Το Μεγάλο Σάββατο τα μεσάνυχτα, μόλις οι ιερείς ξεκινήσουν να ψάλλουν το «Χριστός Ανέστη», ξεκινά και ο… πόλεμος με τα βεγγαλικά, τις κροτίδες και σε πιο ακραίες μορφές, τις ρουκέτες και τις σαΐτες. Πώς, όμως, ξεκίνησε αυτή η συνήθεια που πλέον αποτελεί το στίγμα της Αναστάσιμης Ακολουθίας;
Πρόκειται για ένα ακόμη έθιμο που έχει ρίζες σε παλαιότερες δοξασίες, σύμφωνα με τις οποίες ο θόρυβος που προκαλούν τα βεγγαλικά και οι κροτίδες διώχνει τα κακά πνεύματα. Μία άλλη θεωρία είναι πως τα κακά πνεύματα και τα δαιμόνια δεν ακούν την Ανάσταση του Χριστού κι έτσι δεν καταφέρνουν να την εμποδίσουν.
Οι σαΐτες από την άλλη, αποτελούν μια μίξη της θρησκείας με διάφορα έθιμα που προέρχονται από την εποχή της Τουρκοκρατίας. Πρόκειται για μια μικρή αναπαράσταση πολέμου. «Επί Τουρκοκρατίας οι ορθόδοξοι κάτοικοι στο Βροντάδο Χίου, ήθελαν να γιορτάσουν φαντασμαγορικά την Ανάσταση και έστηναν έναν “ψεύτικο πόλεμο”, αρχικά με κανόνια που κατασχέθηκαν από τους Τούρκους και ύστερα με ρουκέτες».
Ο Βροντάδος εκτείνεται βόρεια της πόλης της Χίου και είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του νομού.
Κάθε Πάσχα οι δυο μεγαλύτερες Ενορίες της πόλης αυτής, του Αγίου Μάρκου και της Παναγίας της Ερυθιανής, επιδίδονται σε μία ανελέητη ανταλλαγή «πυρών».
Αρχικά, οι κάτοικοι των δύο ενοριών των εκκλησιών που βρίσκονται αντικριστά, έφτιαχναν αυτοσχέδια κανονάκια. Με το πέρασμα του χρόνου αυτά εξελίχθηκαν σε αυτοσχέδιες ρουκέτες- βεγγαλικά, που κατασκευάζουν οι ίδιοι. Τα υλικά που χρησιμοποιούν είναι νίτρο, θειάφι και μπαρούτι και για την κατασκευή τους απαιτείται μεγάλη προσοχή και εμπειρία που κληροδοτείται πια από γενιά σε γενιά.
Η προετοιμασία των ρουκετών αρχίζει σχεδόν αμέσως μετά το Πάσχα για την επόμενη χρονιά. Τα τελευταία χρόνια οι ποσότητες των ρουκετών που κατασκευάζονται φτάνουν τις μερικές χιλιάδες και το θέαμα που παρουσιάζουν στον ανοιξιάτικο ουρανό του νησιού το βράδυ της Ανάστασης είναι πραγματικά φαντασμαγορικό, αν και συχνά επικίνδυνο.