Το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο (Federal Court) απέρριψε τη μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση που είχε καταθέσει ο πιο παρασημοφορημένος εν ζωή βετεράνος πολέμου της Αυστραλίας, ο Ben Roberts-Smith, κατά εφημερίδων και δημοσιογράφων του Ομίλου «Nine», ένα σημαντικό πλήγμα -τουλάχιστον- για την υστεροφημία του.

Ως γνωστόν, ο κ. Roberts-Smith, που του έχει απονεμηθεί και το Victoria Cross, είχε μηνύσει τις εφημερίδες The Sydney Morning Herald, The Age, The Canberra Times και τρεις δημοσιογράφους για μια σειρά ιστοριών που δημοσιεύθηκαν το 2018.

Υποστήριξε ότι τα άρθρα, που σχετίζονται με τις έξι περιοδείες του στο Αφγανιστάν μεταξύ 2006 και 2012, περιείχαν ψευδείς ισχυρισμούς εναντίον του σχετικά με εγκλήματα πολέμου, εκφοβισμό των πρώην συναδέλφων του από το Special Air Service Regiment (SAS) και ενδοοικογενειακή βία εναντίον μιας γυναίκας σε δωμάτιο ξενοδοχείου στην Καμπέρα.

Ο Όμιλος «Nine Entertainment» στηρίχθηκε στην «υπεράσπιση της αλήθειας» και οι δύο πλευρές ενεπλάκησαν σε μία μακρά νομική διαμάχη στην οποία εκλήθησαν ως μάρτυρες και μέλη νυν και πρώην του SAS.

Ο Δικαστής Anthony Besanko έκρινε την Πέμπτη -με τον κ. Roberts-Smith να απουσιάζει από το Δικαστήριο- ότι ο «Nine» είχε αποδείξει την ουσιαστική αλήθεια (substantial truth) των ισχυρισμών που συνδέονται με φερόμενες παράνομες δολοφονίες στο Αφγανιστάν και την αλήθεια έστω όπως προκύπτει από τα συμφραζόμενα (contextual truth) των ισχυρισμών που συνδέονται με τον φερόμενο εκφοβισμό και τη φερόμενη ενδοοικογενειακή βία.

Ως εκ τούτου, διέταξε την απόρριψη της προσφυγής. Οι δίκες για συκοφαντική δυσφήμιση αποφασίζονται με βάση την ισορροπία των πιθανοτήτων, που είναι το πρότυπο για αστικές υποθέσεις. Αυτό διαφέρει από τις ποινικές υποθέσεις, που απαιτούν οι κατηγορίες να αποδεικνύονται πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.

Ο κ. Roberts-Smith δεν έχει κατηγορηθεί για κανένα ποινικό αδίκημα και υποστηρίζει την αθωότητά του. Επρόκειτο για μία αστική υπόθεση και όχι μια ποινική δίκη, και ως εκ τούτου δεν θα προκύψουν από αυτή ποινικά πορίσματα ή καταδίκες.

Ακόμη, πολλά από τα στοιχεία καθ’ όλη τη διάρκεια της δίκης κατατέθηκαν «κεκλεισμένων των θυρών» στο Δικαστήριο, προκειμένου να μη δοθούν στη δημοσιότητα εμπιστευτικές πληροφορίες των Ενόπλων Δυνάμεων.

Επίσης, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ζήτησε από τον Δικαστή Besanko να καθυστερήσει την έκδοση της πλήρους απόφασης -στο Δικαστήριο έγινε ανάγνωση μόνο μίας περίληψής της- κάτι στο οποίο συμφώνησε ώστε να διασφαλιστεί ότι δε θα δημοσιοποιηθούν κατά λάθος «ευαίσθητες πληροφορίες» εθνικής ασφάλειας.

ΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Οι σοβαρότεροι ισχυρισμοί που περιέχονταν στις ιστορίες του «Nine» αφορούσαν τους θανάτους Αφγανών που βρίσκονταν «υπό έλεγχο» ή «περιορισμό».

Ο Δικαστής Besanko έκρινε ότι τα ΜΜΕ είχαν αποδείξει «ουσιαστική αλήθεια» σε σχέση με τους πιο εξέχοντες φερόμενους ως παράνομους φόνους στο ρεπορτάζ που αφορούσαν τις επιδρομές στο Whiskey 108 (W108) και στο Darwan.

Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του «Nine», ο κ. Roberts-Smith, σε μια αποστολή στο χωριό Darwan του νότιου Αφγανιστάν το 2012, οδήγησε έναν άνδρα με χειροπέδες, ονόματι Ali Jan, να σταθεί στην άκρη ενός γκρεμού 10 μέτρων που κατέληγε σε μια ξηρή κοίτη ποταμού από κάτω.

Φέρεται να τον κλώτσησε, με αποτέλεσμα να πέσει και να υποστεί σοβαρά τραύματα ενώ στη συνέχεια φέρεται να διέταξε έναν κατώτερο στρατιώτη να πυροβολήσει τον Ali Jan πριν σύρουν το πτώμα σε ένα χωράφι με καλαμπόκια.

Ο κ. Roberts-Smith το αρνείται και λέει ότι ο άνδρας ήταν ένας «spotter» (ανιχνευτής των εχθρικών δυνάμεων) που βρέθηκε κρυμμένος στο χωράφι του καλαμποκιού έχοντας μαζί του έναν ασύρματο. Ως εκ τούτου υποστηρίζει ότι ήταν νόμιμος στόχος (legitimate target).

Ακόμη, σύμφωνα με το «Nine», κατά τη διάρκεια επιδρομής σε συγκρότημα με την κωδική ονομασία Whiskey 108 το 2009, δύο άνδρες βρέθηκαν να κρύβονται σε μυστική σήραγγα. Τα ΜΜΕ ανέφεραν ότι ήταν άοπλοι και παραδόθηκαν.

Ο κ. Roberts-Smith φέρεται να διέταξε έναν κατώτερο στρατιώτη της περιπόλου του να εκτελέσει τον ηλικιωμένο, προτού βγάλει τον άλλο, που είχε προσθετικό πόδι έξω, όπου τον έριξε στο έδαφος και πυροβόλησε με πολυβόλο (Para Minimi) ενώ ήταν κάτω.

Ο ίδιος αρνήθηκε τους ισχυρισμούς και δήλωσε ότι δεν υπήρχε κανείς στη σήραγγα. Είπε ότι δύο Αφγανοί σκοτώθηκαν στο Whiskey 108 νόμιμα (legitimately), σύμφωνα με τους κανόνες εμπλοκής των αυστραλιανών στρατευμάτων. Οι δύο αυτοί, είπε, ήταν «squirters», μέλη των Ταλιμπάν που προσπαθούσαν να διαφύγουν.

Ο Δικαστής Besanko αποφάσισε ότι ο «Νine» δεν είχε αποδείξει την υπεράσπιση της αλήθειας σε σχέση με δύο φερόμενους θανάτους, οι οποίοι έλαβαν χώρα σε διαφορετικές αποστολές το 2012.

ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ

Επρόκειτο για μία από τις πιο ακριβές δίκες για δυσφήμιση στην ιστορία της Αυστραλίας, καθώς εκτιμάται ότι κόστισε πάνω από 25 εκατομμύρια δολάρια.

Λίγο μετά την απόρριψη της προσφυγής, ο Nicholas Owens SC, εκ μέρους του «Nine», είπε ότι θα υποβάλει αίτηση για την κάλυψη των δικαστικών εξόδων.

Ζήτησε 21 ημέρες για να προετοιμάσει τυχόν «έξοδα τρίτων και αποζημίωσης», κάτι που αν γίνει δεκτό θα σημαίνει ότι ο κ. Roberts-Smith θα πρέπει να πληρώσει το μεγαλύτερο μέρος ή και το σύνολο του νομικού λογαριασμού της υπεράσπισης, μαζί με το δικό του.

Στις 29 Ιουνίου έχει οριστεί ακρόαση για να ξεκινήσει αυτή η διαδικασία.

Ο εκτελεστικός πρόεδρος του Ομίλου «Seven West», Kerry Stokes, έχει υποστηρίξει οικονομικά την υπόθεση του κ. Roberts-Smith, ο οποίος ήταν επικεφαλής των δραστηριοτήτων του δικτύου στο Queensland από το 2015, θέση από την οποία όπως έγινε γνωστό το απόγευμα της Παρασκευής, παραιτήθηκε.

Ο κ. Stokes δήλωσε ότι «η απόφαση δεν συμφωνεί με τον άνθρωπο που γνωρίζω».

«Ξέρω ότι αυτό θα είναι ιδιαίτερα δύσκολο για τον Ben, ο οποίος πάντα υποστήριζε την αθωότητά του».

«Το γεγονός ότι οι συνάδελφοί του διαφώνησαν μεταξύ τους, αυτό το αποτέλεσμα θα αποτελέσει πηγή πρόσθετης θλίψης».

Η ΕΦΕΣΗ

Ο δικηγόρος Arthur Moses SC, ο οποίος εκπροσωπεί τον κ. Roberts-Smith, δήλωσε ότι θα αξιολογήσει τη μακροσκελή απόφαση του Δικαστή Besanko.

Ζήτησε παράταση για να ασκήσει έφεση, αν ο πελάτης του το θέλει, κάτι στο οποίο το Δικαστήριο συμφώνησε.

Η ΥΣΤΕΡΟΦΗΜΙΑ

Αφού ο κ. Roberts-Smith τιμήθηκε με τον περίφημο Victoria Cross το 2011, έγινε σύμβολο για το SAS.

Η στολή του εκτίθεται επί του παρόντος στο Australian War Memorial, αλλά υπάρχουν αντιδράσεις.

Ο γερουσιαστής των Πράσινων, David Shoebridge, θεωρεί ότι πρέπει να αφαιρεθεί.

«Το Australian War Memorial θα πρέπει τουλάχιστον να αφαιρέσει τα εκθέματα που υπάρχουν τώρα εκεί για τον Ben Roberts-Smith … Το Australian War Memorial έχει υποχρέωση να πει όλη την αλήθεια για την εμπλοκή της Αυστραλίας στο Αφγανιστάν».

Υπήρξαν επίσης φωνές που καλούν στην αφαίρεση μεταλλίων του κ. Roberts-Smith.

ΤΑ… ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ 

Μεγάλη έρευνα το 2020, υπό τον πρώην Δικαστή Paul Brereton, διαπίστωσε αξιόπιστες πληροφορίες για εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν από τις αυστραλιανές Δυνάμεις στο Αφγανιστάν μεταξύ 2005 και 2016.

Ο Oliver Schulz είναι ο μόνος πρώην στρατιώτης του SAS που κατηγορείται για δολοφονία.

Μιλώντας στην εκπομπή «The Drum» του ABC, ο έμπειρος δικηγόρος στον τομέα του Δικαίου των Μέσων Ενημέρωσης Justin Quill χαρακτήρισε την απόφαση του Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου ως «αδιαμφισβήτητη», αλλά δήλωσε ότι είναι απίθανο να ασκηθούν ποινικές διώξεις ως αποτέλεσμα.

«[Ο Ben Roberts-Smith] ήθελε χρήματα για να επανορθώσει τη φήμη του, και προφανώς αποδείχθηκε ότι ήταν αυτογκόλ», είπε.

«Μπορεί να υπάρξουν ποινικές διώξεις, αλλά δεν θα υπάρξουν ως αποτέλεσμα – ή εξαιτίας – αυτής της απόφασης».

«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι Αρχές θα εξετάσουν τα στοιχεία που δόθηκαν σε αυτή την υπόθεση, αλλά δεν θα επηρεάσει την απόφασή τους να απαγγείλουν ή να μην απαγγείλουν κατηγορίες στον Ben Roberts-Smith ή σε οποιονδήποτε άλλο στρατιώτη».

«ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΝΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑ»

Η Karen Percy, επικεφαλής της Ένωσης Media, Entertainment and Arts Alliance, που εκπροσωπεί και τους δημοσιογράφους, χαρακτήρισε τη δικαστική απόφαση ως «μεγάλη και σημαντική νίκη για τη δημοσιογραφία και την ελευθερία του Τύπου στην Αυστραλία».

«Υποστηρίζει τον σημαντικό ρόλο των μέσων ενημέρωσης στην ανάληψη ερευνών δημοσίου συμφέροντος και στο δικαίωμα του κοινού να γνωρίζει», επεσήμανε σε ανάρτησή της στο Twitter.

Οι δημοσιογράφοι Nick McKenzie και Chris Masters, ενεπλάκησαν στη δικαστική διαμάχη για τα άρθρα τους.

Ο κ. McKenzie έκανε λόγο για την «σκληρότερη» μάχη της καριέρας του και μίλησε για «ημέρα δικαιοσύνης».

Είπε ότι ο ίδιος και ο κ. Masters δεν ήθελαν να πάνε στο δικαστήριο.

«Κανένας από τους μάρτυρες της SAS δεν ήθελε να πάει στο Δικαστήριο. Ο Ben Roberts-Smith έφερε αυτή την υπόθεση, ερχόταν σχεδόν κάθε μέρα. Αλλά δεν ήρθε σήμερα. Είναι στο Μπαλί και κάνει ό,τι κάνει».

Ο κ. Masters ευχαρίστησε τις εφημερίδες για τη δημοσίευση των ιστοριών και την υποστήριξη.

«Νομίζω ότι θα μείνει στην ιστορία ως μία από τις μεγάλες (δικαστικές) αποφάσεις», είπε.

«Συχνά αισθάνεται τόσο δύσκολο να κάνει κανείς μια συνηθισμένη δουλειά, πόσο μάλλον μια τέτοια δουλειά (ιστορία), έτσι αυτή η απόφαση έρχεται ως μεγάλη ανακούφιση» για τους δημοσιογράφους.

Σε κοινή τους δήλωση ο James Chessell, διευθύνων σύμβουλος του «Nine», και ο Tory Maguire, executive editor της Sydney Morning Herald και της Age, ανέφεραν:

«Η απόφαση αποτελεί δικαίωση για τους δημοσιογράφους Nick McKenzie και Chris Masters, οι οποίοι άρχισαν να αναφέρουν αυτή τη δύσκολη και περίπλοκη ιστορία πριν από περισσότερα από επτά χρόνια».

«Αποτελεί δικαίωση για τους πολλούς ανθρώπους στις αίθουσες σύνταξης και στον οργανισμό μας που υποστήριξαν αυτή τη σημαντική δημοσιογραφία δημοσίου συμφέροντος».

«Και, κυρίως, είναι μια δικαίωση για τους γενναίους στρατιώτες του SAS των Ενόπλων Δυνάμεων της Αυστραλίας που υπηρέτησαν τη χώρα τους με διάκριση και στη συνέχεια είχαν το θάρρος να πουν την αλήθεια για το τι συνέβη στο Αφγανιστάν».

Νωρίτερα, ο κ. Chessel, δήλωσε:

«Η δημοσίευση μιας ιστορίας αυτού του μεγέθους δεν είναι ποτέ εύκολη, αλλά η υψηλής ποιότητας ερευνητική δημοσιογραφία είναι ζωτικής σημασίας για μια ακμάζουσα δημοκρατία».

Ακόμη, το Australian Centre for International Justice και ο Afghanistan Human Rights and Democracy Organization έκαναν λόγο για «δικαίωση για την ερευνητική δημοσιογραφία δημοσίου συμφέροντος».

Σε κοινή τους δήλωση επεσήμαναν ότι «μαζί με πληροφοριοδότες, επιζώντες και υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από το Αφγανιστάν, οι ερευνητές δημοσιογράφοι βοήθησαν να κινηθούν διάφορες διαδικασίες για να αντιμετωπιστεί η ‘κληρονομιά’ της στρατιωτικής εμπλοκής της Αυστραλίας στο Αφγανιστάν, από ποινικές έρευνες έως τη μεταρρύθμιση της στρατιωτικής εκπαίδευσης και κατάρτισης σχετικά με τους νόμους των ένοπλων συγκρούσεων».

«Σε μια σύγκρουση που χαρακτηρίζεται από σχεδόν πλήρη ατιμωρησία για τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι διαδικασίες αυτές – οι οποίες θα συνεχιστούν για πολλά χρόνια στο μέλλον – αποτελούν μια σημαντική ευκαιρία για την τήρηση της δέσμευσης της Αυστραλίας στο διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο και την παροχή κάποιου μέτρου δικαιοσύνης στα θύματα και τις πληγείσες κοινότητες».

Ο αναπληρωτής υπουργός της Αυστραλίας και υπουργός Άμυνας, Richard Marles, αρνήθηκε να σχολιάσει τη δικαστική απόφαση.

«Πρόκειται για μία αστική υπόθεση δυσφήμισης στην οποία η ομοσπονδιακή κυβέρνηση δεν αποτελεί μέρος και δεν είναι σωστό να σχολιάσω», είπε.

Από την πλευρά του, ο «σκιώδης υπουργός» Εξωτερικών, Simon Birmingham, μιλώντας στο ABC, επεσήμανε ότι «πρόκειται σίγουρα για μια σημαντική απόφαση, είναι μια νομική διαδικασία που αξίζει να γίνει σεβαστή…».

«Υπάρχουν μερικές γενικές αρχές που πρέπει να έχουμε κατά νου, η μία είναι ότι η Αυστραλία είναι μια χώρα που εφαρμόζει πρότυπα, όσον αφορά τις προσδοκίες του υπηρετούντος προσωπικού μας σε θέματα διαφάνειας και λογοδοσίας, που ελάχιστα άλλα έθνη στον κόσμο εφαρμόζουν. Θα πρέπει να είμαστε υπερήφανοι για αυτά τα πρότυπα, αλλά θα πρέπει επίσης να είμαστε υπερήφανοι σε συντριπτικό βαθμό για το προσωπικό μας, πάνω από όλους όσους έχουν υπηρετήσει. Και αυτή θα είναι μια δύσκολη μέρα για πολλούς από αυτούς…».