Ο οικονομικός εφιάλτης που βιώνουν και πολλοί ομογενείς μας, με τις τιμές να αυξάνονται διαρκώς και τα δολάρια να κάνουν… φτερά όλο και πιο γρήγορα, φαίνεται ότι θα δε θα τελειώσει σύντομα, καθώς προβλέπεται ότι ο πληθωρισμός θα συνεχίσει ανοδικά για μήνες, ενώ αναμένονται κι ακόμη πιο «φουσκωμένοι» λογαριασμοί ρεύματος.
Παράλληλα, η ανάπτυξη της αυστραλιανής οικονομίας εκτιμάται ότι θα επιβραδύνει, με τον ομοσπονδιακό υπουργό Οικονομικών, Jim Chalmers, να προειδοποιεί, από το βήμα του κοινοβουλίου αυτήν τη φορά, ότι θα χρειαστεί «πικρό φάρμακο» για να αποφευχθεί μία ύφεση.
Πιο συγκεκριμένα, η ακρίβεια ή αλλιώς ο πληθωρισμός -ο οποίο όσο πιο υψηλά βρίσκεται τόσο ταχύτερα «εξανεμίζει» εισοδήματα και συντάξεις- είναι ήδη σε νέα επίπεδα ρεκόρ (6,1% το τρίμηνο Ιουνίου) από την εισαγωγή του GST (2001).
Αλλά τα μαύρα μαντάτα δε σταματούν εδώ, καθώς όπως δήλωσε ο κ. Chalmers την Πέμπτη, προβλέπεται να φτάσει στο 7,75% έως το τέλος του χρόνου.
Αυτό, ως γνωστό συνεπάγεται και επιπλέον «δράση» της Κεντρικής Τράπεζας της Αυστραλίας (RBA) που θέλοντας να επαναφέρει τον πληθωρισμό εντός στόχων της (2% με 3%) θα συνεχίσει να ανεβάζει το επιτόκιό της.
Όσοι έχουν καταθέσεις χαμογελούν, αλλά οι δανειολήπτες «στριμώχνονται» ακόμη περισσότερο.
Μάλιστα, η αρμόδια ρυθμιστική Αρχή για τον τραπεζικό και ασφαλιστικό τομέα (APRA) προειδοποιεί την κυβέρνηση ότι θα υπάρχουν «αυξημένα» ρίσκα στην αγορά στέγασης, καθώς κλιμακώνονται τα επιτόκια.
Όπως αναφέρεται σε εμπιστευτική έκθεση, που κατέστη δημόσια χάρη στο νόμο για την Ελευθερία στην Πληροφόρηση, μετά αίτημα της Australian Financial Review, ένας αριθμός νοικοκυριών θα αντιμετωπίσει «σοκ», ενώ τα τα υψηλά επιτόκια θα μειώσουν τη δυνατότητα δανεισμού, αυξάνοντας την πιθανότητα πτώσης στις αξίες των σπιτιών.
Οι δυσοίωνες προβλέψεις όμως δε σταματούν εδώ, καθώς, σύμφωνα με τους ειδικούς, εκατομμύρια νοικοκυριά και επιχειρήσεις θα πρέπει να προετοιμαστούν για νέες απότομες αυξήσεις στους λογαριασμούς.
Οι τιμές χονδρικής, από την παραγωγή προς τους παρόχους, «εκτοξεύτηκαν» περαιτέρω το περασμένο τρίμηνο. Σύμφωνα με την αρμόδια Αρχή (Australian Energy Market Operator – AEMO) έως τις 30 Ιουνίου, εν μέσω κρίσης στο σύστημα ενέργειας, το ένα megawatt ανά ώρα έφτασε τα $264 δολ.
Μία πρωτόγνωρη αύξηση κατά 203% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2022 και σχεδόν 6 φορές περισσότερο από την μακροπρόθεσμη τάση.
Αλλά και το φυσικό αέριο ανήλθε στην τιμή ρεκόρ $28,40 ανά gigajoule (GJ) το τρίμηνο Ιουνίου, σε σχέση με $8,20/GJ την ίδια περίοδο πέρυσι.
Οι καταναλωτές θα «πονέσουν» καθώς παραγωγοί και πάροχοι ,θέλουν να ρεφάρουν τις απώλειες, λένε ειδικοί.
Ο διευθυντής του Victoria Energy Policy Centre (VEPC) στο Victoria University, Bruce Mountain, δήλωσε στο ABC ότι «δεν έχουμε δει ποτέ στο παρελθόν τις τιμές σε αυτά τα επίπεδα … Είναι περίπου δύο έως τρεις φορές υψηλότερες από το μεγαλύτερο τριμηνιαίο μέσο όρο».
Προέβλεψε δε ότι αυτή η τάση ενδεχομένως θα συνεχιστεί, καθώς τα προβλήματα, όπως η ελλιπή παραγωγή από εργοστάσια που λειτουργούν με άνθρακα και η εκτόξευση των τιμών φυσικού αερίου λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.
Πολλοί καταναλωτές έως τώρα τη… γλύτωσαν, αναφέρουν οι ειδικοί του κλάδου, αλλά προειδοποιούν ότι είμαστε ακόμη στην αρχή. Η κατάσταση είναι «πολύ-πολύ ανησυχητική», για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, ανέφερε ο κ. Mountain, ειδικά για όσους τελειώνουν λήγουν τα συμβόλαιά τους.
«Πολλοί δε θα μπορούν να πληρώσουν το ρεύμα … κι η κυβέρνηση θα βρεθεί υπό πίεση να παρέμβει γι’ αυτούς που είναι περισσότερο (οικονομικά) ευάλωτοι», πρόσθεσε.
Ενδεικτικό είναι, ότι σύμφωνα με τα στοιχεία του ΑΕΜΟ -αναζητώντας καλύτερες τιμές ή επειδή κάποιες εταιρίες διέκοψαν τη λειτουργία τους- ήδη περί τα 240.850 νοικοκυριά (αριθμός ρεκόρ) σε όλη την Αυστραλία άλλαξαν πάροχο τον Ιούνιο.
Από αυτά 87.000 ήταν στη Βικτώρια και 85.000 στην Νέα Νότια Ουαλία, 51.000 στο Κουίνσλαντ και 17.000 στην Νότια Αυστραλία.
ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ… ΠΡΟΣ ΤΑ ΚΑΤΩ
Ο κ. Chalmers, όπως είχε προαναγγείλει, μετά την ανακοίνωση των στοιχείων για τον πληθωρισμό την Τετάρτη, την επόμενη μίλησε στο Κοινοβούλιο για τις τελευταίες οικονομικές εξελίξεις.
Αναγνώρισε το πρόβλημα για την οικονομία της χώρας εν γένει, αλλά και τα νοικοκυριά, έθιξε το «τις πταίει», άφησε αισιόδοξη νότα για έως το τέλος της θητείας αυτής της κυβέρνησης, αλλά, όπως σημείωσε η δυνατότητα για άμεση παρέμβαση/λύση είναι περιορισμένη.
Ο πληθωρισμός, όπως προαναφέρθηκε, εκτιμάται ότι θα φτάσει το 7,75% έως το τέλος του χρόνου. Υψηλό 21 ετών, στην μετά-GST εποχή, αλλά και 30+ πλέον ετών ακόμη και προ-GST. Η τελευταία φορά που υπήρξε μεγαλύτερη αύξησή του, σε σχέση με τη νέα πρόβλεψη, ήταν τον Μάρτιο του 1990 (8,7%), ένα χρόνο πριν την ύφεση.
Πριν τις ομοσπονδιακές εκλογές φέτος, αναμενόταν να φτάσει έως 4,75% το 2022. Αντί να υποχωρήσει στο 3% του χρόνου όπως προβλεπόταν αρχικά, εκτιμάται ότι θα είναι στο 5,5% ετησίως, πριν πέσει στο μισό, 2,75% τον Ιούνιο του 2024.
Τότε, εκτιμάται ότι οι πραγματικοί μισθοί θα αυξάνονται πιο γρήγορα, με 3,75%. Αλλά προηγουμένως θα «μειώνονται» λόγω πληθωρισμού, με τον κ. Chalmers να ρίχνει τις ευθύνες σε «μία δεκαετία χαμένων ευκαιριών, λάθος προτεραιοτήτων και εσκεμμένης παραμέλησης» από τον Συνασπισμό.
Οι πολίτες θα πρέπει να είναι έτοιμοι για «πικρό φάρμακο» τους ερχόμενους μήνες, είπε ο Υπουργός, ώστε να καταφέρουμε να αποφύγουμε την ύφεση και την επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης.
Η νέα πρόβλεψη για την ανάπτυξη «κόπηκε» κατά 0,5% για το 2022-23 και το 2023-24, στο 3% και στο 2%, αντίστοιχα, καθώς και η διεθνή οικονομία πλοηγείται σε «επισφαλή και επικίνδυνα» νερά.
«Δεν μπορούμε να κάνουμε ότι δε βλέπουμε την πίεση υπό την οποία είναι οι πολίτες», ανέφερε ο κ. Chalmers.
«Γνωρίζετε τι έχουμε να αντιμετωπίσουμε, το βιώνετε κάθε μέρα, στο σούπερμαρκετ, στους μισθούς σας, στους λογαριασμούς ρεύματος όταν έρχονται».
Εξέφρασε πάντως την ελπίδα ότι η χώρα θα «δαμάσει» τον πληθωρισμό και θα αποφύγει την ύφεση εντέλει, αλλά όχι χωρίς θυσίες από τους πολίτες.
«Αν δεν παρέμβουμε, ο πληθωρισμός, ο οποίος είναι πολύ υψηλά, για πολύ καιρό, υπονομεύει το επίπεδο διαβίωσης και καταστρέφει την οικονομία», σημείωσε.
«Αλλά το φάρμακο είναι επίσης πικρό (tough to take), και εκατομμύρια στην Αυστραλία με δάνεια το νιώθουν αυτήν την στιγμή».
Σε σχέση με τους μισθούς ήταν «προσεκτικά» αισιόδοξος ότι θα υπάρξει πραγματική αύξησή τους πριν από το τέλος αυτής της θητείας της κυβέρνησης Albanese το 2025. Αλλά, συμπλήρωσε, αυτό θα εξαρτηθεί από τη συγκράτηση του πληθωρισμού.
Ενόψει και της συνόδου για την απασχόληση το Σεπτέμβριο, αλλά και τον νέο προϋπολογισμό τον Οκτώβριο, αναφέρθηκε σε τρεις βασικές στρατηγικές τις οποίες θα ακολουθήσει η κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει την κρίση:
Θα βοηθήσει με το κόστος ζωής, μειώνοντας την πίεση της ακρίβειας, όπως στο κόστος για τη φροντίδα παιδιών, αυξάνοντας του μισθούς με την πάροδο του χρόνου και με την «αποσυμφόρηση» της αλυσίδας προμήθειας με επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Τέλος, μίλησε για «ποιότητα» στις δαπάνες και όχι ποσότητα.
«Αυτήν τη στιγμή, κάθε νοικοκυριό πρέπει να λάβει σκληρές αποφάσεις για το τι μπορεί να αντέξει (οικονομικά) και τι όχι, και η κατάσταση δε θα πρέπει να είναι διαφορετική για την κυβέρνηση», υπογράμμισε.
Ο «σκιώδης υπουργός» Οικονομικών, Angus Taylor σχολίασε ότι η κυβέρνηση Albanese δε δημιούργησε τα προβλήματα αυτά που έχει εμπρός της, αλλά πρέπει να έχει ένα σχέδιο «απάντησης».
«Η δήλωση (από τον κ. Chalmers) δεν κάνει αναφορά στο ότι το Εργατικό Κόμμα κατέβηκε στις εκλογές προτείνοντας (προϋπολογισμό με) μεγαλύτερα ελλείμματα), είπε.
Ο κ. Τaylor, από την πλευρά του, πρότεινε ορισμένες βραχυπρόθεσμες «απαντήσεις», όπως ενθάρρυνση των συνταξιούχων να επιστρέψουν στην αγορά εργασίας ελαφρύνοντας τις πιέσεις σε πληθώρα κλάδων της οικονομίας από την έλλειψη προσωπικού, συγκράτηση των δαπανών του προϋπολογισμού και διατήρηση της παραγωγικότητας, «κρατώντας» την Australian Building and Construction Commission.
ΤΟ ΔΝΤ
«Σύσφιξη» της δημοσιονομικής πολιτικής προτείνει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) για την Αυστραλία, για φέτος και του χρόνου, σημειώνοντας ότι εν γένει οι χώρες της περιοχής Ασίας-Ειρηνικού, θα πρέπει να αυξήσουν τα επιτόκια για να αντιμετωπίσουν τις πληθωριστικές πιέσεις.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, η αυστραλιανή οικονομία να αναπτυχθεί κατά 3,8% το 2002, πριν επιβραδύνει στο 2,2% του χρόνου. Τον Απρίλιο το Ταμείο έκανε λόγο για ανάπτυξη 4,2% και 2,5% αντίστοιχα.
Το ΔΝΤ προειδοποιεί ότι οι εξελίξεις στις ΗΠΑ και την Ευρώπη (ειδικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία) δεν αφήνουν ανεπηρέαστη την Αυστραλία.
Ως εκ τούτου συστήνει πιο «σφιχτή» δημοσιονομική πολιτική, ώστε να αντιμετωπίσουν τα υψηλά επίπεδα χρέους και να δοθεί η ευκαιρία να «δαμαστεί» ο πληθωρισμός.
Απαραίτητες κρίνονται «στοχευμένες και προσωρινές παρεμβάσεις» για την υποστήριξη των πιο ευάλωτων οικονομικά, οι οποίοι αναμένεται να αντιμετωπίσουν «νέα σοκ», ειδικά από τις υψηλές τιμές ενέργειας και τροφίμων.
Οι παρεμβάσεις αυτές, αναφέρει το ΔΝΤ, θα πρέπει να είναι «ουδέτερες» ως προς τον προϋπολογισμό, δηλαδή να μην αυξάνουν τα ελλείμματα και το χρέος, αλλά να χρηματοδοτηθούν από φόρους ή περικοπή άλλων δαπανών.