Σε νέα αύξηση του βασικού της επιτοκίου (cash rate) προχώρησε η Αποθεματική Τράπεζα της Αυστραλίας (RBA), την 8η διαδοχική σε ισάριθμους μήνες.

Από το ιστορικό χαμηλό του 0,10% τον περασμένο Μάιο, το επιτόκιο είναι πλέον στο 3,10%, μετά την νέα αύξηση κατά 0,25% και βρίσκεται σε υψηλό 10ετίας (ήταν 3,25% τον Νοέμβριο του 2012), καθώς η RBA προσπαθεί να τιθασεύσει τον πληθωρισμό.

«Ο πληθωρισμός στην Αυστραλία είναι υπερβολικά υψηλός, στο 6,9% για το έτος έως τον Οκτώβριο», δήλωσε ο διοικητής της RBA, Philip Lowe.

«Οι διεθνείς παράγοντες ‘εξηγούν’ μεγάλο μέρος αυτού του υψηλού πληθωρισμού, αλλά η ισχυρή εγχώρια ζήτηση σε σχέση με την ικανότητα της οικονομίας να ανταποκριθεί στη ζήτηση αυτή παίζει επίσης ρόλο», εξήγησε.

Εάν οι τράπεζες μεταβιβάσουν πλήρως τη νέα αύξηση της RBA, το μέσο επιτόκιο των ενυπόθηκων δανείων θα αυξηθεί στο 6,45%, ενώ τον Απρίλιο, ο μέσος όρος ήταν περίπου στο 3,45%.

Το επιπλέον 3% στα επιτόκια, για ένα ενυπόθηκο δάνειο 750.000 δολαρίων, σημαίνει πρόσθετο βάρος 1.418 δολαρίων κάθε μήνα για την αποπληρωμή του.

«Αυτές οι αυξήσεις των επιτοκίων έχουν ήδη σκληρές και βαριές συνέπειες στους προϋπολογισμούς πολλών νοικοκυριών και στις αποπληρωμές πολλών στεγαστικών δανείων, αλλά ο πλήρης αντίκτυπος αυτών των αυξήσεων των επιτοκίων δεν έχει ακόμη γίνει αισθητός στην οικονομία», προειδοποίησε από την πλευρά του ο ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομικών, Jim Chalmers, σχολιάζοντας τη νέα αύξηση του επιτοκίου της RBA.

Ο Δρ Lowe αναγνώρισε ότι τα επιτόκια αυξήθηκαν απότομα από τον Μάιο και έπειτα, αλλά επέμεινε ότι είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι ο υψηλός ρυθμός πληθωρισμού είναι προσωρινός.

Καθώς ο πληθωρισμός αναμένεται να κορυφωθεί πέριξ του 8% -έναντι στόχου 2% με 3% της RBA- έκανε λόγο για νέες αυξήσεις το νέο έτος.

«Ο υψηλός πληθωρισμός βλάπτει την οικονομία μας και κάνει τη ζωή πιο δύσκολη για τους ανθρώπους. Προτεραιότητα του Διοικητικού Συμβουλίου (της RBA) είναι η αποκατάσταση του χαμηλού πληθωρισμού και η επιστροφή του πληθωρισμού στην περιοχή του 2-3% σε βάθος χρόνου», είπε.

Ανέφερε ότι η οικονομία της Αυστραλίας συνεχίζει να αναπτύσσεται σταθερά, αλλά ότι η ανάπτυξη θα μετριαστεί κατά τη διάρκεια του 2023, καθώς και η παγκόσμια οικονομία επιβραδύνει.

Η αγορά εργασίας παραμένει επίσης σφιχτή, με το ποσοστό ανεργίας στο 3,4%.

«Η αύξηση των μισθών συνεχίζει να επιταχύνει, σε σχέση με τους χαμηλούς ρυθμούς των τελευταίων ετών και αναμένεται περαιτέρω αύξηση λόγω της στενής αγοράς εργασίας και του υψηλότερου πληθωρισμού», είπε ο Δρ Lowe.

«Δεδομένης της σημασίας της αποφυγής ενός σπιράλ τιμών-μισθών (prices-wages spiral), το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να δίνει ιδιαίτερη προσοχή τόσο στην εξέλιξη του κόστους εργασίας όσο και στη συμπεριφορά των επιχειρήσεων όσον αφορά τον καθορισμό των τιμών κατά την προσεχή περίοδο», πρόσθεσε.

Επισημάνθηκε ότι το Διοικητικό Συμβούλιο «επιδιώκει να διατηρήσει την οικονομία σε ομαλή πορεία καθώς επαναφέρει τον πληθωρισμό στο στόχο, αλλά αυτές οι αβεβαιότητες σημαίνουν ότι υπάρχει ένα εύρος πιθανών σεναρίων».

«Το μονοπάτι για την επίτευξη της απαιτούμενης μείωσης του πληθωρισμού και την (παράλληλη) επίτευξη ήπιας ‘προσγείωσης’ της οικονομίας παραμένει ‘στενό».

«Το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει να αυξήσει περαιτέρω τα επιτόκια κατά την προσεχή περίοδο, αλλά δε βρίσκεται σε προκαθορισμένη πορεία. Παρακολουθεί στενά την παγκόσμια οικονομία, τις δαπάνες των νοικοκυριών και τη συμπεριφορά των μισθών σε σχέση με τον καθορισμό των τιμών».

Τα νοικοκυριά, «έχουν ήδη σκληρές και βαριές επιπτώσεις στις αποπληρωμές. Αλλά όπως κατέστησε σαφές η RBA, αναμένουμε ότι ο πλήρης αντίκτυπος αυτών των αυξήσεων των επιτοκίων, θα γίνει αισθητός στην πορεία», επεσήμανε ο κ. Chalmers.

Ανέφερε ότι η οικονομία της Αυστραλίας είναι σε πλεονεκτική θέση, αλλά υπάρχει αρκετή αβεβαιότητα στο μέλλον, ιδίως καθώς η παγκόσμια οικονομία επιβραδύνει.

«Είδαμε τις απαρχές μιας καλοδεχούμενης αύξησης των μισθών και έχουμε πολύ υψηλές τιμές για ορισμένα από τα εμπορεύματά μας, γεγονός που επηρεάζει και τον προϋπολογισμό», είπε.

«Έχουμε μια σειρά από πράγματα που μας ευνοούν, αλλά είμαστε όμηροι μιας σειράς εξελίξεων τις οποίες δεν μπορούμε να ελέγξουμε», συμπλήρωσε.

Ο κ. Chalmers μίλησε για τον πόλεμο στην Ουκρανία, τους αυστηρούς περιορισμούς στην Κίνα λόγω COVID-19, καθώς και πιθανά ακραία καιρικά φαινόμενα στην Αυστραλία του κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.

«Όπως πάντα, καθώς πλησιάζουμε στην περίοδο των Χριστουγέννων, την εορταστική περίοδο, προφανώς τα ακραία καιρικά φαινόμενα και οι φυσικές καταστροφές έχουν τη δυνατότητα να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην οικονομία μας και στον προϋπολογισμό μας», είπε.

Δεσμεύτηκε πάντως εκ νέου ότι η κυβέρνηση δεσμεύεται να έχει ένα σχέδιο για τη μείωση των τιμών της ενέργειας πριν από τα Χριστούγεννα, παρά την αναβολή του Εθνικού Συμβουλίου λόγω της νόσησης του πρωθυπουργού, Anthony Albanese, με COVID-19.

«Έχουμε καταστήσει σαφές ότι σκοπεύουμε να παρέμβουμε στην εν λόγω αγορά με προσωρινό, υπεύθυνο και ουσιαστικό τρόπο», δήλωσε ο κ. Chalmers.

«Πρέπει να αφαιρέσουμε το ‘κεντρί’ από αυτές τις αυξήσεις των τιμών ενέργειας για λογαριασμό των επιχειρηματιών και των πολιτών σε όλη τη χώρα. Αυτός παραμένει ο στόχος μας. Σκοπεύουμε να ξεκαθαρίσουμε τη θέση μας και τα σχέδιά μας στον τομέα αυτό μέχρι τα Χριστούγεννα … (ο πρωθυπουργός) εξακολουθεί να εργάζεται πολύ σκληρά για να φτάσει σε αυτό το αποτέλεσμα».

Το Εθνικό Συμβούλιο επρόκειτο να συνεδριάσει την Τετάρτη για να συζητήσει πιθανά ανώτατα όρια τιμών στις τιμές του φυσικού αερίου και του άνθρακα. Όπως έγινε γνωστό θα πραγματοποιηθεί τηλεδιάσκεψη την Παρασκευή.

Το Κουίνσλαντ και η Νέα Νότια Ουαλία έχουν προειδοποιήσει ότι το πλαφόν στον άνθρακα θα πλήξει τα κρατικά ταμεία και ζήτησαν χρηματοδότηση από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση για να αντικαταστήσουν τα χαμένα φορολογικά έσοδα.

Ο κ. Chalmers δήλωσε ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση είναι «έτοιμη να διαπραγματευτεί» με τις Πολιτείες για να επεξεργαστεί μια ενιαία θέση για την αντιμετώπιση των αυξήσεων στις τιμές ενέργειας.

«Έχουμε καταστήσει σαφές ότι όλες οι επιλογές βρίσκονται στο τραπέζι. Θα προτιμούσαμε, όπου είναι δυνατόν, μια ρυθμιστική απάντηση … Αλλά είπαμε ότι είμαστε έτοιμοι να εξετάσουμε και άλλες επιλογές, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης για κάποια υπεύθυνη συνεισφορά από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, τότε προφανώς αυτό θα αποτελέσει μέρος της συζήτησης», είπε.

«Προφανώς όταν πρόκειται για τον άνθρακα, υπάρχει μεγαλύτερος ρόλος για τις Πολιτείες όταν πρόκειται για ρυθμιστικούς και άλλους ‘μοχλούς’. Και έτσι συνεργαζόμαστε με καλή πίστη».

Από την πλευρά του, ο «σκιώδης υπουργός» Οικονομικών, Angus Taylor, επέκρινε την κυβέρνηση, σημειώνοντας ότι υποσχέθηκε φθηνότερα στεγαστικά δάνεια, φθηνότερο ηλεκτρικό ρεύμα και χαμηλότερο κόστος ζωής, αλλά «αυτό που είδαμε είναι το ακριβώς αντίθετο».

Υποστήριξε ότι η κυβέρνηση δεν έχει κανένα σχέδιο και δεν έχει ακόμη σαφή πορεία προς τα εμπρός για τη μείωση των πιέσεων στο ενεργειακό κόστος. Επίσης, ότι έχει σπαταλήσει τώρα έξι μήνες και έχει αφήσει την RBA να «κουβαλάει τον κουβά» στην προσπάθειά της να μειώσει τον πληθωρισμό.

Είπε πως ο Συνασπισμός, αν ήταν στην κυβέρνηση, θα προσπαθούσε να διοχετεύσει περισσότερο φυσικό αέριο στο οικιακό δίκτυο, με θετικές συνέπειες στις τιμές.