Με την παρουσίασή μας υπό τον τίτλο “Η Ελλάδα στη Μελβούρνη” (στις 11 Μαΐου 2023, στην Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης στο πλαίσιο των Σεμιναρίων Ιστορίας και Πολιτισμού), επισημάναμε το ολοένα και μεταβαλλόμενο προφίλ των μαθητών της ελληνικής γλώσσας κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών και περιγράψαμε τις προσεγγίσεις που χρησιμοποιούνται στη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στο Πανεπιστήμιο La Trobe, σε αρχάριους και προχωρημένους φοιτητές, συμπεριλαμβανομένης της ενσωμάτωσης υλικών από τα Αρχεία Δαρδάλη της Ελληνικής Διασποράς και, επίσης, της καθιέρωσης πρακτικής άσκησης των φοιτητών με στόχο την ενίσχυση της συνείδησής τους να κατανοήσουν την αξία των γλωσσικών και πολιτιστικών τους δεξιοτήτων έξω και πέρα από τον χώρο διδασκαλίας.

Συζητήσαμε, επίσης, ό,τι αφορά την εκστρατεία σε επίπεδο κοινότητας, γνωστής ως “Φάρος”, υπό την προεδρία του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Νέων Ελληνικών Βικτώριας και με τη διευκόλυνση του καθηγητή κ. Joseph Lo Bianco, μια συσπείρωση η οποία αποτελείται από οκτώ οργανισμούς και πολλά άτομα που έχουν δεσμευθεί να συνεργαστούν στο πλαίσιο μιας συντονισμένης ανταπόκρισης για την αναζωογόνηση της ελληνικής γλώσσας στη Βικτώρια και την Αυστραλία γενικότερα. Αυτό το μακροπρόθεσμο πρόγραμμα στοχεύει στην ανάπτυξη ικανοτήτων μέσω της υποστήριξης προγραμμάτων ελληνικής γλώσσας από το προσχολικό έως το τριτοβάθμιο επίπεδο, στη δημιουργία ευκαιριών για την ομιλία της ελληνικής γλώσσας σε ποικίλα πλαίσια της πραγματικής ζωής και στην καλλιέργεια της επιθυμίας σε μαθητές όλων των ηλικιών και υπόβαθρων να αυτοπροσδιορίζονται ως ομιλητές της ελληνικής γλώσσας.

Το δεύτερο μέρος της ομιλίας μας επικεντρώθηκε στα αποτελέσματα μιας έρευνας – που αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου ερευνητικού προγράμματος που διερευνά τις αλλαγές στη χρήση της ελληνικής γλώσσας και τις απόψεις σχετικά με την ταυτότητα σε τρεις γενιές ατόμων ελληνικής καταγωγής. Την περίοδο 2020-2021, διανείμαμε ένα ερωτηματολόγιο στα ελληνικά και στα αγγλικά σε κατοίκους της Μελβούρνης ελληνικής καταγωγής, με ερωτήσεις σχετικά με τον αυτοπροσδιορισμό, την ελληνομάθεια, τις γλωσσικές προτιμήσεις και τις στάσεις απέναντι στην πολιτιστική κληρονομιά. Από τους 251 ερωτηθέντες το 95% δηλώνει ότι μιλάει ελληνικά και οι περισσότεροι αυτοπροσδιορίζονται ως Ελληνοαυστραλοί (63%) ή Αυστραλοί Έλληνες (17%).

O καθηγητής James Walker. Φώτο: Supplied

Οι ερωτηθέντες χωρίστηκαν σε τρεις γενιές: τους γεννημένους εκτός Αυστραλίας (G1), τους γεννημένους στην Αυστραλία από γονείς G1 (G2) ή από γονείς G2 (G3). Οι περισσότεροι G1 μιλούν “άπταιστα” ή “καθημερινής χρήσης” (conversational) ελληνικά, αλλά η εν λόγω επάρκεια είναι πιο συχνή στην κατηγορία G2/G3, και τα “βασικά” ή καθόλου ελληνικά είναι υψηλότερα στην G3. Η προτίμηση στην ελληνική γλώσσα μειώνεται από την G1 (32%) στην G2/G3 (7-9%). Αν και η G3 προτιμά να μιλάει αγγλικά περισσότερο απ’ ό,τι η G1/G2 (34% έναντι 20-24%), οι περισσότεροι προτιμούν να χρησιμοποιούν και τις δύο γλώσσες. Οι G1 είναι πιο πιθανό να χρησιμοποιούν τα ελληνικά με την οικογένεια και τους φίλους, αλλά η χρήση των αγγλικών με την οικογένεια αυξάνεται από γενιά σε γενιά. Η χρήση της ελληνικής γλώσσας ανά θέμα ή περιεχόμενο δεν διαφέρει σημαντικά, αλλά η χρήση της ελληνικής γλώσσας με τα εγγόνια/παιδιά μειώνεται μεταξύ των γενεών. Οι G2/G3 τείνουν να μιλούν στα ελληνικά με τους G1, αλλά οι G3 είναι λιγότερο πιθανό να μιλούν ελληνικά με τους G2. Η γλώσσα και η οικογένεια είναι σημαντικές για όλους τους ερωτηθέντες, με τη σημασία που αποδίδεται στη γλωσσική και πολιτιστική διατήρηση της ελληνικής γλώσσας να αυξάνεται όσο περισσότερο ένας ερωτηθέντας ταυτίζεται ως Έλληνας.

Τα εν λόγω αποτελέσματα δείχνουν ότι η ελληνική παροικία της Μελβούρνης συνεχίζει να εξελίσσεται, αν και με εκπληκτικό βαθμό συνέχειας. Μαζί με τις απαντήσεις στις συνεντεύξεις που διεξάγονται επί του παρόντος, τα αποτελέσματα αυτά θα μας δώσουν μια καλύτερη κατανόηση της χρήσης της γλώσσας και της ταυτότητας και θα μας βοηθήσουν να σχεδιάσουμε υλικό που θα ανταποκρίνεται καλύτερα στις μεταβαλλόμενες ανάγκες των φοιτητών, ιδίως των Ελληνοαυστραλών φοιτητών. Δεδομένου ότι η γλώσσα αποτελεί εξέχοντα δείκτη της ελληνοαυστραλιανής ταυτότητας σε όλες τις γενιές, ακόμη και μεταξύ εκείνων με χαμηλά επίπεδα ευχέρειας, πρέπει να παρέχουμε στους μαθητές εργαλεία για να καλλιεργήσουν αυτή τη διάσταση της μάθησης και της ταυτότητας/ιών τους.

Δρ Σταυρούλα Νικολούδη

Καθηγητής James Walker