Ο Πόντος μου, οι χαμένες πατρίδες των γονέων μας και η επέτειος του ξεριζωμού τους

Η παρουσία των Ελλήνων στη περιοχή του Πόντου χρονολογείται από την αρχαιότητα. Οι Έλληνες θαλασσοπόροι, αφού κατέκτησαν από την Εποχή του Χαλκού τις ακτές του Αιγαίου Πελάγους, τόλμησαν να γνωρίσουν και την αφιλόξενη θάλασσα του Ευξείνου Πόντου για την αναζήτηση -κυρίως- χρυσού και άλλων μεταλλευμάτων

Πόντος κατά τον Ηρόδοτο, τον Ξενοφώντα και άλλους αρχαίους ιστοριογράφους ονομάζεται η επιμήκης και ευρεία παραλιακή χώρα του Ευξείνου Πόντου, η οποία περιλαμβάνει τα εδάφη ανάμεσα στον ποταμό Φάση, κοντά στο σημερινό Βατούμ της Γεωργίας, και τη Ηράκλεια την Ποντική.

Στο εσωτερικό η περιοχή εκτείνεται σε βάθος 200 έως 300 χιλιομέτρων μέσα από της απροσπέλαστες οροσειρές του Σκυδίου, του Παρυάδρη και του Αντιταύρου και πολύ ποταμοί όπως οι Άλυς και Ίρις και παραπόταμοι που τη διαρρέουν, αποτελούν ευλογία και πηγή ζωή του τόπου.

Η παρουσία των Ελλήνων στη περιοχή του Πόντου χρονολογείται από την αρχαιότητα. Οι Έλληνες θαλασσοπόροι, αφού κατέκτησαν από την Εποχή του Χαλκού τις ακτές του Αιγαίου Πελάγους, τόλμησαν να γνωρίσουν και την αφιλόξενη θάλασσα του Ευξείνου Πόντου για την αναζήτηση -κυρίως- χρυσού και άλλων μεταλλευμάτων.

Η Μίλητος, πρώτη αποικία των Κρητών, ιδρύει στον Εύξεινου Πόντο τη Σινώπη, η οποία ίδρυσε το 756π.Χ. την Τραπεζούντα και άλλες πόλεις. Το 562 ιδρύεται η Σαμψούντα (αρχαία Αμισός) από τους Ίωνες της Φώκαιας. Έκτιζαν λαμπρά οικοδομήματα και ναούς. Ανέπτυξαν έντονη συνείδηση ελληνικότητας και εθνικής ενότητας με τη μητροπολιτική Ελλάδα. Όταν αντιμετώπιζαν προβλήματα υπερπληθυσμού έστελναν εκεί τους πλεονάζοντες.

Οι Συμπληγάδες πέτρες σταμάτησαν να κλείνουν το Βόσπορο και η θαλάσσια περιοχή έγινε φιλόξενη, ελεύθερη και ελληνική θάλασσα.

Τον 6ο π.Χ. η Μίλητος είχε 75 αποικίες στις παραλίες αυτής της κλειστής θάλασσας (Σινώπη, Αμνισός, Τραπεζούντα κ.ά) που έγιναν πολυάνθρωπα και ισχυρά κέντρα με μεγάλη εμποροναυτική δύναμη και πολιτιστική ανάπτυξη. Από τον 5ο π.Χ. αιώνα η περιοχή της Κριμαίας ήταν ο κύριος προμηθευτής σιταριού της Αθήνας.

Ο Περικλής το 435 π.Χ. επιθεώρησε ο ίδιος τη Σινώπη, την Αμισό και άλλες πόλεις. Με την υλοποίηση των σχεδίων του εξασφάλισε τη θαλάσσια συγκοινωνία με τον Εύξεινο Πόντο, αποκτώντας έτσι τη δυνατότητα μεταφοράς των εισαγομένων και εξαγομένων προϊόντων.

Ο Πόντιος γεωγράφος Στράβων, με καταγωγή από την Αμάσεια, περιγράφει τον Πόντο ως εξής: Η πεδιάδα είναι γεμάτη δροσιά και καταπράσινη. Μπορεί να τρέφει αγέλες βοδιών και αλόγων. Έχει καλλιέργειες από κεχρί και ζαχαρόχορτο σε ατελείωτες ποσότητες. Τα πλούσια νερά της περιοχής δεν αφήνουν ξηρασία πουθενά.

Ούτε μια φορά δεν έχει αναφερθεί ότι έπεσε πείνα σε αυτά τα μέρη. Τόσοι είναι οι καρποί που βγάζει η λοφώδης χώρα, αυτοφυείς και άγριοι, σταφύλια, αχλάδια, μήλα και καρύδια, ώστε κάθε εποχή του χρόνου όσοι βγαίνουν στο δάσος βρίσκουν φρούτα σε αφθονία. Αυτό δημιουργεί τις συνθήκες για πολύ καλό κυνήγι.

Τους πρώτους αιώνες οι αποικίες διατήρησαν αναλλοίωτα τα χαρακτηριστικά της μητροπολιτικής τους προέλευσης. Οι ελληνικοί πληθυσμοί τηρούσαν με σεβασμό τις παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμα της μητρόπολης. Οι πόλεις μεταξύ τους είχαν αγαθές σχέσεις. Η μια βοηθούσε την άλλην. Ίδρυαν αποικίες όχι μόνο στα παράλια, αλλά και στην ενδοχώρα.

Ο ιστορικός Ξενοφών, χαρακτηρίζει τη Τραπεζούντα «Πόλιν Ελληνίδα μεγάλην και ευδαίμονα». Το ελληνικό εμπόριο και ο πολιτισμός κυριάρχησαν παντού. Πολύτιμα για την ελληνική οικονομία ήταν τα αγροτικά προϊόντα, οι πρώτες ύλες, τα δημητριακά, η ξυλεία, το λινάρι, κτηνοτροφικά είδη, τα ψάρια και, αργότερα, του προϊόντα του πλούσιου επεδάφους, ασήμι, χαλκός, σίδηρος.

Όλες οι παραλιακές πόλεις, με κυρίαρχη την Τραπεζούντα έμειναν ανεξάρτητες, αυτόνομες και αυτοδιοικούμενες. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο και τον Ξενοφώντα, ποτέ δεν υποδουλώθηκαν ουσιαστικά στους Πέρσες.

Ο Πόντος στα χρόνια της βασιλείας των Μιθριδατών, ιδιαίτερα του ΣΤ’ του Ευπάτορα, έφτασε στο υψηλότερο σημείο της ακμής του και απέκτησε πολύ μεγάλη φήμη, ήρθε αντιμέτωπος με τη πανίσχυρη τότε Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και έκανε εναντίον της τέσσερις πολέμους, που είναι γνωστοί ως Μιθριδατικοί Πόλεμοι. Στον πρώτο πόλεμο ο Μιθριδάτης εξόντωσε 80.000 Ρωμαίους που βρίσκονταν στη Μικρά Ασία. Στο δεύτερο πόλεμο ο Μιθριδράτης κατέλαβε τμήμα της Καππαδοκίας. Η ελληνική γλώσσα καθιερώθηκε στο βασίλειο ως επίσημη γλώσσα επικοινωνίας των πολυάριθμων και πολυγλωσσιών εθνικοτήτων της Μικράς Ασίας.

Η παιδεία που δέχτηκε ο Μιθριδάτης από την Ελληνίδα μητέρα του, τη γυναίκα του και τους Έλληνες αξιωματικούς, ιστορικούς, ποιητές, πολιτικούς και φιλοσόφους της αυλής του, τον έκαναν γνωστό σε όλον τον πολιτισμένο κόσμο της εποχής εκείνης. Οι πολυάριθμες συλλογές των πόλεων της Τραπεζούντας, της Αμισού και της Σινώπης, επιβεβαιώνουν την εμπορική, οικονομική και πολιτική ακμή της Μιθριδατικής περιόδου. Η γεωγραφική θέση της Τραπεζούντας τη βοήθησε ώστε να γίνει το πρώτο λιμάνι.

Ο Χριστιανισμός διαδόθηκε στον Πόντο πολύ νωρίς από τους αποστόλους Ανδρέα και Πέτρο. Οι απόστολοι μαζί με τους κατοπινούς Πατέρες της Εκκλησίας, βοηθούμενοι από την ελληνική γλώσσα που μιλιόταν από τις περισσότερες εξελληνισμένες ντόπιες εθνότητες, πέτυχαν ευκολότερα το δύσκολο και επικίνδυνο ιεραποστολικό τους έργο. Μέσω του Χριστιανισμού, ο ελληνισμός μπόρεσε να περάσει στους ντόπιους ποντιακούς πληθυσμούς την πολιτισμική και εθνική του ταυτότητα, δημιουργώντας έτσι έναν ενιαίο πολιτισμό με κύριο άξονα την ορθοδοξία.

1821

Ποντιόπουλα της Διασποράς είναι οι πρωτεργάτες του 1821, αδελφοί Αλέξανδρος και Δημήτριος Υψηλάντης . Πολλοί Έλληνες πήραν το δρόμο που οδηγούσε στα άπατα βουνά του Πόντου. Εκεί, μακρυά από το βλέμμα του αχόρταγου δυνάστη, έχτισαν καινούργια χωριά και πόλεις, ένα νέο αδούλωτο ελληνικό πολιτισμό. Έχοντας όπλα τη γλώσσα, τη θρησκεία, την ελληνική πολιτιστική παράδοση, τους χορούς και τα τραγούδια, μπόρεσαν να αντισταθούν στη βαρβαρότητα και διατήρησαν με κάθε τίμημα την ελληνική τους συνείδηση.

Η καταγωγή της οικογένειας Υψηλάντη είναι από τα Ύψηλα της Τραπεζούντας. Η ύπαρξή της χρονολογείται από την εποχή που κατέφυγαν οι Κομνηνοί στην Τραπεζούντα. Σύντομα τα μέλη της οικογένειας ανήλθαν σε υψηλές θέσεις του Πατριαρχείου και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το 1806 επήλθε ρήξη της οικογένειας με τον Σουλτάνο και τότε ο Κωνσταντίνος Υψηλάντης έφυγε για τη Ρωσία και, συγκεκριμένα, στο Κίεβο. Εκεί υπάρχει ακόμη η οικία των Υψηλάντηδων, όπου μεγάλωσαν οι γιοι του, Δημήτριος και Αλέξανδρος, που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην Επανάσταση του 1821, όπου μαζί με μεγάλο αριθμό Ποντίων φθάνουν στην Πελοπόννησο και μπήκαν στην υπηρεσία των αγωνιστών με το όνομα Μαυροθαλασσίτες, Τραπεζούντιοι, Σινωπείς.

Η πολιτική που ακολουθούν οι Νεότουρκοι για την εξαφάνιση των χριστιανών της Μικράς Ασίας οδηγεί κάποιους Πόντιους της Διασποράς σε έναν μεγάλο αγώνα για τη δημιουργία της Δημοκρατίας του Πόντου. Στους πρωτεργάτες αυτής της προσπάθειας ήταν και δυο μεγάλες μορφές της ιεροσύνης, ο Μητροπολίτης Αμάσειας, Γερμανός Καραβαγγέλης, και ο Μητροπολίτης Τραπεζούντας, Χρύσανθος Φιλιππίδης.

Πολλοί επιφανείς Πόντιοι συλλαμβάνονται, φυλακίζονται στις φυλακές της Αμάσειας και εκτελούνται με απαγχονισμό.

Μία επιστολή μέσα από τις φυλακές της Αμάσειας του μελλοθάνατου Αλέξανδρου Ακριτίδη, εμπόρου της Τραπεζούντος προς την σύζυγό του, την Κυριακή, 5/7/1921, λέει:

“Σήμερα ετελέσθη εν τη φυλακή λειτουργία και εκοινωνήσαμε περίπου 100 άτομα απο διάφορα μέρη. Έχει αποφασισθεί ο δια κρεμάλας θάνατος. Αύριο θα πηγαίνουν, οι 60 μεταξύ αυτών 5 Τραπεζούντιοι και θα γίνει δι’ αγχόνης θάνατος. Την Τρίτην δεν θα είμεθα εν ζωή, ο Θεός να μας αξιώσει στους ουρανούς και σε σας να δώσει ευλογίαν και υπομονή και άλλο κακό να μη δικιμάσητε. Όταν θα μάθετε το λυπερόν γεγονός να μη χαλάσετε τον κόσμο, να έχετε υπομονή. Τα παιδιά ας παίξουν και ας χορέψουν.

Ας σε βλέπω να κανονίσης όλα όπως ξέρεις εσύ. Ο αγαπητός μου Θεόδωρος ας αναλαμβάνει πατρικά καθήκοντα και να μην αδικήσει κανένα παιδί, τον Γέργον να τελειώσει το σχολείον και να γίνει καλός πολίτης. Τον Γιάννην ας τον έχει μαζί του στη δουλειά. Από τα μικρά τον Παναγιώτη να στείλεις στο σχολείο, την Βαλεντίνην να την μάθεις ραπτικήν, τη Φωφώ να μη χωρίζεσαι ενόσω ζεις.

Εις τον Στάθιον τας ευχάς μου και την υποχρέωσίν μου όπως διεκπεραιώσει όλας τας οικογενειακάς μου υποθέσεις που θα του αναθέσατε.

Ο παπα-Συμεών ας με μνημονεύσει ενόσω ζη. Να δώσης 5 λίρες στην Φιλόπτωχον, 5 λίρες στην Μερομνάμ, 5 λίρες στου Λυκαστή το σχολείον και ας με συγχωρέσουν όλοι φίλοι και συγγενείς.

Αντίο, βαίνω προς τον πατέρα και συγχωρήσατέ με.

Και άλλη επιστολή του μελλοθανάτου Ματθαίου Κωφίδη, βουλευτή Τραπεζούντας, Σεπτέμβριος 1921, φυλακές Τιμαρχανέ Αμασείας:

“Χθες ημέραν Στραυροπροσκυνήσεως επαρουσιάσθην εις το δικαστήριο Ιστικλάλ, καμίαν ελπίδα δεν έχω πλέον, σήμερον θα δοθή η απόφασις η οποία βεβαίως θα είναι καταδικαστική, σας αφίνω υγείαν και εις την προστασίαν του Παναγάθου, περιττά τα πολλά λόγια, θάρρος και εγκαρτέρησις και ελπίς επί Κύριον, δια να μπορέσης το κατά δύναμιν να σηκώσεις το βαρύ φορτίου σου.

Σας γλυκοφιλώ

Ο Ματθαίος σου

Υ.Γ. Εις τα φίλτατε την ευχήν μου, καλήν πρόοδον και καλήν διαγωγήν όπως η ψυχή μου και μακρόθεν αγάλλεται.

Ο ίδιος”.

Μέσα στο κρύο και τη βροχή γυναίκες με παιδιά, βρέφη και έγκυες πήραν το δρόμο για τη “λευκή πορεία θανάτου”. Η γυναίκα του αντάρτη Γεωργίου Ατέσογλου γέννησε στη μέση του δρόμου. Έθαψε βιαστικά το νεογέννητο, φορτώθηκε τα υπόλοιπα μωρά της και μπήκε στο δρόμο τον ατελείωτο. Περπατούσαν ασταμάτητα 15 ημέρες. Η πείνα, η δίψα, το κρύο, οι αρρώστιες, θέριζαν τις εξαντλημένες και συνόδευαν τις ζωντανές ώς τα βάθη της Τουρκίας. Ανθρώπινες σκιές, πεινασμένοι, εξαθλιωμένοι έγιναν βορά αποδημιών. Πέθαναν ομαδικά, έμεναν άταφοι και κατασπαράζονταν από τους λύκους και τα σκυλιά.

Η εθνική συμφορά του 1922 είχε ως συνέπεια το ξερίζωμα του ελληνισμού της Μικράς Ασίας. Πάνω από 1.300.000 Έλληνες αναγκάστηκαν να εκπατριστούν βίαια. Ο επίλογος του δράματος των Ποντίων και όλων των υπολοίπων χριστιανών κατοίκων της Μικράς Ασίας, γράφτηκε στη Λοζάνη, με τη “Σύμβαση περί Υποχρεωτικής Ανταλλαγής Ελληνικών και Τουρκικών Πληθυσμών”.

Για τον αφανισμό του άμαχου πληθυσμού, σκότωναν γυναίκες για να αφανίσουν το γένος. Διάλεγαν σκόπιμα μέρες με δυνατό κρύο άνεμο και θύελλα για να μαζέψουν τα γυναικόπαιδα τους Γέρους και τους νέους να ξεκινήσουν ατελείωτες πορείες 500 και 1200 χιλιομέτρων. Σωρηδόν πέθαιναν παιδιά, γυναίκες και γέροι.

Οι νέες γυναίκες και οι παρθένες που ζούσαν, επειδή γνώριζαν ότι θα αντιμάχονταν όταν κατά τις πορείες περνούσαν βαθιά ποτάμια ή γκρεμούς, έπεφταν μέσα και πνίγονταν ή γκρεμίζονταν για να πεθάνουν με τίμιο θάνατο. Οι γυναίκες της Πάφρας και της Οινόης και τα παιδιά τους έπεφταν στη θάλασσα και πνίγονταν. Και το χειρότερο, η κυβέρνηση έλεγε έκαστος πολίτης υπεχρεούται να φονεύσει τέσσερις η πέντες Έλληνες και αυτό το βεβαιώνει ο αμερικανός πρόξενος στη Κωνσταντινούπολη 1922 Τζορτζ Χόρτον.

Η τουρκική Αστυνομία μάζευε τα παιδιά που έχαναν τους γονείς τους τα έβαζαν, σε μικρά πλοιάρια τα πήγαιναν βαθιά στη θάλασσα και τα έπνιγαν ή τα οδηγούσαν σε απόκρημνη βραχιώδη παραλία κοντά στην Κερασούντα, τα συνέτριβαν ένα-ένα στους βράχους και τα πετούσαν στη θάλασσα. Όλες αυτές οι κτηνωδίες γίνονται με την διαταγή του Ταλαάτ Μπέη, υπουργού Εξωτερικών της Τουρικίας στις 31-1-1917 και συνεχίζονταν από τους Νεότουρκων.

Καραβάνια δυστυχισμένων και κυνηγημένων φτάνουν στην Ελλάδα. Φόβος, φρίκη, απόγνωση, σκελετοί από τις κακουχίες, την πείνα,τις στερήσεις. Τους έβαλαν σε παράγκες στριμωγμένες η μία πάνω στην άλλη, φτώχεια και αρρώστιες. Τις ημέρες που έβρεχε, η πόλη άδειαζε τις λάσπες της στους προσφυγικούς συνοικισμούς. Στην αναβροχιά τους έπνιγε η σκόνη. Ηλεκτρικός δεν υπήρχε ούτε υπόνομοι και το νερό μοιράζονταν με τενεκέδες. Εδώ τους έταξε η μοίρα να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους. Τα όνειρά τους όμως και οι μνήμες εξακολουθούσαν για πολύ να κοιτάζουν την Ανατολή στις χαμένες πατρίδες. Όλοι εδώ δουλεύοντας σκληρά τίμια για ένα κομμάτι ψωμί τα κατάφεραν. Γιατί ήξεραν από πολλά δάκρυα, ήξεραν από πληγές, ήξεραν απο ορφάνια και θάνατο.

Η αντιμετώπισή τους από τους περισσότερους τόπιους Ελλαδίτες υπήρξε ιδιαίτερα σκληρή, το είχαν ζήσει και οι γονείς μου, οι οποίοι πρώτα πήγαν στη Ρωσία και το 1922 επέστρεψαν στην Ελλάδα. Ο πόνος τους δεν γιατρεύεται. Λουφάρει για λίγο και μετά ξυπνάει πιο δυνατός, ελπίζοντας όταν θα ήταν κάπως καλύτερα, θα καθάριζε το μυαλό και η καρδιά τους, θα επουλωνόταν η πληγή τους. Όλα όμως έμεινα μέσα τους μνημεία διατηρητέα. Η ζωή εξακολουθεί να κυλά πληγωμένη με το “γιατί” ζητώντας απαντήσεις και δικαιοσύνη.

Αν και χρόνια η αυγή λάμπει δεν έχουν στεγνώσει τα δάκρυα μας. Δάκρυα για τους αδικοχαμένους νεκρούς μας και τους τόσο βασανισμένους επιζήσαντες πρόσφυγες. Για εκείνους που δεν είχαν κρεβάτι να κοιμηθούν, δεν είχαν ψωμί , αλλά είχαν ελπίδες.όλα αυτά τα χρόνια έμαθαν ότι ο άνθρωπος δύσκολα γεννούσε αγάπη, αλλά κατάλαβαν ότι η αγάπη πορούσε να γεννήσει έναν άνθρωπο. Και αυτό έκαναν, γέννησαν πολλούς ανθρώπους για να συνεχίσει να υπάρχει η ράτσα μας, να βλαστήσει η ρίζα μας και όπως λέμε, «Η Ρωμανία και αν επέδρασε, ανθεί και φέρει κι άλλον».

Μετά από εβδομήντα χρόνια ήρθε η αναγνώριση μετά από μακροχρόνιες προσπάθειες Ποντίων διανοουμένων και τον Φεβρουάριο του 1994 αναγνωρίζεται επισήμως από το Ελληνικό Κοινοβούλιο με την ομόφωνη ψήφιση του Νόμου 2193/1994 με την ανακήρυξη της 19ης Μαΐου ως Ημέρας Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων Πόντου και αναφέρεται στα βίαια, μαζικά φονικά γεγονότα.

Δεν θα πρέπει να παραλείψω να δώσω τα συγχαρητήριά μου στους ποντιακούς Συλλόγους που βαστούν ζωντανά στις ψυχές μας, τους προγόνους μας για τα γερά θεμέλια που μας άφησαν μαζί με όσους επέζησαν τον ξεριζωμό από τα πάτρια εδάφη. Επίσης, είμαι υπερήφανη και, όπως όλοι οι Πόντιοι, πιστεύω ότι οι επιζώντες πρόσφυγες έφεραν την αγάπη και τη δύναμη να αντέχουν όσες δυσκολίες αντιμετώπιζαν με σκληρή δουλειά για ένα καλύτερο αύριο. Αυτό το καταφέρνουν οι απόγονοί τους, γιατί πολλοί διαπρέπουν σε πολλούς τομείς, στην πολιτική, τη μουσική κ.λπ. Οι ρίζες που φύτευσαν αυτοί υπέροχοι πρόγονοί μας γερά και βαθιά που πάντα φυτρώνουν και ανθίσουν τα Ποντιόπουλα.