ΤΟ ΑΛΛΟ μισό της βαρβαρότητας είναι να την ανέχεσαι ή -για να το πούμε… απροκάλυπτα- πόσα θύματα θα πρέπει ακόμα να υπάρξουν για να ικανοποιηθεί ο εγωισμός κάποιων, η αυτοεπιβεβαίωσή τους για εξουσία και ακόμα η ακόρεστη δίψα τους για όλο και περισσότερα κέρδη…

ΤΟ ΑΛΛΟ μισό της βαρβαρότητας είναι να την ανέχεσαι ή -για να θέσουμε και το ερώτημα -χωρίς φόβο και πάθος- πού πήγε η χαμένη ανθρωπιά, η οποία όλο και απομακρύνεται δίνοντας τη θέση της στην αναλγησία και την παλιανθρωπιά…

ΓΙΑΤΙ αυτό ακριβώς συνέβη το βράδυ της περασμένης Τρίτης, όταν ένας ακόμη εργαζόμενος άνθρωπος βρήκε τραγικό θάνατο στην προσπάθειά του να επιβιβαστεί στο πλοίο “Blue Horizon”, από το λιμάνι του Πειραιά. Η αργοπορία του να επιβιβαστεί στο πλοίο στάθηκε ως επαρκής αιτία για να πνιγεί αβοήθητος στη θάλασσα, έπειτα από τις σπρωξιές και τα χτυπήματα στον καταπέλτη, από μέλη του πληρώματος.

ΟΙ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΕΣ ειδήσεις με νεκρούς από πλημμύρες, πυρκαγιές, ναυάγια, εργατικά ατυχήματα -και πάει λέγοντας- δεν μπορεί παρά να επιβεβαιώνουν το ότι η ανθρώπινη ζωή είναι πλέον αναλώσιμο είδος, μπροστά σε ένα σύστημα το οποίο υποβαθμίζει συστηματικά τις δημόσιες υποδομές, τις κοινωνικές παροχές και υπηρεσίες, ιδιωτικοποιεί κάθε δημόσιο αγαθό.

ΚΙ ΑΚΟΜΑ πετσοκόβει μισθούς και συντάξεις, καταστρατηγεί εργατικά κεκτημένα και ελευθερίες, δολοφονεί μετανάστες, καθιστά προτεραιότητα τις δαπάνες για στρατιωτικούς εξοπλισμούς και όχι για τις κοινωνικές ανάγκες.

ΕΠΙΠΛΕΟΝ έχουμε απώλεια ανθρώπων που χάθηκαν γιατί δεν είχαν… εισιτήριο στο λεωφορείο, γιατί άφησαν… απλήρωτη λίγη βενζίνη, γιατί έφτασαν… αργοπορημένοι στο πλοίο, γιατί…, γιατί… – καταστάσεις που τείνουν να γίνουν κανονικότητα πλέον, αν δεν έχουν ήδη γίνει.

ΕΝΤΑΞΕΙ, δεν λέμε, φυσικά, ότι η κυβέρνηση έφερε τις φωτιές και τις πλημμύρες, αλλά θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι το όλο σύστημα βρίσκεται σε βαθιά κρίση αναπαραγωγής σε όλα τα επίπεδα, όπου η αύξηση των διόδων κερδοφορίας του είναι συνυφασμένη με περισσότερη εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και η παγίωση της υφιστάμενης τάξης πραγμάτων απαιτεί την εμπέδωση του δόγματος ”Νόμος και Τάξη”- με κάθε κόστος- στη συνείδηση της κοινωνίας, περιστατικά όπως το συγκεκριμένο του θανάτου του 36χρονου επιβάτη στον Πειραιά θα αποτελούν καθημερινότητα.

ΤΙ ΝΑ πούμε για τα σάρωμα των πάντων που άφησε στο πέρασμά της η κακοκαιρία Daniel… Διάβαζα για μια σπαρακτική στιγμή που εκτυλίχθηκε στη Λάρισα όταν ιδιοκτήτης τυροκομικής μονάδας είδε την επιχείρησή του, στη Νέα Λεύκη, να είναι κατεστραμμένη από την πρωτοφανή κακοκαιρία. Η ζημιά που υπέστη είναι περίπου 12 εκατ. ευρώ, όπως ο ίδιος είπε.

Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ του ξεκίνησε πριν από 74 χρόνια και χτίστηκε κομμάτι κομμάτι, προκειμένου να μην χρεωθούν στις τράπεζες με δάνεια. “12 εκατ. είναι η ζημιά. Τι να σας πω; Περιμένω 700.000 ευρώ από το ΕΣΠΑ μετά από επένδυση 2 εκατ. και δεν μας έχουν έρθει τα λεφτά. Τεράστια είναι η ζημιά. Να δω τι θα κάνω, είπε αρχικά ο Απόστολος Νούσιας, και συνέχισε: «Μου είπαν τα παιδιά να μην μπω μέσα για να μην πάθω έμφραγμα. Δεν έχει μείνει ούτε καλούπι μέσα. Να βγάλουμε τουλάχιστον 80.000 δοχεία. Όλα είναι μέσα στο νερό. Δεν έχω ξαναδεί τέτοια καταστροφή. Κρίμα. Το φτιάξαμε κομμάτι κομμάτι για να μην πάρουμε δάνεια. Ήμουν 6 ετών όταν το φτιάξαμε και τώρα είμαι 80. Δεν έχει έρθει κανείς να δει πώς είμαστε. Να βγάλω το εμπόρευμα, ό,τι μπορώ να σώσω”.

ΣΑΝ ΝΑ μην φτάνουν όλα αυτά να και οι εκστρατείες τύπου ‘Νύχτες κρυστάλλων’ στην Κύπρο και, συγκεκριμένα, στη Λεμεσό, πριν λίγες ημέρες. Μια συγκέντρωση ακροδεξιών κατά μεταναστών εξελίχθηκε σε σπάσιμο μαγαζιών αλλοδαπών, στον παραλιακό δρόμο της Λεμεσού, αφού πρώτα έγιναν επιθέσεις σε δημοσιογράφους και τηλεοπτικά συνεργεία που ήταν εκεί για να καλύψουν την συγκέντρωση.

ΟΛΟΙ γνωρίζουν τα αίτια αυτών των ντροπιαστικών επεισοδίων, αλλά αισθάνομαι ότι για μια ακόμα φορά οι υπαίτιοι θα μείνουν στην ατιμωρησία. Είναι συστημικά τα αίτια όλων αυτών. Από όσα συνάγονται από διάφορα ρεπορτάζ, η Αστυνομία άφησε ανενόχλητους τους ακροδεξιούς να κάψουν τα καταστήματα των αλλοδαπών. Η Αστυνομία προφανώς ουδέποτε έλαβε εντολή να τους σταματήσει.

ΕΙΝΑΙ πάρα πολλά αυτά που έχουν συσσωρευθεί, αγαπητοί μου, τους τελευταίους μήνες, κυρίως στη γενέτειρα, τα οποία όχι μόνο χρήζουν κοινωνικο-πολιτικο-ιδεολογικής ανάλυσης, αλλά χρήζουν και της ψυχολογικής-ψυχιατρικής τοιαύτης – αν και προσωπικά είμαι υπέρ της άποψης ότι η δεύτερη είναι αυτή που ενδείκνυται. Κι αυτό γιατί η πρώτη αν γίνει θα πάει στο βρόντο…

Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, “Άνθρωπος στη θάλασσα”, εκδόσεις Ύψιλον-Βιβλία

ΑΠΟ την άλλη, εκείνο που μου σπάει τα νεύρα, είναι ότι η μόνη πλατφόρμα διαμαρτυρίας, το μόνο μέσο με το οποίο μπορεί κανείς να βγάλει τα εσώψυχά του πλέον, είναι το Facebook και τα άλλα μέσα κοινωνικής δικτύωσης – ή μέσα κοινωνικής αποσύνδεσης που διαχειρίζονται οι άγριες φυλές του διαδικτύου, για να επαναφέρω μια “δική μου” φράση που την αγαπώ ιδιαίτερα.

ΑΛΛΑ όλα αυτά τα μέσα δεν έχουν από μόνα τους καμία δύναμη μαζικής διαμαρτυρίας, πέρα από το άκρατο -κακεντρεχές σε αρκετές περιπτώσεις- κουτσομπολιό. Δεν την είχαν ποτέ, άλλωστε.

ΟΤΑΝ κάποιος οργίζεται και αισθάνεται ότι προσβάλλεται η συνείδησή του και ό,τι πιο ευαίσθητο έχει μέσα του, δύσκολα θα το ξεπεράσει ή θα τον δικαιώσει το Facebook, το X (πρώην Twitter) και άλλα τέτοια Μέσα.

ΝΑΙ μεν, μεγάλο μέρος της ελλαδικής κοινωνίας αισθάνθηκε περισσότερο πληγωμένη και ευαίσθητη γράφοντας για τον “ανάπηρο Αντώνη” που έχασε έτσι απροκάλυπτα τη ζωή του από τους μπράβους των πλοιοκτητών, αλλά η κοινωνία το μόνο που ήθελε ήταν να δείξει ότι ήταν συγκινημένη και κάποιοι άλλοι ήταν και ιδιαίτερα θυμωμένοι.

ΑΛΛΑ δεν είναι όλο αυτό από μόνο του αρκετό. Δεν πείθει κανέναν, ίσως πολύ λίγους, τραγικά ελάχιστους… Και έτσι η κοινωνία κάθε μέρα όλο και κηδεύει κάποιον, με φανφάρες και δημοσία δαπάνη. Το έχουμε δει εδώ και δεκαετίες το παραμύθι. Έτσι είναι παντού. Παντού στον πλανήτη. Ο Παράδεισος έκλεισε. Μια για πάντα.

ΟΠΩΣ μου γράφει ένας φίλος μου: “Μπορούμε να πούμε ότι γενικά όλοι οι άνθρωποι, όλων των προελεύσεων και ιστοριών, αποζητούν κάποια πολύ βασικά, σχεδόν ενστικτώδη, πράγματα στη ζωή: υγεία, ασφάλεια, ελευθερία, γιορτή, ηρεμία κτλ. Θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε αυτά τα καθολικά ζητούμενα για να ορίσουμε τα πολιτικά και κοινωνικά ρεύματα ανεξάρτητα από το αν εμφανίζονται στη Δύση (ως Αριστερά και Δεξιά) ή όχι.

Η ΚΥΡΙΑ διαφορά ανάμεσα στα ρεύματα της Αριστεράς και της Δεξιάς, με βάση αυτά τα καθολικά ζητούμενα, είναι ότι οι άνθρωποι της πρώτης τα αποζητούν όλα αυτά αλλά τα θέλουν για όλους, ενώ οι άνθρωποι της δεύτερης τα θέλουν για την πάρτη τους κι ας καεί κυριολεκτικά ο υπόλοιπος κόσμος”.

“Η ‘ΠΑΡΤΗ ΤΟΥΣ’ κάθε φορά ορίζεται από τα ιστορικά συμφραζόμενα. Μπορεί να είναι ένας λαός πολιτισμικά, γλωσσικά και θρησκευτικά ομοιογενής, μια συντεχνία εργαζομένων, μια ομάδα με ισχυρή ταυτότητα. … Αν κάνουμε αυτή τη διάκριση τότε στην καθημερινότητά μας θα δούμε τους ανθρώπους με ένα τελείως διαφορετικό πρίσμα. …

ΣΤΗ νέα εποχή που έχουμε μπροστά μας, τα επόμενα 50 χρόνια, όπου τα ρεύματα Αριστερά και Δεξιά αναδιατάσσονται και παίρνουν νέες μορφές, νέα ονόματα κ.λπ., ίσως η επιστροφή στα βασικά ζητούμενα και σε τέτοιες βασικές, υπαρξιακές διαφορές να είναι πιο χρήσιμα από τόνους αναλύσεων.

Η ΔΙΑΦΟΡΑ ανάμεσα σε ανθρώπους που δεν ξέρουν και που ξέρουν, που καταλαβαίνουν ή δεν καταλαβαίνουν τι στην πραγματικότητα γίνεται σε αυτόν τον κόσμο δεν είναι απλώς μια διαφορά ανάμεσα σε Δεξιούς και Αριστερούς, μια διαφορά ηθικής αλλά κάτι παραπάνω. Μια διαφορά πρόσβασης σε παραστάσεις, ερεθίσματα, γνώσεις. Και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζεται. Άρα ως μια κατάσταση που χρειάζεται αναδιανομή δύναμης και δημιουργία νέας. Η αντιμετώπιση αυτών που ξέρουν και καταλαβαίνουν λιγότερα ως “μιάσματα”, ως “υπάνθρωποι” και ανάξιοι της προσοχής μας ή της ανάγκης για επικοινωνία είναι ακροδεξιά, φασιστική αντίληψη”.

ΚΑΙ για να επανέλθω στο αρχικό θέμα, γράφει ο λογοτέχνης και κριτικός Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος (από τις πλέον σεμνές μορφές του χώρου αυτού στην Ελλάδα, που έκανε και στα καράβια, στο βιβλίο του “Άνθρωπος στη θάλασσα”, εκδόσεις Ύψιλον-Βιβλία): “Κάποτε η κραυγή ‘άνθρωπος στη θάλασσα’ υποχρέωνε την κοινότητα ενός καραβιού να επιστρατεύσει όλες τις υλικές και ηθικές της δυνάμεις για να σώσει αυτόν που κινδύνευε. Η επιστράτευση της κοινότητας ήταν ολοκληρωτική, εσωτερική, ενστικτώδης. Τι συμβαίνει, όμως, σήμερα, στο δικό μας σαστισμένο ταξίδι; Πώς αντιδρούμε στους τριγμούς του τέλους ενός κόσμου κωδίκων, πάνω στους οποίους στηρίχτηκε κάποτε ό,τι ονομάστηκε “ανθρώπινη συμβίωση”;

Δ.Τ.