Η κυβέρνηση της Βικτώριας επιμένει πως το «λουκέτο» (lockdown) σε πύργους δημόσιας στέγασης (public housing towers) το 2020 εν μέσω της πανδημίας COVID-19 ήταν αιτιολογημένο, ωστόσο, συμφώνησε να καταβάλει ως αποζημίωση συνολικά 5 εκατ. δολάρια.
Πιο συγκεκριμένα, το 2021 ασκήθηκε ομαδική αγωγή κατά της Πολιτείας μετά τον εγκλεισμό περίπου 1.800 ενηλίκων και 751 παιδιών σε 9 public housing towers στο North Melbourne και στο Flemington από τις 4 Ιουλίου έως τις 18 Ιουλίου του 2020.
Οι κάτοικοι των πύργων αυτών, στους οποίους δε δόθηκε καμία ειδοποίηση ή προειδοποίηση πριν κλειδωθούν μέσα στα διαμερίσματά τους για δύο εβδομάδες, ισχυρίστηκαν ότι λανθασμένα φυλακίστηκαν (falsely imprisoned) από την κυβέρνηση και ότι απειλήθηκαν αν προσπαθούσαν να φύγουν.
Η πολιτειακή κυβέρνηση προσφέρθηκε να συμβιβαστεί έναντι 5 εκατ. δολ. Τα χρήματα αυτά θα διανεμηθούν μεταξύ των συμμετεχόντων στην ομαδική αγωγή ή όπως αναφέρθηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο (Supreme Court) κάθε ενήλικας θα λάβει 2.200 δολ. και κάθε παιδί 1.130 δολ.
H δικηγόρος της κυβέρνησης Georgina Costello KC δήλωσε πάντως ότι ο διακανονισμός δε σημαίνει ότι η Πολιτεία θα παραδεχτεί οποιοδήποτε σφάλμα.
«Το ‘κλείδωμα’ των πύργων ήταν μια αντίδραση έκτακτης ανάγκης που ήταν νόμιμη, αναγκαία και αναλογική (lawful, necessary and proportionate) … με σκοπό την προστασία της ζωής των κατοίκων», είπε στο Δικαστήριο.
Υποστήριξε ότι η κράτηση όσων βρίσκονταν μέσα στους πύργους ήταν σύμφωνη με τη σχετική νομοθεσία.
«Η στέρηση της ελευθερίας ήταν εύλογη και αποδεδειγμένα δικαιολογημένη (reasonable and demonstrably justifiable)», επεσήμανε η κα Costello, προσθέτοντας ότι οι κάτοικοι υποστηρίχθηκαν κατά τη διάρκεια του lockdown, καθώς τους προσφέρθηκαν υπηρεσίες πρόνοιας, φαγητού και ιατρικές υπηρεσίες, ενώ η υπόλοιπη Πολιτεία «έκλεισε» μεταξύ 8 και 32 ωρών αργότερα.
«Είναι ένας ρεαλιστικός διακανονισμός υπό το πρίσμα του εγκλεισμού στα σπίτια τους, της κοινωνικής υποστήριξης που έλαβαν και του γεγονότος ότι υπήρχαν σημαντικοί περιορισμοί στην ελευθερία στη Βικτώρια εκείνη την εποχή», είπε.
«Εκείνη τη στιγμή, τον Ιούλιο του 2020, δεν υπήρχε θεραπεία για την COVID-19. Δεν υπήρχε εμβόλιο, ήταν ανεξέλεγκτα μεταδοτικό».
Ο Idris Hassan, ένας από τους κύριους ενάγοντες, δήλωσε ότι ο εγκλεισμός είχε «ανεξίτηλο ψυχολογικό αντίκτυπο» πάνω του και τον παρομοίασε με τη ζωή στη Σομαλία κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου.
«Κατά τη διάρκεια της εμπειρίας του εγκλεισμού είδε τον εαυτό του ως παιδί στην καταστροφή μιας εμπόλεμης ζώνης», δήλωσε η δικηγόρος του, Juliet Lucy.
Η μητέρα του Hassan, Hawa Warsame, η οποία είναι επίσης βασική ενάγουσα, δήλωσε ότι ελπίζει ότι ο διακανονισμός της υπόθεσης θα ανακουφίσει μέρος του τραύματος που έχει βιώσει και θα της επιτρέψει να προχωρήσει μπροστά.
Και οι δύο κύριοι ενάγοντες ζητούν από το Δικαστήριο να τους επιδικάσει υψηλότερο ποσό από την υπόλοιπη ομάδα: 40.000 δολάρια στον καθένα.
Αυτό οφείλεται στη θυσία πολύτιμου χρόνου και για έξοδα, άγχος και αγωνία από την ανάληψη κεντρικού ρόλου στην αγωγή, δήλωσε η κα Lucy.
Είπε ότι η μητέρα και ο γιος έχουν επίσης εξοστρακιστεί από τη σομαλική κοινότητα επειδή έγιναν επικεφαλής ενάγοντες.
Η κα Costello ζήτησε από τον Δικαστή John Dixon να επιδικάσει στους ενάγοντες μεταξύ 10.000 και 20.000 δολ. για να διασφαλίσει τη δίκαιη κατανομή των χρημάτων.
Η πλευρά της ομαδικής αγωγής θέλει επίσης η κυβέρνηση της Βικτώριας να πληρώσει το νομικό τους κόστος, το οποίο, όπως είπε η κα Lucy, ξεπερνά πλέον τα 650.000 δολάρια.
Ο Δικαστής Dixon θα αποφασίσει για τη διανομή των χρημάτων και έχει δώσει στα δύο μέρη 14 ημέρες για να διαπραγματευτούν τα νομικά έξοδα.
Υπενθυμίζεται ότι μία έρευνα από τη Συνήγορο του Πολίτη Deborah Glass σχετικά με την περίπτωση διαπίστωσε ότι δικαιολογείται μια «συγγνώμη» από την κυβέρνηση, επειδή ο αποκλεισμός παραβίασε τα ανθρώπινα δικαιώματα των κατοίκων λόγω της έλλειψης ειδοποίησης και επειδή ο χρόνος του lockdown δεν ακολούθησε τις συμβουλές υγείας.