Η κυβέρνηση της Αυστραλίας υπερασπίστηκε την απόφασή της να αποκλείσει την Qatar Airways από το να σχεδιάσει σχεδόν το διπλάσιο αριθμό πτήσεων προς την Αυστραλία, ενώ επέμεινε στο γεγονός ότι η Qantas θα πρέπει να προβεί σε επιστροφές χρημάτων για εισιτήρια και αποζημιώσεις σχετικά με πτήσεις που ακυρώθηκαν μετά το ξέσπασμα της πανδημίας.

Την Τρίτη, ο πρωθυπουργός Anthony Albanese αντέδρασε στην οργή των καταναλωτών για το ποσό των 470 εκατομμυρίων δολαρίων που προέκυψε από πιστώσεις πτήσεων που δεν έχουν χρησιμοποιηθεί (unclaimed flight credits) από την Qantas και την Jetstar.

Παράλληλα, ο βοηθός υπουργός Ανταγωνισμού, Andrew Leigh, πρότεινε την εισαγωγή περισσότερων φθηνών αερομεταφορέων, κάτι που θα οδηγούσε σε μείωση τιμών των εισιτηρίων.

«Όταν οι άνθρωποι έχουν αγοράσει τα αεροπορικά τους εισιτήρια θα πρέπει είτε να έχουν την επιλογή εναλλακτικής πτήσης, είτε της επιστροφής χρημάτων», δήλωσε ο Anthony Albanese σε δημοσιογράφους της Αδελαΐδας.

Η Qantas αναγνώρισε ότι προγραμματίζει περισσότερες πτήσεις εσωτερικού από όσες μπορεί να εκτελέσει, αλλά απέρριψε του ισχυρισμούς ότι το κάνει σκοπίμως.

Ο αρχηγός της αντιπολίτευσης, Peter Dutton, στοχοποίησε το Εργατικό Κόμμα, κατηγορώντας τους ότι «διευθύνουν μια επιχείρηση προστασίας» για την Qantas.

Η διαμάχη αυτή τροφοδοτήθηκε επίσης από σχόλια του βοηθού ομοσπονδιακού υπουργού Οικονομίας, Stephen Jones, ο οποίος υποστήριξε τη Δευτέρα ότι η οικονομική βιωσιμότητα της Qantas είναι προς το εθνικό συμφέρον.

Ο απερχόμενος CEO της Quantas, Alan Joyce, κλήθηκε να παραστεί ενώπιον της έρευνας της Γερουσίας, κατά τη διάρκεια της οποίας αποκαλύφθηκε ότι το συνολικό ποσό των πιστώσεων πτήσεων που δεν έχουν αξιοποιηθεί (unclaimed flight credits) ανέρχεται στα 370 εκατομμύρια δολάρια.

Παράλληλα, βρέθηκε ότι οι εκκρεμείς οφειλές της Jetstar προς τους καταναλωτές έφθαναν τα 100 εκατομμύρια δολάρια.

Κατά τη διάρκεια της ακρόασης που πραγματοποιήθηκε την Τρίτη, οι βουλευτές έθιξαν επανειλημμένα το θέμα υψηλών ποσοστών ακυρώσεων πτήσεων από και προς το Σίδνεϊ, ιδίως όσον αφορά τη διαδρομή Σίδνεϊ-Καμπέρα, όπου σχεδόν μία στις 10 πτήσεις ακυρώνεται, ενώ διερωτήθηκαν εάν η Qantas, περιόριζε σκοπίμως τη διαθεσιμότητα αεροπορικών θέσεων.

Ο εκ των υψηλών διοικητικών της Qantas, Scott Zeglin, απέρριψε τους ισχυρισμούς περί επιτηδευμένων ενεργειών περιορισμού διαθεσιμότητας αεροπορικών θέσεων, επισημαίνοντας ότι το υψηλό ποσοστό ακυρώσεων της εταιρίας από το Σίδνεϊ δεν οφείλεται σε πρόθεση, αλλά σε προβλήματα λειτουργίας, όπως καιρικές συνθήκες, έλλειψη ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας και τεχνικά ζητήματα.

Αντιπρόσωποι της αεροπορικής εταιρείας Rex Airlines υποστήριξαν ότι η Qantas εφαρμόζει στρατηγικά σχέδια για τις πτήσεις από το αεροδρόμιο του Σίδνεϊ και, στη συνέχεια, τις ακυρώνει με σκοπό να εμποδίσει τους ανταγωνιστές της να επωφεληθούν από δικές τους υπηρεσίες.

Νωρίτερα, ο πρώην πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού και Καταναλωτή (ACCC), Rod Sims, δήλωσε στο ραδιόφωνο του ABC, ότι οι καταναλωτές αντιμετωπίζουν «πολύ υψηλές τιμές αεροπορικών εισιτηρίων και ανεπαρκή χωρητικότητα».

Επιπλέον, ο ίδιος επεσήμανε ότι, «αν υπήρχε μεγαλύτερη χωρητικότητα, τότε περισσότεροι άνθρωποι θα μπορούσαν να πετάξουν όποτε θέλουν, επειδή θα υπήρχαν διαθέσιμα αεροπλάνα», γεγονός το οποίο θα επέφερε συνολικά μείωση στις τιμές των εισιτηρίων.

«Ολόκληρο το καθεστώς δικαιωμάτων των αεροπορικών εταιρειών επικεντρώνεται κυρίως στο να υποστηρίξει την εθνική αεροπορική εταιρεία και να εξασφαλίσει ότι αυτή θα αποκομίσει οφέλη όταν προσφέρει υπηρεσίες στην αεροπορική εταιρεία ενός άλλου κράτους. Δυστυχώς, σε αυτή την ισορροπία, τα συμφέροντα των καταναλωτών συχνά παραμερίζονται».