Το γεγονός ότι πολλά νοικοκυριά έχουν σφίξει το ζωνάρι για να τα βγάλουν πέρα με το δυσβάσταχτο κόστος ζωής επιβεβαιώνουν τα επίσημα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (ABS), τα οποία κατέδειξαν -κατά μέσο όρο- περαιτέρω μείωση ορισμένων καταναλωτικών δαπανών για το τρίμηνο του Ιουνίου 2023.

Καταγράφεται επίσης νέα πτώση στην αποταμίευση σε χαμηλά 15ετίας, καθώς όλο και περισσότεροι βλέπουν ότι το εισόδημά τους δε φτουράει πια σε σχέση με τις αυξημένες οικονομικές υποχρεώσεις και χρειάζεται να «βάζουν χέρι» όλο και πιο συχνά στα έτοιμα, αν είχαν βέβαια.

Αρκετοί από αυτούς που είχαν κάποιες αποταμιεύσεις, ή τις έβαλαν στην άκρη τελευταία στιγμή κάνοντας περικοπές, αφού τακτοποίησαν τους λογαριασμούς τους, φαίνεται πως επέλεξαν να αποδράσουν.

Είναι… κοινό μυστικό στην παροικία πως η Ελλάδα, ειδικά φέτος, δεν «πλημμύρισε» μόνο από ομογενείς ταξιδιώτες από την Αυστραλία.

Κάτι που επιβεβαίωνει η ABS, υπογραμμίζοντας ότι ήταν ένα καλό τρίμηνο για τα ταξίδια, που έφτασαν στο 88% για το τρίμηνο Ιουνίου 2023 σε σχέση με το επίπεδο προ πανδημίας.

«Οι Αυστραλοί ξόδεψαν επιπλέον 11,2% για διεθνή ταξίδια κατά τη διάρκεια του τριμήνου, με σημαντική αύξηση σε ευρωπαϊκούς προορισμούς όπως η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα», αναφέρεται.

Υποψιαζόμαστε μάλιστα ότι τα στοιχεία για το τρίμηνο Σεπτεμβρίου θα καταγράφουν ακόμη υψηλότερες επιδόσεις, καθώς μπορεί οι τιμές των αεροπορικών εισιτηρίων ειδικά μετά την πανδημία να «απογειώθηκαν» και το αυστραλιανό δολάριο να «γονάτισε», αλλά σαν… το ελληνικό καλοκαίρι δεν έχει.

Σε κάθε περίπτωση, σημειώνεται, ότι τα στοιχεία της ABS, αφορούν τον «μέσο πολίτη», με κάποιους να είναι σε καλύτερη μοίρα, έχοντας τη δυνατότητα να απολαύσουν διακοπές, και άλλους σε πολύ χειρότερη σε αυτήν τη συγκυρλια, καθώς έχουν αναγκαστεί να περικόψουν ακόμη και τις πλέον αναγκαίες δαπάνες, όπως για σίτιση, υπηρεσίες υγείας κ.ά.

ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ABS

Σύμφωνα με τα νέα στοιχεία της ABS, η ευρύτερη εικόνα της Οικονομίας ήταν ελαφρώς καλύτερη από ό,τι αναμενόταν, αλλά η ανάπτυξη έχει επιβραδύνει λόγω «αβεβαιότητας» σε διεθνές επίπεδο (κυρίως από την Κίνα μεριά), αλλά και της αύξησης των επιτοκίων:

Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) της Αυστραλίας αυξήθηκε κατά 0,4% το τρίμηνο του Ιουνίου 2023.

Σε ετήσια βάση καταγράφηκε ανάπτυξη με ετήσιο ρυθμό 2,1% το εν λόγω τρίμηνο, μειωμένη από το αναθεωρημένο 2,4% το τρίμηνο του Μαρτίου, αλλά καλύτερα από το 1,8% που περίμεναν ορισμένοι οικονομολόγοι.

Σε κατά κεφαλήν βάση ωστόσο, η ανάπτυξη ήταν στην πραγματικότητα συρρικνωμένη κατά 0,3% σε τριμηνιαία βάση, το τρίτο διαδοχικό αρνητικό αποτέλεσμα, κάτι που επεσήμανε τον ρόλο της αύξησης του πληθυσμού.

Η Katherine Keenan, επικεφαλής των Εθνικών Λογαριασμών του ABS, διευκρίνισε ότι «αυτή ήταν η 7η συνεχόμενη αύξηση του τριμηνιαίου ΑΕΠ» ενώ παράλληλα η ετήσια ανάπτυξη παρέμεινε «πάνω από την τάση», η οποία υπήρχε λόγω διαταραχών της COVID-19, όπως τα lockdowns.

Η αύξηση του 2,1% αποδίδεται κυρίως στις «επενδύσεις κεφαλαίου και τις εξαγωγές υπηρεσιών».

Καλό μεν για τη χώρα που οι αριθμοί της συνέχισαν να «ευημερούν», καθώς υπάρχει αβεβαιότητα στο διεθνές περιβάλλον, αλλά τα στοιχεία που αφορούν τους πολίτες δείχνουν «πόνο».

Οι δαπάνες των νοικοκυριών, σύμφωνα με την ABS, παρέμειναν υποτονικές, δείχνοντας δύο «μέτωπα».

Αυτές για βασικά αγαθά και υπηρεσίες -που είναι πιο δύσκολο να «κοπούν»- κατέγραψαν μικρή αύξηση (και λόγω των υψηλότερων τιμών), ενώ οι κατηγορίες «διακριτικής ευχέρειας» (μη απαραίτητες άμεσα δαπάνες) υποχώρησαν.

Το τελικό αποτέλεσμα ήταν μόλις +0,1%.

Οι διακριτικές δαπάνες των νοικοκυριών μειώθηκαν κατά 0,5% το τρίμηνο του Ιουνίου, που ήταν η τρίτη τριμηνιαία πτώση στη σειρά.

Οι δαπάνες για έπιπλα και οικιακό εξοπλισμό μειώθηκαν για πέμπτο συνεχόμενο τρίμηνο, μειωμένες κατά 3,4% σε ετήσια βάση.

Οι λιανικές πωλήσεις μειώθηκαν κατά 0,5% κατά τη διάρκεια του τριμήνου και τα αποθέματα λιανικής μειώθηκαν απότομα.

Παράλληλα, όπως ανέφερε η ABS, η αποταμίευση των νοικοκυριών ως προς το εισόδημα μειώθηκε για 7ο συνεχόμενο τρίμηνο, από 3,6% στο 3,2%, το χαμηλότερο επίπεδο από το τρίμηνο του Ιουνίου 2008.

Οι μισθοί μπορεί να αυξήθηκαν ως «απάντηση» στις «σφιχτές »συνθήκες της αγοράς εργασίας, αλλά οι πιέσεις του κόστους ζωής σήμαιναν ότι το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών συνέχισε να μειώνεται.

Η μέση αμοιβή ανά εργαζόμενο αυξήθηκε κατά 0,9% κατά τη διάρκεια του τριμήνου, ελαφρώς υψηλότερα από τον πληθωρισμό, αλλά η αμοιβή ανά ώρα μειώθηκε κατά 0,6%.

Η κα Keenan σχολίασε ότι η πτώση στην αποταμίευση, σε μεγάλο βαθμό, «οφείλεται στους υψηλότερους τόκους πληρωτέους για κατοικίες (κατά 10,9%), στον πληρωτέο φόρο εισοδήματος και στις αυξημένες δαπάνες των νοικοκυριών λόγω των αυξανόμενων πιέσεων του κόστους ζωής».

Ενδεικτικό είναι ότι τα νοικοκυριά ξόδεψαν 82,8 δισεκατομμύρια δολάρια μόνο σε τόκους ενυπόθηκων δανείων πληρωτέους κατά τη διάρκεια του έτους. Αυτό ήταν σχεδόν το διπλάσιο του περσινού λογαριασμού τόκων.

Στα θετικά είναι ότι το συνολικό εισόδημα που εισέπραξαν τα νοικοκυριά αυξήθηκε κατά 1,8%, λόγω των τόκων που εισπράχθηκαν (το καλό της αύξησης των επιτοκίων γι’ αυτούς που έχουν κάτι στην άκρη) και των μισθών για τους εργαζόμενους.

JIM CHALMERS

Σχολιάζοντας τα νέα στοιχεία ο ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομικών, Jim Chalmers, αναγνώρισε ότι «υπάρχουν προκλήσεις μπροστά μας», αλλά, υποστήριξε, «τις αντιμετωπίζουμε από μια θέση σχετικής ισχύος» σε σχέση με τι συμβαίνει στον υπόλοιπο Κόσμο.

«Η Οικονομία επεκτάθηκε κατά 0,4% κατά το τρίμηνο του Ιουνίου, αντιστοιχώντας στον αναθεωρημένο ρυθμό του προηγούμενου τριμήνου, για να είναι υψηλότερη κατά 2,1% μέσα στο έτος. Το οικονομικό έτος 2022-23 … αναπτύχθηκε κατά 3,4%».

«Αυτό είναι ένα σταθερό αποτέλεσμα, αλλά γνωρίζουμε ότι τα νοικοκυριά δέχονται πιέσεις από την αύξηση του κόστους ζωής και τα υψηλότερα επιτόκια. Η κατανάλωση των νοικοκυριών μετριάζεται με τον αναμενόμενο τρόπο, καθώς αυξήθηκε μόλις κατά 0,1% το τρίμηνο».

«Οι Αυστραλοί συνέχισαν να μειώνουν τις διακριτικές δαπάνες για να δημιουργήσουν χώρο για τα απαραίτητα και να καλύψουν τις αποπληρωμές των στεγαστικών δανείων και αποταμιεύουν λιγότερα από τα εισοδήματά τους. Ο δείκτης αποταμίευσης των νοικοκυριών μειώθηκε στο 3,2%, το χαμηλότερο επίπεδό του από τα μέσα του 2008».

«Οι άνθρωποι ξοδεύουν επίσης λιγότερα χρήματα για την ανακαίνιση των κατοικιών τους, γεγονός που συνέβαλε στη μείωση των επενδύσεων σε κατοικίες το τρίμηνο».

Ο κ. Chalmers, επεσήμανε ότι «παρά αυτούς τους αντίθετους ανέμους, η Οικονομία μας συνεχίζει να επωφελείται από την ισχυρή αγορά εργασίας, τις ‘απαρχές’ της (νέας) αύξησης των μισθών, τη χαλάρωση των πιέσεων στην αλυσίδα εφοδιασμού και την ευπρόσδεκτη ώθηση των εξαγωγών μας στον Τουρισμό και την Εκπαίδευση.

Για τον πληθωρισμό, είπε ότι «μετριάζεται, αλλά εξακολουθεί να είναι πολύ υψηλός και θα θέλαμε να τον δούμε να μετριάζεται ταχύτερα».

Σύμφωνα με την ABS, σε τριμηνιαία βάση, ο δείκτης τιμών καταναλωτή (πληθωρισμός) αυξήθηκε κατά 0,8% το τρίμηνο του Ιουνίου και κατά 6,0% τους τελευταίους 12 μήνες.

Αυτό σηματοδότησε το δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο χαμηλότερου ετήσιου πληθωρισμού, από το μέγιστο του 7,8% το τρίμηνο του Δεκεμβρίου 2022.

Οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 1,6% κατά τη διάρκεια του τριμήνου και το κόστος στέγασης αυξήθηκε κατά 0,8%.

ΜΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ ΚΑΙ… ΚΑΝΟΝΙΑ

Η πτώση της κατανάλωσης έχει συνέπειες και στις επιχειρήσεις, με το συνολικό ποσοστό των… κανονίων να ανέρχεται σε πάνω από 15% το τελευταίο 12μηνο, το χειρότερο ποσοστό από την παγκόσμια κρίση του 2008 και έπειτα.

Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με τα στοιχεία της ABS οι μισές επιχειρήσεις που ξεκίνησαν το 2019 έκλεισαν οριστικά μέχρι τον Ιούνιο του τρέχοντος έτους.

Ακόμη, στα τέσσερα χρόνια μεταξύ Ιουνίου 2019 και Ιουνίου 2023, το 35% του συνόλου έβαλαν οριστικά «λουκέτο».

Ο κλάδος των μεταφορών, των ταχυδρομείων και των αποθηκών ήταν ο πιο ευάλωτος, με το 64,4% των επιχειρήσεων που άνοιξαν το 2019 να μην υπάρχουν πλέον μέχρι τον Ιούνιο του 2023.

Οι μικρές επιχειρήσεις διέτρεχαν σημαντικά μεγαλύτερο κίνδυνο κατάρρευσης από ό,τι οι μεγάλες επιχειρήσεις, με το «ποσοστό επιβίωσης» για τις νέες ατομικές επιχειρήσεις να κυμαίνεται στο 41,5%.

Ο διευθύνων σύμβουλος της National Retail Association, Greg Griffith, ανέφερε στο ABC ότι οι επιχειρήσεις βρίσκονται υπό σημαντική πίεση: Οι πελάτες ξοδεύουν λιγότερα, αλλά οι επιχειρήσεις ξοδεύουν περισσότερα για τα μεταφορικά, τα ποσοστά και τις πρώτες ύλες εν μέσω υψηλού πληθωρισμού.

Οι καφετέριες και τα εστιατόρια είδαν μία αύξηση των πελατών που ξόδευαν μετά τα lockdowns.

Τώρα, καθώς οι πιέσεις για το κόστος ζωής πλήττουν τα νοικοκυριά και το κόστος των επιχειρήσεων αυξάνεται, ορισμένοι στον κλάδο της φιλοξενίας αγωνίζονται και πάλι να κρατηθούν όρθιοι.

RBA

Στο μεταξύ, την Τρίτη η (RBA, όπως αναμενόταν διατήρησε αμετάβλητο, για τρίτο διαδοχικό μήνα, το βασικό της επιτόκιο (cash rate) στο 4,10%.

Επεσήμανε πάντως εκ νέου ότι μπορεί να χρειαστούν περαιτέρω αυξήσεις του επιτοκίου στο μέλλον για να διασφαλιστεί ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει υπό έλεγχο.

«Κατά τη λήψη των αποφάσεών του, το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να δίνει ιδιαίτερη προσοχή στις εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία, στις τάσεις στις δαπάνες των νοικοκυριών και στις προοπτικές για τον πληθωρισμό και την αγορά εργασίας», ανέφερε η ανακοίνωση.

Επί του παρόντος, σύμφωνα με τα στοιχεία της RBA σε μηνιαία βάση, ο πληθωρισμός ήταν στο 4,9% σε ετήσια βάση τον Ιούλιο, μειωμένος από 5,4% τον προηγούμενο μήνα.

Η συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της RBA, ήταν η τελευταία υπό την προεδρία του Philip Lowe, ο οποίος αποχωρεί από τη θέση του διοικητή της Τράπεζας μετά από 7 χρόνια.

Η Michele Bullock, σημερινή αναπληρώτρια διοικητής της RBA, θα αναλάβει τα ηνία, στις 18 Σεπτεμβρίου.

Η απόφαση της RBA να διατηρήσει το επιτόκιο στο 4,10% δίνει μία ακόμη ανάσα στους δανειολήπτες, πολλοί από τους οποίους ωστόσο είναι ήδη με την… πλάτη στον τοίχο.

Παράλληλα δημιουργεί όμως και μία δυσαρέσκεια σε αυτούς που έχουν αποταμιεύσεις και μετά από αρκετά χρόνια έχουν να λαμβάνουν και κάποιους τόκους.

Ο κ. Chalmers, σχολιάζοντας και την απόφαση της RBA, δήλωσε ότι σε κάθε περίπτωση, οι πολίτες εξακολουθούν να βρίσκονται υπό οικονομική πίεση λόγω των πιέσεων του κόστους ζωής.

«Η Αποθεματική Τράπεζα καθιστά σαφές ότι τα υψηλότερα επιτόκια ‘δαγκώνουν’ (προκαλούν προβλήματα) και επηρεάζουν την Οικονομία μας. Αναφέρεται σε μια ‘επώδυνη συμπίεση’ των οικονομικών και επίσης για αβεβαιότητα λόγω (των προβλημάτων) στην κινεζική Οικονομία».

«Γνωρίζουμε ότι υπάρχουν προκλήσεις μπροστά μας … αλλά είμαστε σε θέση να τις αντιμετωπίσουμε», είπε.