Το κόστος ζωής καθίσταται κάθε μέρα και πιο δυσβάσταχτο για τα περισσότερα νοικοκυριά σε όλη την Αυστραλία.
Καθώς οι τιμές -για τα πάντα σχεδόν- συνεχίζουν ανοδικά και οι λογαριασμοί να «φουσκώνουν» περαιτέρω, τα…δολάρια εξαφανίζονται από την τσέπη μας πιο γρήγορα από ποτέ.
Υπό το βάρος των διαρκώς αυξανόμενων υποχρεώσεων μάλιστα δε στενάζουν μόνο όσοι εξαρτώνται από μία σύνταξη ή ένα επίδομα ανεργίας για να τα βγάλουν πέρα με αξιοπρέπεια, αλλά ακόμη και εργαζόμενοι, που κερδίζουν περισσότερα από τον κατώτατο μισθό.
Ειδικότερα, όπως προκύπτει από μία νέα εμπεριστατωμένη έρευνα που ανέθεσε η Fair Work Commission (Επιτροπή Δίκαιης Εργασίας), είναι εκατοντάδες χιλιάδες οι οικογένειες με εργαζόμενα μέλη, σε όλη τη χώρα, που δεν έχουν αρκετά χρήματα για να ζήσουν έναν «βασικό», «υγιεινό» τρόπο ζωής, ενώ κινδυνεύουν να διολισθήσουν στη φτώχεια, παρότι αμείβονται πάνω από τον κατώτατο.
Η έρευνα αυτή, του Κέντρου Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου της Νέας Νότιας Ουαλίας (UNSW), σχεδιάστηκε για να απαντήσει «σε ένα από τα πιο δύσκολα ερωτήματα», πόσο εισόδημα είναι «αρκετό» για να επιτρέψει στους ανθρώπους να ζήσουν έναν ελάχιστο, υγιεινό τρόπο ζωής και να μην είναι αποκλεισμένα από την υπόλοιπη κοινωνία.
Όπως επεσήμανε το ABC, πέρυσι τον Σεπτέμβριο, ο αναπληρωτής καθηγητής Bruce Bradbury και άλλοι ακαδημαϊκοί από το Κέντρο Ερευνών εξέτασαν έναν τεράστιο όγκο πληροφοριών σχετικά με το πού ξοδεύουν οι Αυστραλοί τα χρήματά τους: δραστηριότητες, αγορές, πόσο συχνά χρησιμοποιούν υπηρεσίες υγείας, παιδικής φροντίδας και δημόσιων μεταφορών, καθώς και πόσο συχνά (ή αν) τρώνε έξω, καλούν φίλους για φαγητό ή κάνουν οικογενειακές διακοπές.
Στη συνέχεια, τιμολόγησαν τα είδη με το χαμηλότερο διαθέσιμο κόστος για να υπολογίσουν «τα ελάχιστα χρηματικά εβδομαδιαία ποσά που απαιτούνται για την επίτευξη αυτού του προτύπου».
Πρόσθεσαν το κόστος της ενοικιαζόμενης κατοικίας και τις «εξαιρετικά αυστηρές» διακριτικές δαπάνες, επιτρέποντας το αλκοόλ σε ένα υγιές επίπεδο, τις μέσες δαπάνες για καπνό και τυχερά παιχνίδια, ένα μικρό επίδομα για ταξίδια και ένα «μικροσκοπικό» επίδομα για φαγητό έξω.
Η εκπομπή «The Drum» -του ABC- αναθεώρησε αυτούς τους προϋπολογισμούς χρησιμοποιώντας στοιχεία του πληθωρισμού για τα τρίμηνα Δεκεμβρίου και Μαρτίου.
Στη συνέχεια, ο αναπληρωτής καθηγητής Ben Phillips από το ANU Centre for Social Research and Methods αναθεώρησε τα στοιχεία για το εισόδημα, ώστε να ληφθεί υπόψη η αύξηση του κατώτατου μισθού από τον Ιούλιο φέτος, καθώς και τυχόν αλλαγές στα οικογενειακά-φορολογικά επιδόματα και άλλες πληρωμές και παραχωρήσεις χαμηλού εισοδήματος που λαμβάνουν.
Το συμπέρασμα: πολλοί εργαζόμενοι που ζουν μόνοι ή με τις οικογένειές τους απλά δε θα έχουν αρκετά χρήματα για να τα βγάλουν πέρα κάθε εβδομάδα.
Ενδεικτικά, κάποιος που ζει μόνος, με εργασία πλήρους απασχόλησης, με χαμηλό εισόδημα, και ζει στο Σίδνεϊ θεωρήθηκε ότι λαμβάνει 852 δολάρια σε συνολικό εισόδημα, μετά από φόρους.
Αυτό είναι περίπου 20% υψηλότερο από τον κατώτατο μισθό. Όμως το άτομο αυτό χρειαζόταν 945 δολάρια για τρόφιμα, ρουχισμό, προσωπικά και οικιακά είδη, υγεία, στέγαση, μεταφορές και ένα «αυστηρό» επίπεδο διακριτικών δαπανών.
Ένας μονογονέας που εργάζεται με πλήρη απασχόληση και έχει δύο παιδιά εκτιμάται ότι θα εισπράττει 1.202 δολάρια την εβδομάδα και θα πρέπει να ξοδεύει 1.119 δολάρια, με αποτέλεσμα να του απομένουν 83 δολάρια.
Ένα ζευγάρι με διπλό εισόδημα -ο ένας εργάζεται με πλήρη απασχόληση και ο άλλος με μερική απασχόληση- θα εισπράττει 1.537 δολάρια την εβδομάδα και θα δαπανά 1.679 δολάρια, πράγμα που σημαίνει ότι η οικογένεια «υπολείπεται» κατά 142 δολάρια την εβδομάδα.
Και θα βρεθεί ακόμη περισσότερο στο «κόκκινο», καθώς οι μήνες περνούν και ο πληθωρισμός συνεχίζει να ανεβάζει το κόστος των πάντων, από τα τρόφιμα, το ενοίκιο, τις μεταφορές.
Το εισόδημα της οικογένειας με διπλό εισόδημα, «είναι πολύ κάτω από το εισόδημα που θα λέγαμε ότι είναι το ελάχιστο πρότυπο για έναν υγιεινό τρόπο ζωής», σημείωσε ο Δρ Bradbury από το UNSW.
Η αδυναμία ενός νοικοκυριού να κερδίσει αρκετά χρήματα για να ζήσει έναν υγιεινό τρόπο ζωής, σημειώνει η έρευνα, επεκτείνεται σε ορισμένες περιπτώσεις και σε άτομα με μεσαίο εισόδημα.
Οι εργαζόμενοι και οι οικογένειες χρησιμοποιούν λίγο έως πολύ τις ίδιες στρατηγικές για να τα βγάλουν πέρα. Αυτές περιλαμβάνουν: κατανάλωση «fast food» αντί για πιο υγιεινά και σπιτικά γεύματα, γονείς που παραλείπουν γεύματα, κουρέματα προκειμένου να προσφέρουν στα παιδιά τους, παράλειψη των ιατρικών και οδοντιατρικών αναγκών.
Οι ακαδημαϊκοί προειδοποιούν ότι ο «οικονομικός πόνος» που συνδέεται με την υποβαθμισμένη διαβίωση εκτείνεται σε πολλές εισοδηματικές ομάδες και αυξάνεται σε κλίμακα.
«Τα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα που νοικιάζουν πάντα αγωνίζονταν (για να τα βγάλουν πέρα), αλλά όλο και περισσότερο το βάρος το νιώθουν και τα νοικοκυριά με χαμηλό και μεσαίο εισόδημα που έχουν υποθήκη), καθώς τα επιτόκια αυξάνονται δήλωσε ο κ. Phillips στο «The Drum».
Σημειώνεται ότι δεν υπάρχει επίσημος ορισμός της «φτώχειας» στην Αυστραλία και δεν υπάρχει τρόπος παρακολούθησης του ποιος ζει σε συνθήκες φτώχειας ή κινδυνεύει να διολισθήσει σε αυτήν.
Το Αυστραλιανό Συμβούλιο Κοινωνικών Υπηρεσιών (ACOSS) έχει το δικό του μέτρο, το οποίο αναφέρει ότι ένας μόνος ενήλικας που κερδίζει περίπου 489 δολάρια την εβδομάδα ζει σε συνθήκες φτώχειας.
Ο κατώτατος μισθός από τον Ιούλιο είναι 882 δολάρια την εβδομάδα.
Τα ζευγάρια με παιδιά που κερδίζουν λιγότερα από 1.027 δολάρια την εβδομάδα, θεωρούνται κάτω από το όριο. Με βάση αυτό το μέτρο, περισσότεροι από 3 εκατομμύρια Αυστραλοί – ή το 13,4% – ζουν σε συνθήκες φτώχειας.
Σε περίπτωση που κάποια από αυτές τις οικογένειες με χαμηλό εισόδημα χάσει τη δουλειά της κατά τους επόμενους μήνες, θα επιβιώνει με επιδόματα κοινωνικής πρόνοιας, πολύ κάτω από το όριο φτώχειας του ACOSS.
Από τον Σεπτέμβριο, ένας μόνος δικαιούχος του JobSeeker θα κερδίζει 369,95 δολάρια την εβδομάδα, όσοι λαμβάνουν το επίδομα νεότητας, θα παίρνουν 299,95 δολάρια την εβδομάδα και οι συνταξιούχοι λόγω ηλικίας θα παίρνουν 532 δολάρια.
Ο μέσος Αυστραλός που ζει κάτω από το μέτρο της φτώχειας του ACOSS τα βγάζει πέρα με μόλις 304 δολάρια την εβδομάδα, αφού αφαιρεθεί το κόστος στέγασης.
«Θέλουμε να είμαστε το είδος της χώρας που λέει ότι είμαστε ευτυχείς για τους ανθρώπους να εργάζονται 50 ώρες την εβδομάδα -συχνά σε βασικές εργασίες όπως η φροντίδα των άλλων- αλλά θα τους αφήσουμε να ζουν στη φτώχεια;» επεσήμανε ο καθηγητής Bessell.
«Ή θα πούμε ότι θέλουμε μια δίκαιη και ισότιμη κοινωνία και θα διασφαλίσουμε ότι οι άνθρωποι θα αμείβονται με έναν επαρκή μισθό, ώστε να μπορούν να συντηρούν τον εαυτό τους και όχι απλώς να επιβιώνουν;».