Το Πεκίνο ανέκρουσε πρύμνα, τουλάχιστον προσωρινά, στην προσπάθειά του να «βάλει χέρι» στα πλούσια κοιτάσματα σπάνιων μεταλλευμάτων της Αυστραλίας, μετά τις έντονες αντιδράσεις των αρχών της χώρας.

Η Καμπέρα δεν δίστασε να επικαλεστεί λόγους εθνικής ασφαλείας για να αιτιολογήσει την απόφασή της, ερχόμενη μάλιστα σε αντίθεση ακόμη και με τις άμεσα ενδιαφερόμενες εταιρείες.

 Την Παρασκευή και μετά από αλλεπάλληλες καθυστερήσεις και ενστάσεις, έγινε γνωστό ότι η κρατική κινεζική μεταλλουργική εταιρεία CNMC απέσυρε την προσφορά της, ύψους 400 και πλέον εκατομμυρίων δολαρίων, για να αποκτήσει την πλειοψηφία της αυστραλιανής Lynas, η οποία ελέγχει το μεγαλύτερο ανεκμετάλλευτο κοίτασμα σπάνιων μεταλλευμάτων παγκοσμίως.

Βασική αιτία για το ναυάγιο είναι το γεγονός ότι η κυβέρνηση της Αυστραλίας απαιτούσε οι Κινέζοι να ελέγχουν μειοψηφικό πακέτο της εταιρείας. «Είναι λογικό να αισθανόμαστε απογοητευμένοι από την κυβερνητική θέση», σχολίασε ο εκτελεστικός διευθυντής της Lynas, Νίκολας Κέρτις, μιλώντας προς το πρακτορείο Reuters.
Την ίδια στιγμή, το υπουργείο Άμυνας της χώρας απέρριπτε την πρόταση για δημιουργία κοινοπραξίας ανάμεσα στην υπό κινεζικό έλεγχο Wugang Australia Resources και την αυστραλιανή Western Plain Resources. Στην περίπτωση αυτή, εκτιμήθηκε ότι οι σχεδιαζόμενες επενδύσεις θα «ενοχλούσαν» τις δραστηριότητες των ενόπλων δυνάμεων.

Οι τελευταίες εξελίξεις δεν αποκλείεται να δημιουργήσουν νέες εντάσεις ανάμεσα σε Κίνα και Αυστραλία, ενδεχομένως δε και να αποβούν σε βάρος των συμφερόντων της δεύτερης, η οποία αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους των Κινέζων, εξάγοντάς τους πέρυσι αγαθά αξίας 53 δισ. δολαρίων.
Οι διμερείς σχέσεις επλήγησαν τον Αύγουστο, όταν οι κινεζικές αρχές συνέλαβαν ένα στέλεχος αυστραλιανής μεταλλουργικής εταιρείας, ενώ η Καμπέρα έδωσε βίζα σε εξόριστο στέλεχος της μουσουλμανικής μειονότητας των Ουϊγούρων, με τους οποίους το Πεκίνο βρίσκεται στα μαχαίρια.
Βεβαίως, το πιθανότερο είναι ότι οι Κινέζοι θα βρουν τρόπο να επανέλθουν στις προτάσεις τους, καθώς η συγκεκριμένη αγορά θεωρείται από αυτούς εξαιρετικά σημαντική.

Ταυτόχρονα, όμως, δεν αποκλείεται να ενταθούν και οι διεθνείς αντιδράσεις – οι οποίες έχουν αρχίσει να εκδηλώνονται ήδη από το 1992, όταν ο Ντενγκ Χσιαοπίνγκ είχε δηλώσει ότι η Μέση Ανατολή μπορεί να έχει πετρέλαιο, όμως η Κίνα διαθέτει σπάνια μεταλλεύματα, προκαλώντας φόβους ότι τα επόμενα χρόνια η χώρα του θα επιχειρούσε να κυριαρχήσει σε αυτόν τον τομέα.

Η διελκυστίνδα φαίνεται ότι αποκτά νέο ενδιαφέρον σήμερα, καθώς η ανάπτυξη των νέων «πράσινων» τεχνολογιών απαιτούν πολύ μεγαλύτερες ποσότητες σπάνιων μεταλλευμάτων -κάτι που, πρακτικά, σημαίνει ότι όποιος έχει τον έλεγχο αυτής της αγοράς μπορεί να διαδραματίσει καίριο ρόλο στη λεγόμενη «πράσινη ανάπτυξη», η οποία αποτελεί τη μεγάλη ελπίδα πολλών επιχειρήσεων για ανάκαμψη και επιστροφή στην κερδοφορία.