Σε επίπεδα Απριλίου 2020, όταν ο κορονοϊός είχε αρχίσει να φέρνει τα πάνω-κάτω στη ζωή μας, βυθίστηκε η ψυχολογία των καταναλωτών, καθώς ο πληθωρισμός βρίσκεται σε υψηλά 30 και πλέον ετών «γονατίζοντας» τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, με πολλούς πολίτες να καταφεύγουν ακόμη και στις αποταμιεύσεις τους -όσοι είναι αρκετά τυχεροί και έχουν- για να τα βγάλουν πέρα.

Μόνο τυχαίο δεν είναι ότι, τρεις στους πέντε στην Αυστραλία, δηλαδή το ισοδύναμο περίπου 12 εκατομμυρίων ανθρώπων, φοβούνται ότι δε θα έχουν αρκετά χρήματα στην άκρη για την «άνετη» συνταξιοδότησή τους.

Πιο συγκεκριμένα, εθνική έρευνα της Finder έδειξε ότι ένα ανησυχητικό ποσοστό, 28% -των 1.057 συνολικά ερωτηθέντων- παραδέχτηκε ότι δεν πιστεύει ότι θα έχει αρκετά για να σταματήσει να εργάζεται.

Μόνο το 18% πίστευαν ότι έχουν βάλει στην άκρη επαρκείς αποταμιεύσεις για να συνταξιοδοτηθούν με άνεση.

Οι άνδρες είναι πιο σίγουροι για την ικανότητά τους να «αντέξουν» οικονομικά να συνταξιοδοτηθούν, με το 26% να είναι βέβαιοι ότι θα έχουν αρκετά χρήματα για να ζήσουν καλά αφού σταματήσουν να εργάζονται, σε σύγκριση με το 11% των γυναικών.

Η μη επαρκής σύνταξη είναι ένα αυξανόμενο πρόβλημα, δήλωσε η κα Alison Banney της Finder.

«Εκατομμύρια άνθρωποι στην Αυστραλία δεν είναι στην πραγματικότητα σε θέση να αποταμιεύσουν αρκετά για να φύγουν από τη δουλειά τους … Οι περισσότεροι φιλοδοξούν να συνταξιοδοτηθούν στα μέσα της δεκαετίας των 60 χρόνων τους, αλλά πολλοί δεν έχουν αρκετά χρήματα για μια άνετη συνταξιοδότηση», ανέφερε.

Η έρευνα αποκάλυψε ακόμη ότι μόνο το 18% κάνουν πρόσθετες εισφορές, με «θυσία» μισθού, για τη συνταξιοδότησή τους. Αυτοί συνεισφέρουν 713 δολάρια το μήνα, κατά μέσο όρο.

Το ένα τρίτο δήλωσε ότι θα «τα καταφέρει» να τα φέρει βόλτα κατά τη συνταξιοδότηση, αλλά θα πρέπει να περιορίσει τις δαπάνες του.

Με την κρίση στο κόστος ζωής να κλιμακώνεται, η κα Banney, επεσήμανε πως αν είναι δυνατόν, δε θα πρέπει να δούμε μόνο το τώρα, αλλά και το «συνταξιοδοτικό απόθεμα».

ΕΠΙΣΙΤΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΣΦΑΛΕΙΑ

Η κατάσταση με την ακρίβεια γίνεται κάθε μέρα και χειρότερη για εκατομμύρια πολίτες, που ξοδεύουν πλέον περισσότερα, αλλά συχνά αγοράζουν λιγότερα σε σχέση με το παρελθόν, καθώς ο πληθωρισμός «ροκανίζει» εισοδήματα και συντάξεις.

Το κόστος ζωής έχει εκτιναχθεί, από τα τρόφιμα και τα καύσιμα, έως τους «φουσκωμένους» λογαριασμούς ρεύματος και αερίου, ενώ ακόμη πιο δύσκολα τα βγάζουν πέρα όσοι αποπληρώνουν δάνειο ή/και ζουν στο ενοίκιο.

Κάποιες οικογένειες με παιδιά αγοράζουν με δυσκολία ακόμη και τα απαραίτητα για τη διαβίωση. Καταφεύγουν σε τακτικές «αγοράζω τώρα, πληρώνω αργότερα» (BNPL) και αποπληρώνουν με δόσεις ακόμη και το σούπερμαρκετ.

Δεν είναι οι μόνοι. Οι οικονομολόγοι αναμένουν ότι ο αριθμός των ανθρώπων που τα βγάζουν πέρα ζόρικα, θα συνεχίσει να αυξάνεται, καθώς ο πληθωρισμός θα συνεχίσει ανοδικά.

Έως τον Ιούνιο υπήρχαν 5,9 εκατ. ενεργοί λογαριασμοί BNPL στην Αυστραλία. Η ζήτηση επιβράδυνε τον Σεπτέμβριο, σύμφωνα με το Equifax, αλλά είναι 10% υψηλότερο σε σχέση με την ίδια περίοδο πέρυσι.

Ένα στα τρία νοικοκυριά στην Αυστραλία βιώνει επισιτιστική ανασφάλεια, σύμφωνα με τον φιλανθρωπικό οργανισμό Foodbank Australia.

«Ακούμε για ανθρώπους που αγοράζουν φαγητό με Afterpay … ακούμε για συνταξιούχους που έχουν μειώσει τις μερίδες και τα γεύματά τους κάθε μέρα, επειδή δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα, τόσο με τα έξοδα στέγασης, όσο και με τις σίτισης … για γονείς που λένε στα παιδιά τους ότι δεν πεινούν και δε χρειάζεται να φάνε το βράδυ, ενώ στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει αρκετό φαγητό για όλη την οικογένεια», δήλωσε στο SBS η διευθύνουσα σύμβουλος της Foodbank, Brianna Casey.

Τραγικές ιστορίες. Όπως η παρακάτω που αφηγήθηκε ο κ. Matt Tilley, στέλεχος της Foodbank στο ABC Radio της Μελβούρνης, «Μία μητέρα, η οποία την περασμένη εβδομάδα, έπαιρνε κάποια τρόφιμα από την κινητή μας μονάδα -λεωφορείο σούπερμαρκετ- ρώτησε: ‘πόσο καιρό μετά αφού λήξει μπορώ να φάω αυτό το γιαούρτι;’».

«Δε θα το ρίσκαρα…», απάντησε ο ίδιος και ρώτησε τη μητέρα γιατί ρωτάει κάτι τέτοιο. «Ελπίζω να το κρατήσω για την Ημέρα των Χριστουγέννων», του είπε. «Αυτό θα ήταν το ‘κέρασμά’ για τα παιδιά της εκείνη την ημέρα, λίγο γιαούρτι».

Δυστυχώς, ιστορίες σαν και αυτή, που ραγίζουν την καρδιά, καθίστανται κάθε μέρα και πιο κοινές, εξήγησε η κα Casey. «Μακάρι να μπορούσα να πω ότι αυτήν η ιστορία είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό, αλλά δυστυχώς, ακούμε ιστορίες σαν και αυτήν κάθε μέρα».

Επεσήμανε ότι η Foodbank παρέχει βοήθεια με τα τρόφιμα σε ένα εκατομμύριο ανθρώπους σε όλη τη χώρα κάθε μήνα.

«Η ζήτηση σε ορισμένες περιοχές της Αυστραλίας είναι τώρα μεγαλύτερη από ό,τι ήταν κατά την κορύφωση της πανδημίας», είπε.

Η αύξηση του κόστους ζωής είναι ο κύριος λόγος. «Έχει να κάνει με το υψηλό κόστος για φαγητό και ψώνια, με το υψηλό κόστος ενέργειας -ηλεκτρικό, αέριο, καύσιμα (όσοι είναι αρκετά τυχεροί να έχουν δικό τους όχημα)- με το κόστος στέγασης, αν υπάρχει διαθέσιμη κατοικία».

Το χαμηλό εισόδημα είναι ο άλλος λόγος. «Το 45% των νοικοκυριών που βιώνουν επισιτιστική ανασφάλεια έχουν απασχόληση … κερδίζουν ένα εισόδημα, αλλά, δυστυχώς, οι μισθοί δεν είναι αρκετοί για να καλύψουν τις αυξήσεις στις τιμές», διευκρίνισε η ίδια.

ΣΤΑ… ΤΑΡΤΑΡΑ Η ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ

Με τον πληθωρισμό ήδη στο 7,3%, ενώ αναμένεται να φτάσει και έως το 8% στο τέλος του χρόνου, ο δείκτης της καταναλωτικής εμπιστοσύνης ANZ-Roy Morgan, υποχώρησε κατά 1,5%, σε σχέση με την προηγούμενη εβδομάδα, και βρέθηκε στο χαμηλότερο σημείο από τον Απρίλιο του 2020.

Ο εν λόγω δείκτης έχει μειωθεί κατά 10,4% σε έξι εβδομάδες καθώς το διαρκώς αυξανόμενο κόστος ζωής σαρώνει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, ενώ παράλληλα τα επιτόκια της RBA συνεχίζουν ανοδικά.

Ο «φόβος» των καταναλωτών, οι προσδοκίες τους για τον πληθωρισμό, βρίσκονται πλέον στο 6,8% (+0,2% σε σχέση με μία εβδομάδα πριν), το υψηλότερο επίπεδο από το 2010 και έπειτα, οπότε καθιερώθηκε αυτό το ερώτημα στην έρευνα.

Ο επικεφαλής της ANZ για την αυστραλιανή οικονομία, David Plank, δήλωσε πως η πτώση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης αναμενόταν μετά και τη νέα αύξηση του επιτοκίου της RBA, κατά 0,25%, στο 2,85% πλέον, υψηλό 9 ετών, παρότι μερικούς μήνες πριν, έως τις αρχές Μαΐου ήταν στο ιστορικά χαμηλό 0,10%.

Η άνοδος του πληθωρισμού από τη μία και η μείωση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης από την άλλη, δημιουργούν ένα «ζόρικο μείγμα» για την RBA, εξήγησε ο κ. Plank. Η κατανάλωση ως γνωστόν, παίζει ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη, συμβάλλοντας σε μεγάλο βαθμό στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ).

ΖΟΡΙΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ

Και δεν είναι μόνο οι καταναλωτές, αλλά και οι επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν «αναταράξεις».

Ο δείκτης του Australian Industry Group για τις Υπηρεσίες υποχώρησε κι άλλο τον Οκτώβριο και παραμένει σε ένα επίπεδο που «δείχνει» ύφεση για τον κλάδο.

Τα αποτελέσματα ήταν πάντως ανάμεικτα για τις επιχειρήσεις αυτές. Πωλήσεις και παραδόσεις «έπεσαν», ενώ νέες παραγγελίες και απασχόληση ήταν σε θετικό έδαφος, καταγράφοντας βελτίωση.

Πέρα από την αύξηση του επιτοκίου της RBA και την έλλειψη προσωπικού, η κακοκαιρία και οι πλημμύρες, αποτέλεσαν κομβικούς παράγοντες για την πορεία των επιχειρήσεων.

«Ο κλάδος των Υπηρεσιών στην Αυστραλία αντιμετωπίζει εξασθένηση», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος του Australian Industry Group, Innes Willox.

Η χρόνια έλλειψη εργατικού δυναμικού έχουν επηρεάσει τον τομέα προμηθειών του κλάδου για το μεγαλύτερο διάστημα φέτος. Και τώρα, οι συνέπειες της σωρευτικής αύξησης του επιτοκίου αποδυναμώνουν τη ζήτηση επίσης».