Όλο και περισσότεροι ηλικιωμένοι παραμένουν (ή επιστρέφουν) στην αγορά εργασίας της Αυστραλίας τα τελευταία χρόνια, είτε επειδή το επιλέγουν για την ψυχική τους υγεία, είτε επειδή -κυρίως- δεν έχουν άλλη επιλογή, καθώς το κόστος ζωής έχει ξεφύγει, ενώ το όριο συνταξιοδότησης (Age Pension) ανέρχεται πια στα 67 χρόνια.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα νέα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (ABS), με την ανεργία στο 3,5% τον Ιούνιο (κοντά σε ιστορικά χαμηλά 40+ ετών και σταθερό σε σχέση με τον Μάιο μετά από αναθεώρηση προς τα κάτω για τον μήνα αυτόν από το 3,6% στο 3,5%), οι εργαζόμενοι άνω των 65 ετών είναι σχεδόν κατά 45.000 περισσότεροι σε σχέση με πέρυσι.
Ενδεικτικά, το ποσοστό συμμετοχής των 65 και άνω στο εργατικό δυναμικό ήταν στο χαμηλό του 4,1% στις αρχές του 1993 και έκτοτε ακολούθησε μία ανοδική πορεία ξεπερνώντας το 15% στα μέσα του 2019. Υποχώρησε στο 13,3% εν μέσω πανδημίας στα μέσα του 2020 και έκτοτε αναρριχήθηκε στο 15,7% στις αρχές του 2021, ενώ τον περασμένο Μάιο ήταν 15,3%.
Η αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης, η έλλειψη προσωπικού, ειδικά εν μέσω και μετά την πανδημία, αλλά και η ακρίβεια που αδειάζει πιο γρήγορα από ποτέ το πορτοφόλι, κρίνονται από τους ειδικούς ως οι βασικοί λόγοι που ωθούν αναγκαστικά ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας να συνεχίσουν να δουλεύουν -ή να επιστρέψουν στον εργασιακό βίο- σε μία εποχή που οι κοινωνικές παροχές, δυστυχώς, σε πολλές περιπτώσεις υπολείπονται των αυξανόμενων οικονομικών υποχρεώσεων.
Από την άλλη, γι αυτούς που έχουν τη δυνατότητα επιλογής, η ψυχική υγεία αποτελεί ένα βασικό κίνητρο απασχόλησης, απομακρύνοντας τουλάχιστον τον κίνδυνο κατάθλιψης λόγω της κοινωνικής απομόνωσης.
Αξιοσημείωτο είναι πάντως ότι οι ηλικιωμένοι συχνά καθίστανται περιζήτητοι στην αγορά εργασίας. Όχι μόνο επειδή καλύπτουν σημαντικά κενά, αλλά επειδή κατέχουν πολύτιμη εμπειρία, καθώς και μία εργασιακή ηθική, που πλέον σπανίζει.
Η εταιρεία προσλήψεων και επαγγελματικών υπηρεσιών Robert Half διεξήγαγε έρευνα σε εκατοντάδες επιχειρήσεις ανά την Αυστραλία και διαπίστωσε ότι το 58% είχε προσλάβει συνταξιούχο κατά τη διάρκεια του περασμένου έτους.
Δεν μπορούν βέβαια όλοι οι ηλικιωμένοι να εργάζονται μέχρι… τα βαθιά γεράματα και να προσφέρουν την εμπειρία τους, ειδικά αν πρόκειται για χειρωνακτικά επαγγέλματα, ή επειδή πολλοί αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας και θα πρέπει να λαμβάνουν την υποστήριξη που τόσο έχουν ανάγκη.
Σε κάθε περίπτωση, παρά το γεγονός ότι οικονομολόγοι και η RBA, αναμένουν ότι η αγορά εργασίας θα «χαλαρώσει» καθώς η οικονομία επιβραδύνεται, ο διευθυντής της Robert Half, Andrew Brushfield, εκτιμά ότι οι δεξιότητες και η εμπειρία που μπορούν να φέρουν πολλοί εργαζόμενοι μεγαλύτερης ηλικίας θα παραμείνουν σε ζήτηση.
«Θα με εξέπληττε αν δε συνεχιζόταν» αυτή η τάση, τόνισε και συμβούλευσε τους εργοδότες να μην αγνοούν τους υποψηφίους μεγαλύτερης ηλικίας.
«Διαπιστώνουμε ότι οι πρόσφατα συνταξιοδοτηθέντες μπορούν να φέρουν έναν συνδυασμό εμπορικής οξυδέρκειας, τεχνικών δεξιοτήτων και την ικανότητα να μαθαίνουν τα πράγματα και τις ιδιαιτερότητες των θέσεων εργασίας πολύ γρήγορα», είπε.
«Δεν αναζητούν όλοι οι ‘νεοσυνταξιούχοι’ εργασία πλήρους απασχόλησης, οπότε ορισμένοι εργοδότες εκεί έξω πρέπει να επιδείξουν κάποια ευελιξία, η οποία είναι μια σταθερά στην αγορά που λειτουργούμε αυτή τη στιγμή».
«Έτσι, μπορεί να είναι δύο, τρεις, τέσσερις ημέρες την εβδομάδα και όχι πέντε. Μπορεί να είναι ελαφρώς τροποποιημένο ωράριο».
Υπενθυμίζεται ότι πρόσφατα, ο «Νέος Κόσμος», είχε αναδημοσιεύσει ένα άρθρο, που επεσήμανε ότι αυτήν την εποχή, οι εργαζόμενοι ηλικίας άνω των 55 ετών ήταν το ταχύτερα αναπτυσσόμενο τμήμα του εργατικού δυναμικού στις ΗΠΑ.
Ο λόγος, ανέφερε η έγκυρη εφημερίδα Wall Street Journal, επικαλούμενη στοιχεία του Ινστιτούτου NORC (ενός από τους μεγαλύτερους ανεξάρτητους οργανισμούς κοινωνικής έρευνας) είναι ότι στις ηλικίες αυτές οι άνθρωποι είναι ιδιαίτερα δυναμικοί επαγγελματικά.
Το δημοσίευμα επεσήμανε μάλιστα ότι το 75% των ερωτηθέντων ηλικίας από 65 ετών και άνω χαρακτήριζε πολύ σημαντική γι’ αυτούς τη σκληρή δουλειά.
Το ποσοστό ήταν σαφώς μικρότερο, όμως, και συγκεκριμένα 61%, όταν ετίθετο το ίδιο ερώτημα σε νέους ηλικίας 18 έως 29 ετών.
ΑΥΞΗΘΗΚΑΝ ΟΙ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΩΡΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Στο μεταξύ, σύμφωνα με την ABS, η ανεργία βρέθηκε στο 3,5% τον Ιούνιο και οι εργοδότες προσέθεσαν σχεδόν 33.000 άτομα προσωπικό στους πίνακες μισθοδοσίας τους, ενώ ακόμη και τα επίπεδα ρεκόρ της μετανάστευσης δυσκολεύονται να συμβαδίσουν με τη ζήτηση για εργαζόμενους.
Οι ώρες εργασίας αυξήθηκαν ακόμη περισσότερο, κάτι που σημαίνει ότι οι ήδη απασχολούμενοι εργάζονται περισσότερο.
«Αυτό συμβαίνει συχνά όταν η αγορά εργασίας είναι πραγματικά ‘σφιχτή’», δήλωσε στο ABC ο επικεφαλής των οικονομικών της ANZ στην Αυστραλία, Adam Boyton.
«Αυτό που νομίζω ότι θα δούμε τους επόμενους έξι μήνες είναι ότι οι ώρες εργασίας θα χαλαρώσουν αρκετά, καθώς η επιβράδυνση της οικονομίας αρχίζει να αντανακλάται σε αυτά τα στοιχεία της αγοράς εργασίας».
Το ποσοστό συμμετοχής στην αγορά εργασίας -των ατόμων ηλικίας 15 ετών και άνω που είτε εργάζονται, είτε αναζητούν εργασία- υποχώρησε τον Ιούνιο στο 66,8% από το ρεκόρ του Μαΐου (66,9%).
Παρά ταύτα, ο επικεφαλής των Στατιστικών Εργασίας της ABS Bjorn Jarvis, επεσήμανε ότι η Αυστραλία καταγράφει πλέον τους περισσότερους απασχολούμενους από ποτέ άλλοτε.
«Εκτός του ότι υπάρχουν πάνω από ένα εκατομμύριο περισσότεροι εργαζόμενοι από ό,τι πριν από την πανδημία, ένα πολύ υψηλότερο ποσοστό του πληθυσμού απασχολείται», ανέφερε.
«Τον Ιούνιο του 2023, το 64,5% των ατόμων ηλικίας 15 ετών και άνω απασχολούνταν, μια αύξηση 2,1% από τον Μάρτιο του 2020».
Επίσης, πολύ περισσότεροι Αυστραλοί εργάζονται πλέον με πλήρη απασχόληση, στο 70,2% των απασχολούμενων, το υψηλότερο επίπεδο από τον Δεκέμβριο του 2012.
«Η ραγδαία αύξηση της πλήρους απασχόλησης ήταν ιδιαίτερα έντονη για τις γυναίκες, καθώς από 54,2% των απασχολούμενων γυναικών λίγο πριν από την πανδημία έφτασε στο 57,9% τον Ιούνιο του 2023 – το υψηλότερο ποσοστό από το 1994», σημείωσε ο κ. Jarvis.
«Αυτό συγκρίνεται με μια πιο μέτρια αύξηση του ποσοστού των απασχολούμενων ανδρών που εργάζονται με πλήρη απασχόληση, το οποίο αυξήθηκε από 80,9% πριν από την πανδημία σε περίπου 81,5% τον Ιούνιο, περίπου εκεί που ήταν το 2018».
Το ποσοστό υποαπασχόλησης παρέμεινε σταθερό στο 6,4%, το οποίο είναι το ισόποσο υψηλότερο επίπεδο από τον περασμένο Φεβρουάριο, αλλά πολύ κάτω από τα επίπεδα που σταθερά ξεπερνούσαν το 8% που παρατηρούνταν τα χρόνια πριν από την πανδημία.