Η οικονομία δεν εξελίχθηκε όπως αναμέναμε, ήταν αρκετά πιο ανθετική και ο πληθωρισμός υψηλότερος και … έπρεπε να απαντήσουμε σε αυτό».

Σε σχέση με την υποχώρηση στις τιμές των κατοικιών που παρατηρείται τελευταία -αφού ξεπέρασαν ωστόσο τα 10 τρισ. δολ. σε συνολική αξία ανά τη χώρα- ο Δρ Lowe είπε πως η RBA δεν ανησυχεί ότι θα επηρεάσουν το τραπεζικό σύστημα.

«Αναμένουμε ότι η αυστραλιανή οικονομία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται αρκετά δυναμικά τους επόμενους 6-12 μήνες. Υπάρχει ακόμη ανάκαμψη από όλους τους περιορισμούς COVID που είχαν τεθεί», είπε.

Σε σχέση με τη νέα κυβέρνηση, ανέφερε ότι η χώρα θα πρέπει να εξετάσει που θα βρει για να πληρώσει όλα αυτά που θέλουν οι ψηφοφόροι, καθώς το χρέος και το έλλειμμα είναι σε πολύ υψηλά επίπεδα.

«Υπάρχουν αυξανόμενες απαιτήσεις για το δημόσιο ταμείο. Είναι πιο δύσκολο να βρούμε πώς θα πληρώσουμε γι’ αυτές», δήλωσε. «Αυτό είναι το μεγαλύτερο δημοσιονομικό ζήτημα».