Άλλη μία σεζόν του Great Australian Bake Off ολοκληρώθηκε για έκτη χρονιά, με 12 από τους καλύτερους ερασιτέχνες ζαχαροπλάστες να διαγωνίζονται σε μία σειρά από δοκιμασίες για δέκα εβδομάδες.

Στον τελικό προκρίθηκαν τρεις ζαχαροπλάστες, ο Adam Miller από το Moe της Βικτώριας, η γεννημένη στη Σιγκαπούρη και μεγαλωμένη στη Μελβούρνη, Laura Foo, και η Αυστραλή κυπριακής καταγωγής Ilona Nicola, από τη Μελβούρνη.

Παρά το γεγονός ότι η Foo αναδείχθηκε νικήτρια του Διαγωνισμού, η Nicola μοιράστηκε στο τέλος του επεισοδίου, ότι ένιωσε και η ίδια νικήτρια, αποχωρώντας.

«Μπορεί να μην κέρδισα τον Διαγωνισμό, αλλά νιώθω ότι έχω κερδίσει τόσα πολλά», είπε.

Σε συνέντευξή της στον «Νέο Κόσμο», η ομογενής λάτρης της ζαχαροπλαστικής, η οποία εργάζεται στο πολιτειακό Υπουργείο Υγείας της Βικτώριας, αναπολεί τις στιγμές που βίωσε στον Διαγωνισμό, και τις εμπειρίες που μοιράστηκε με τους υπόλοιπους διαγωνιζόμενους.

«Ήταν υπέροχο να βρίσκεσαι μαζί με άλλα έντεκα άτομα σαν κι εσένα», δήλωσε η Ilona Nicola στον «Νέο Κόσμο».

Επιπλέον, περιέγραψε ως «άκρως απολαυστικό», το γεγονός ότι βρίσκονταν «συνέχεια μαζί» με τους υπόλοιπους διαγωνιζόμενους, με τους οποίους όπως λέει μοιράζεται μία ιδιαίτερη αγάπη για τη ζαχαροπλαστική.

«Είμαστε όλοι λίγο ‘nerd’ ζαχαροπλάστες και μας αρέσει να μαθαίνουμε καινούριες τεχνικές, και να ανταλλάσσουμε ιδέες για τη ζαχαροπλαστική», πρόσθεσε.

Παρά το γεγονός ότι έμεινε «άναυδη» όταν έφτασε στον τελικό, καθώς σύμφωνα με την ίδια περίμενε ότι θα είχε φύγει από την «πρώτη κιόλας εβδομάδα», της απονεμήθηκε επίσης ο τίτλος του Star Baker, στο πρώτο επεισόδιο – ένα βραβείο το οποίο δίνεται στους διαγωνιζόμενους από τους κριτές, για τον καλύτερο ζαχαροπλάστη της ημέρας.

«Νομίζω ότι η ζαχαροπλαστική μου, έχει έναν διεθνή χαρακτήρα στη γεύση, αλλά σίγουρα η καρδιά μου ανήκει στην ελληνική και κυπριακή ζαχαροπλαστική», δήλωσε η Nicola στον “Νέο Κόσμο.” ΦώτοΣ: Supplied

Κατά τη διάρκεια της εκπομπής, η Nicola φρόντισε να τιμήσει και ορισμένες ελληνικές/κυπριακές συνταγές, όπως είναι η ελιόπιτα, και οι πίτες με χαλούμι, καθώς μεγάλωσε με τη μαγειρική της μητέρας της, των γιαγιάδων της και των θείων της, ενώ ένα φαγητό που θυμάται με αγάπη είναι οι φλαούνες (κυπριακό ψωμί γεμισμένο με τυρί), το οποίο υπήρχε πάντα σε αφθονία στο σπίτι την περίοδο του Πάσχα.

Επιπλέον, τόνισε τη σημασία της παρασκευής αφθονίας πλουσίων γευμάτων, και της προσφοράς τους σε γενναιόδωρες μερίδες, με βασικά συστατικά «την αγάπη, την φροντίδα και τις εκλεκτές συνταγές».

«Αυτό είναι κάτι που είναι προσωπικά σημαντικό για εμένα και κάτι που προσπάθησα να ενσωματώσω στη ζαχαροπλαστική μέσω του διαγωνισμού».

«Αγαπώ τόσους διαφορετικούς πολιτισμούς και έχοντας ως Αυστραλή τόσες διαφορετικές επιρροές, νομίζω ότι η ζαχαροπλαστική μου, έχει έναν διεθνή χαρακτήρα στη γεύση, αλλά σίγουρα η καρδιά μου ανήκει στην ελληνική και κυπριακή ζαχαροπλαστική».

Το ενδιαφέρον της Nicola για την ζαχαροπλαστική, διογκώθηκε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όπου βρέθηκε με άπλετο χρόνο στη διάθεσή της, ενώ λειτούργησε επίσης, και ως ένα μέσο σύνδεσης με τη μητέρα της.

«Με τα χρόνια και καθώς ενδιαφερόμουν περισσότερο για τη ζαχαροπλαστική, η μητέρα μου κι εγώ μιλάγαμε όλο και περισσότερο για τη ζαχαροπλαστική, ενώ η ίδια μοιράστηκε πολλές γνώσεις μαζί μου».

Για όσους παρακολούθησαν την εκπομπή, σίγουρα πρόσεξαν τον τριχωτό φίλο της Nicola, γνωστό και ως Bernard ο γάτος, του οποίου η φωτογραφία δέσποζε σε κορνίζα στον πάγκο της Nicola κατά τις δοκιμασίες του Διαγωνισμού.

«Νομίζω ότι πιθανότατα είναι πιο γνωστός από εμένα», δήλωσε γελώντας, η Nicola.

Η φωτογραφία του Bernard του γάτου της Nicola, δέσποζε σε κορνίζα στον πάγκο της, σε κάθε επεισόδιο του διαγωνισμού. Φώτο: Supplied