Η αξία των σπιτιών ανά την Αυστραλία υποχωρεί με ταχύ ρυθμό, καθώς η Κεντρική Τράπεζα (RBA) συνεχίζει τις μεγάλες αυξήσεις του επιτοκίου της, προσπαθώντας να «συμμαζέψει» τον πληθωρισμό, με «παρενέργειες» ωστόσο στην αγορά κατοικιών ειδικά, αλλά και στην οικονομία ευρύτερα.
Σε ένα περιβάλλον μεγάλης κλιμάκωσης του κόστους ζωής, ο δανεισμός καθίσταται πιο ακριβός, η δυνατότητα απόκτήσης ακινήτου μειώνεται και ως εκ τούτου η ζήτηση και οι τιμές τους πέφτουν.
Σε ορισμένες περιοχές μάλιστα, του Σίδνεϊ κυρίως, αλλά και της Μελβούρνης, καταγράφονται απώλειες που ξεπερνούν τις 100.000 δολ. σε τρεις μήνες.
Και δεν προβλέπεται ανατροπή της τάσης άμεσα καθώς η RBA δεσμεύεται να κάνει «ό,τι είναι αναγκαίο» ώστε ο πληθωρισμός να επιστρέψει εντός στόχου.
Αυτό σημαίνει νέες αυξήσεις στο επιτόκιο τους ερχόμενους μήνες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την αξία των σπιτιών και το επιπλέον κόστος κάθε μήνα για όσους αποπληρώνουν δάνεια, ενώ πιο τυχεροί είναι όσοι δε χρωστούν και έχουν καταθέσεις.
Ειδικότερα, η RBA την Τρίτη ανακοίνωσε μία ακόμη αύξηση του επιτοκίου της (cash rate), της τάξης του 0,50%, καθώς ο πληθωρισμός, σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες προβλέψεις του Υπουργείου Οικονομικών θα ανέλθει έως 7,75% προς το τέλος του χρόνου.
Επρόκειτο για την 4η διαδοχική «άνοδο», σε τέσσερις μήνες, με τις τρεις τελευταίες να είναι μάλιστα της τάξης του 0,50%, μετά την πρώτη του 0,25.
Έτσι, το επιτόκιο της RBA από το ιστορικό χαμηλό του 0,10% στις αρχές Μαΐου βρίσκεται πλέον στο 1,85%.
Ο επικεφαλής της RBA, Philip Lowe, δήλωσε μάλιστα ότι είναι απίθανο η νέα αυτή αύξηση να είναι η τελευταία για φέτος.
«Το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει να κάνει περαιτέρω βήματα στη διαδικασία για την ομαλοποίηση των συνθηκών νομισματικής πολιτικής τους ερχόμενους μήνες, αλλά δεν είναι ένα προκαθορισμένο μονοπάτι», είπε ο Δρ Lowe και πρόσθεσε:
«Το πόσο και το πότε των μελλοντικών αυξήσεων του επιτοκίου θα καθοριστούν από τα εισερχόμενα στοιχεία και την αξιολόγηση του Δ.Σ. για την προοπτική του πληθωρισμού και την αγορά εργασίας».
«Το Δ.Σ. είναι δεσμευμένο να κάνει ό,τι είναι αναγκαίο για να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός στην Αυστραλία θα επιστρέψει εντός στόχου με τον καιρό».
Αναγνώρισε ωστόσο ότι θα είναι μία δύσκολη αποστολή χωρίς να επιβραδύνει η οικονομία της χώρας ή ακόμη και να καταγραφεί ύφεση.
«Το Δ.Σ. θέτει ως υψηλή προτεραιότητα την επιστροφή του πληθωρισμού στο εύρος 2% με 3% με τον καιρό, διατηρώντας παράλληλα την οικονομία σταθερή».
«Το μονοπάτι για επιτευχθεί αυτή η ισορροπία είναι στενό και με σύννεφα αβεβαιότητας, όχι μόνο λόγω των διεθνών εξελίξεων».
Το ABC επεσήμανε ότι ορισμένοι οικονομολόγοι εκτιμούν πως πολλές από τις απειλές για την οικονομία έχουν δημιουργηθεί από την ίδια την RBA, εν πολλοίς επειδή σε παλαιότερες ανακοινώσεις ανέφερε ότι το επιτόκιό της, πιθανώς θα παρέμενε κοντά στο μηδέν τουλάχιστον έως το 2024.
Οι δανειολήπτες μάλιστα στενάζουν. «Νομίζω ότι όσοι έχουν αγοράσει κατοικία για πρώτη φορά είναι αυτοί που έχουν το μεγαλύτερο παράπονο», δήλωσε ο διευθυντής της EQ Economics, Warren Hogan.
Περίμεναν «χαλαρή» νομισματική πολιτική και χαμηλά επιτόκια για μήνες ακόμη και πλέον «είναι αντιμέτωποι με την πιο σημαντική σύσφιξη … της σύγχρονης εποχής».
Ενδεικτικά, σύμφωνα με τα στοιχεία της RateCity, αν η νέα αύξηση του 0,50% «περάσει» εκ νέου πλήρως από τις τράπεζες σε όσους αποπληρώνουν δάνεια 500.000 δολ., αυτοί θα βρεθούν με επιπλέον κόστος 140 δολ. ανά μηνιαία δόση.
Από τις Μαΐου, οπότε έγινε η πρώτη αύξηση από την RBA, κάποιος με δάνειο 500.000 δολ. καλείται να καταβάλλει επιπλέον 472 δολ. κάθε μήνα, αν η τράπεζά του, απλά έκανε την ίδια αύξηση με την Κεντρική Τράπεζα.
Δεν είναι λίγοι αυτοί βέβαια, μεταξύ των οποίων και πολλοί ομογενείς μας που έχουν πάρει πολύ μεγαλύτερα δάνεια και ως εκ τούτου, βρίσκονται σε ακόμη πιο δυσχερή θέση με τις δόσεις.
Επίσης, είτε κάποιος ακόμη πληρώνει στην τράπεζα για το σπίτι του, είτε το έχει ξεχρεώσει, είναι αντιμέτωπος με σημαντική μείωση στην αξία του, ανάλογα βέβαια και την περιοχή όπου μένει.
Η Δρ Nicola Powell, επικεφαλής Έρευνας και Οικονομικών της Domain, δήλωσε στην Sydney Morning Herald, ότι οι αυξήσεις του επιτοκίου της RBA έχει επιταχύνει την πτώση, η οποία αρχικά οφειλόταν στον μεγάλο αριθμό σπιτιών προς πώληση, τις τιμές τους που είχαν φτάσει σε νέα ρεκόρ, αλλά και τα πιο αυστηρά κριτήσια δανεισμού από τις τράπεζες.
Σε αυτά, επεσήμανε η Δρ Powell, προστέθηκε η εκτίναξη της ακρίβειας και οι αυξήσεις από την RBA «κι έπειτα συνέχεια με περαιτέρω επιτάχυνση στη μείωση των τιμών».
Τα σπίτια, μέσης αξίας, σε ακριβά προάστια έχουν τις μεγαλύτερες απώλειες, είπε.
Στο Σίδνεϊ, στα βόρεια και στην περιοχή του Hornsby, οι τιμές ακινήτων έχουν πέσει έως 250.000 δολ. Στα δυτικά, κοντά στο κέντρο της πόλης, έως 200.000 δολ. και περί τα 187.500 στις βόρειες παραλίες.
Για τη Μελβούρνη, στα ανατολικά, κοντά στο κέντρο, η μείωση ήταν 107.500 δολ. ενώ για το Μπρίσπαν, η μέση μείωση ήταν 50.000 δολ.
Ανά την Αυστραλία, σύμφωνα με τα στοιχεία της CoreLogic, η μέση αξία μίας κατοικίας (σπίτια και διαμερίσματα) μειώθηκε 2% από τις αρχές Μαΐου στα 747.800 δολάρια.
Ο διευθυντής έρευνας της CoreLogic, Tim Lawless, εκτίμησε επίσης, μιλώντας στο ABC, ότι η αγορά ακινήτων πιθανώς θα επιδεινωθεί, καθώς θα συνεχίζονται οι αυξήσεις επιτοκίου της RBA.
Για το Σίδνεϊ, η μείωση της αξίας ήταν 2,2% τον Ιούλιο (σε 1.346.193 δολ. μέση τιμή για ένα σπίτι και 806.310 δολ. για ένα διαμέρισμα), σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα και σύμφωνα με τον κ. Lawless, σε σημείο που συγκρίνεται με την κρίση του 2008, αλλά και των αρχών του ’80.
Για τη Μελβούρνη, η πτώση ήταν 1,5%, με τη μέση αξία να διαμορφώνεται πλέον στα 964.950 δολ. για ένα σπίτι και 614.351 δολ. για ένα διαμέρισμα.
Παράλληλα, η αξία συνολικά των νέων δανείων για την αγορά σπιτιών μειώθηκε κατά 3,3% στο τρίμηνο και είναι πλέον 9,6% χαμηλότερα από ό,τι πέρυσι, σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία (ABS).
Για τους αγοραστές πρώτης κατοικίας η μείωση ήταν 10% και 29% αντίστοιχα και για τους επενδυτές 6,3% το τρίμηνο Ιουνίου, αλλά ακόμη ήταν +17,3% σε σχέση με ένα χρόνο πριν.