Σε ηλικία 82 ετών έφυγε από τη ζωή ο Κωνσταντίνος Β’. Μετά την αναχώρησή του από την Ελλάδα, το 1967, έπειτα από το αποτυχημένο κίνημά του κατά της δικτατορίας, η χώρα δεν γνώρισε άλλον βασιλιά. Και με την επιστροφή του Κ.Καραμανλή, το δημοψήφισμα του 1974 έκλεισε οριστικά το πολιτειακό ζήτημα.

Ο Κωνσταντίνος πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ως “βασιλιάς δίχως βασίλειο”. Ο ίδιος, πάντως, συνήθιζε να λέει ότι «δεν είμαι ο πρώην βασιλεύς, είμαι ο βασιλεύς Κωνσταντίνος, τελεία και παύλα». Αργότερα, σε μία σπάνια συνέντευξή του είχε εμφανιστεί πιο χαλαρός με το όλο ζήτημα. «Δεν με ενοχλεί το τέως. Όλοι είμαστε τέως κάτι…».

‘Οσο και αν φαίνεται απίστευτο αξίζει να σημειωθεί πως ο Κωνσταντίνος δεν ήταν Έλληνας πολίτης. Έφερε δανέζικο διαβατήριο από το 1983 ως King Constantine και το 2021, όταν χρειάστηκε να βγάλει ΑΜΚΑ, λόγω της μετεγκατάστασής του στην Ελλάδα, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους απεφάνθη ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το όνομα «Κωνσταντίνος τέως Βασιλεύς Παύλου».

Στις 2 Ιουνίου 1940, ο Κωνσταντίνος ως βρέφος, θα γνώριζε την απομάκρυνση από την Ελλάδα από την πρώτη στιγμή της ζωής του – κάτι που θα τον κατέτρεχε έκτοτε για πάντα. Ήταν όταν η οικογένειά του έφυγε μέσω Κρήτης για την Αίγυπτο και στη συνέχεια για τη Νότιο Αφρική την ώρα που οι Γερμανοί έμπαιναν πλέον στην Ελλάδα.

Θα επέστρεφαν όταν ο Κωνσταντίνος ήταν πλέον 6 ετών, με την παλινόρθωση του ελληνικού θρόνου μετά το δημοψήφισμα που έφερε βασιλιά τον θείο του Γεώργιο Β’. Ο αιφνίδιος θάνατος του Γεωργίου το 1947 έφερε τον Παύλο, πατέρα του Κωνσταντίνου στον θρόνο, και, κατά συνέπεια, μετέτρεψε τον ίδιο σε πρίγκιπα – διάδοχο από πολύ νεαρή ηλικία.

Πολύ νεαρός όμως ήταν και αρκετά αργότερα, όταν έφτασε πλέον η μεγάλη ώρα: να γίνει βασιλιάς των Ελλήνων – και επέμενε πολύ σε αυτό: όχι της Ελλάδας, των Ελλήνων, υπενθύμιζε διαρκώς. Ήταν η στιγμή που κλήθηκε να αντιμετωπίσει έναν πολύ πιο βαρύ, από κάθε άποψη θάνατο: τόσο προσωπικά, όσο και πολιτικά: εκείνον του πατέρα του, Βασιλέα Παύλου, το 1964.

Έναν θάνατο που επέφερε τεράστιες επιπρόσθετες πολιτικές επιπλοκές στη χώρα, σε μία ήδη εξαιρετικά ταραγμένη περίοδο.

Σε έναν θρόνο, που σε τίποτα δεν θύμιζε εκείνους της βόρειας Ευρώπης, παρά τις πολλαπλές εξ αγχιστείας και εξ αίματος συγγένειες και τις στενότατες σχέσεις της οικογένειας του Κωνσταντίνου με εκείνες.

Με την (μακρά) εξαίρεση της βασιλείας του Γεωργίου Α’, ιδρυτή της δυναστείας του Κωνσταντίνου (η οποία ουδεμία σχέση είχε με εκείνη του Οθωνα), ο ελληνικός θρόνος βρισκόταν διαρκώς στο επίκεντρο των πολιτικών εξελίξεων. Και αυτό έκανε τη μεγάλη διαφορά από τις βόρειες μοναρχίες, που παραμένοντας αυστηρά στο πλαίσιο των συνταγματικών καθηκόντων τους, εξασφάλισαν τη μακροημέρευση τους.

Τη στιγμή που ο Κωνσταντίνος ανεβαίνει στο θρόνο η Ελλάδα διανύει και πάλι μία βαθιά πολιτική κρίση: ο επί οκταετίας πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής έχει μόλις φύγει πλέον για το Παρίσι μετά από σύγκρουση με το παλάτι (που ήδη είχε συγκρουστεί πριν και με τον προκάτοχό του Παπάγο), η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη έχει βάλει φωτιά στην Ελλάδα, η Ενωσις Κέντρου έχει ανέλθει στην εξουσία με τεράστια δύναμη, αλλά χωρίς τον συναρχηγό της Σοφοκλή Βενιζέλο, ο οποίος έχει επίσης πεθάνει αιφνιδίως την ίδια περίοδο.

Ετσι, ο Γεώργιος Παπανδρέου ήταν πλέον ο απόλυτος κυρίαρχος.

ο Γεώργιος Παπανδρέου γινόταν ο τρίτος εν σειρά ισχυρότατος εκλεγμένος πρωθυπουργός, και μάλιστα από το άλλο μεγάλο πολιτικό στρατόπεδο, με το οποίο ο θρόνος ερχόταν σε σύγκρουση. Δεν ήταν πια ένα μεμονωμένο περιστατικό: ήταν ο κανόνας μιας πολιτικής ζωής που δεν μπορούσε να σταθεί πλέον στα πόδια της.

Όταν τα πολιτικά μαχαίρια βγήκαν πια για τα καλά απ’ τα θηκάρια τους, ο υπεραθλητής, ο χρυσός Ολυμπιονίκης ιστιοπλόος, ήταν αδύνατον να λειτουργήσει επαρκώς μέσα σε αυτή τη ζούγκλα των αγρίων λεόντων που οι ικανότητες τους στην πολιτική σύγκρουση ξεπερνούσαν κάθε φαντασία και δεν γνώριζαν όρια.

Άνθρωποι ψημένοι μέσα σε συνθήκες που ο νεαρός βασιλιάς ούτε είχε φανταστεί ότι μπορούσαν να υπάρξουν, άνθρωποι αποφασισμένοι και ικανοί να κάνουν τα πάντα για την κατοχή της εξουσίας, με δυνατότητες που για εκείνον ήταν απλώς εκτός πραγματικότητας.

Αποτελούν όλα αυτά “δικαιολογίες” για τα σφάλματά του; Ασφαλώς και όχι. Ο βασιλιάς, είναι βασιλιάς. Οι ευθύνες του είναι αυτές που είναι. Αποτελούν όμως μία λίαν ακριβή αποτύπωση της πραγματικότητας. Γιατί αυτό συνέβη.