«Tι ζητά ο Μωάμεθ στην Αγιά Σοφιά;»

Προσκύνημα ομογενών στις αλησμόνητες πατρίδες

«Αισθάνεσαι μειωμένος, αν όχι θυμωμένος» θα πει ο Στέλιος Κουκουβιτάκης, συνοψίζοντας τα δικά του συναισθήματα, αλλά και όλων των άλλων, που πήγαν για προσκύνημα στις αλησμόνητες πατρίδες της Μικράς Ασίας, όπου άκμασε ο ελληνικός πολιτισμός και άφησε πίσω του μνημεία αδιάψευστα του μεγαλείου του.
«Τι ζητά ο Μωάμεθ στην Αγιά Σοφιά;» θα ρωτήσει μ’ ένα μείγμα θυμού και λύπης ανείπωτης στη ματιά του. Ένα δάκρυ, που το πείσμα του εμποδίζει να τρέξει, είναι πολύ πιο εύγλωττο από το χείμαρρο του λόγου του, έτσι όπως βγαίνει εκρηκτικός, αδιάψευστα αληθινός.

Η ιδέα του Αντρέα Γεωργίου, μια ομάδα φίλων με επικεφαλής τον επίσκοπο Δέρβης, κ. Ιεζεκιήλ, να επισκεφθούν την Πόλη, τον Πόντο και την ευρύτερη Μικρά Ασία, έπεσε σε πρόσφορο έδαφος πριν μερικούς μήνες, με αποτέλεσμα το «ταξίδι-σταθμός», όπως το ονομάζει ο ίδιος, να πραγματοποιηθεί το Δεκαπενταύγουστο.
Σήμερα, και οι δύο άντρες με τους οποίους μιλώ, εκφράζουν ανεπιφύλακτα τα συναισθήματα που τους πλημμύρισαν στο ταξίδι αυτό, τα κυριότερα, διαπιστώνω κοινά και στους δύο, ο θυμός, όμως, είναι εντονότερος στον Στέλιο Κουκουβιτάκη: «Τι τους έφταιξαν οι Άγιοι στις εκκλησίες μας και όπου υπάρχουν οι εικόνες τους, για λόγους τουριστικούς, μιας και οι εκκλησίες στην πλειονότητά τους είναι μουσεία ή τζαμιά, έχουν βγάλει τα μάτια των Αγίων; Πώς μπορείς να μην εξεγερθείς μπροστά σ’ ένα τέτοιο θέαμα; Mετά, στην Αγιά Σοφιά, που την έχουν ανοιχτή γιατί εισπράττουν χρήματα στην είσοδο, έχουν εικόνες του Μωάμεθ. Και σ’ ερωτώ: Τι ζητά ο Μωάμεθ μέσα στον ορθόδοξο αυτό ναό; Είναι ένα ερώτημα που καίει, όχι μόνο τα χείλη, αλλά και την καρδιά, όλων των χριστιανών που επισκέπτονται το σύμβολο αυτό της θρησκείας μας» θα πει με πάθος ο Στέλιος Κουκουβιτάκης.

ΤΑΞΙΔΙ ΖΩΗΣ

Ο σχεδιασμός του προσκυνήματος των ομογενών στις αλησμόνητες πατρίδες, έγινε από τον επίσκοπο Δέρβης, κ. Ιεζεκιήλ.
«Για μένα ήταν ταξίδι ζωής και ευγνωμονώ τον επίσκοπο που με τις γνώσεις, αλλά και την επιρροή που ασκεί, μπορέσαμε να αξιοποιήσουμε το ταξίδι αυτό με τον καλύτερο δυνατό τρόπο» θα πει ο Αντρέας Γεωργίου, προσθέτοντας ότι «η εμπειρία αυτή άλλαξε εκ βάθρων τον τρόπο που βλέπει σήμερα τη ζωή και τους ανθρώπους».
«Οι απλοί άνθρωποι έχουν αγάπη μέσα τους για τον συνάνθρωπο. Οι κυβερνητικοί ηγέτες είναι που καθορίζουν τις τύχες των ανθρώπων.

Όπου πηγαίναμε, από την Κωνσταντινούπολη, μέχρι την Καππαδοκία και τον Πόντο, οι Τούρκοι μας αγκάλιασαν με συγκίνηση και αγάπη. Το μίσος το αντικρίσαμε στις ερειπωμένες και κατεστραμμένες εκκλησίες, που έχουν λεηλατηθεί, στα πρόσωπα των Αγίων που έχουν παραμορφωθεί, στην κλειστή Ιερατική Σχολή Χάλκης».
Στην Παναγία Σουμελά ήθελε να πάει από παιδί, θα πει ο Αντρέας Γεωργίου, που συνοδευόταν σ’ αυτό το ταξίδι από τη σύζυγό του, Στέλλα. «Ήταν μια από τις πιο συγκινητικές στιγμές της ζωής μου να δω τον επίσκοπο Δέρβης να συλλειτουργεί με τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο στο ναό Παναγίας Σουμελά, και εκατοντάδες πιστοί, χριστιανοί από όλον τον κόσμο, να βρίσκονται εκεί, στη χάρη Της, σ’ ένα προσκύνημα που ένωνε τις ψυχές των ανθρώπων. Που έσβηνε τα μίση, για ό,τι μεσολάβησε, και το μόνο που άφηνε ήταν η πίστη στα θεία».

Στη συνέχεια, ο Αντρέας Γεωργίου θα με «ξεναγήσει» στο ναό της Αγίας Ελένης στην Καππαδοκία: «Eίναι 1.700 χρόνων και η μόνη εκκλησία που νομίζεις ότι χτίστηκε πριν 20 χρόνια. Οι εικόνες στο εσωτερικό, το περιποιημένο πεντακάθαρο προαύλιο, η λουλουδιασμένη αυλή, είναι πραγματικά μια ανάσα οξυγόνου από τις ερειπωμένες εκκλησίες που είχαμε συναντήσει σ’ όλο αυτό το ιερό προσκύνημα στα χώματα των προγόνων μας. Εκεί που έζησαν άνθρωποι με έντονο θρησκευτικό συναίσθημα, με καλαισθησία και ανώτερο πνεύμα. Μάς έκανε εντύπωση και, ρωτώντας, μάθαμε ότι η διατήρησή της σ’ αυτήν την εκπληκτική κατάσταση οφείλεται στην πρωτοβουλία του δημάρχου της περιοχής, ο οποίος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη.
Θέλω να τονίσω ότι όπου κι αν πήγαμε και στα πιο μικρά χωριά, οι Τούρκοι μας δέχονταν με συμπάθεια και συγκίνηση. Στο Ικόνιο, ιδιαίτερα, μια συνάντηση με έναν γέρο Τούρκο, που μας κάλεσε στο σπίτι του να μας φιλοξενήσει, σφάζοντας τη μοναδική του κατσίκα, μας έκανε να κλαίμε σαν μικρά παιδιά».

ΤΟ ΑΙΧΜΗΡΟ «ΗΤΑΝ»

«Η Κωνσταντινούπολη είναι μια πανέμορφη, σύγχρονη πόλη» θα πει ο Στέλιος Κουκουβιτάκης. «Από εκεί, από την Αγία Σοφία, τη Σαμψούντα, την Κερασούντα, την Τραπεζούντα, την Καππαδοκία, ήταν έντονη η παρουσία και το μεγαλείο του ελληνικού πολιτισμού, μ’ ένα κεφαλαίο όμως “ΗΤΑΝ”. Αυτό σε γέμιζε δέος, υπερηφάνεια για την παλαιά δόξα και υπεροχή του λαού μας, συγχρόνως, όμως, ένιωθες και μια απερίγραπτη λύπη αντικρύζοντας παντού ερείπια.
Στην Κωνσταντινούπολη υπάρχει η εκκλησία της Παναγίας των Βλαχερνών που οι επισκέπτες μπαίνοντας ψάλλουν τον Ακάθιστο Ύμνο.
Ασύγκριτη και απερίγραπτη συγκίνηση όταν όλοι μαζί ψάλλαμε “Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια…/ ως λυτρωθείσα των δεινών ευχαριστήρια…/ Αναγράφω σοι η πόλις σου Θεοτόκε…».

Είναι η μόνη εκκλησία που λειτουργεί.
Από την Κωνσταντινούπολη στην Καππαδοκία, στη Σχολή Χάλκης με τόσα ερωτηματικά και πίσω στο Ικόνιο, όπου έζησαν το κρεσέντο της ένωσης των ψυχών των ανθρώπων χριστιανών και μουσουλμάνων.
«Σταματήσαμε στο Ικόνιο για βενζίνη κι εκεί συναντήσαμε έναν Τούρκο ηλικιωμένο που είχε συγγενείς στη Μελβούρνη. Όπως ανοίξαμε κουβέντα, συγκινήθηκε και αγκαλιάζοντάς μας έκλαιγε κι έλεγε «δεν φταίμε εμείς για τα όσα έγιναν».
Μας κάλεσε, μάλιστα, να πάμε σπίτι του, να σφάξει έλεγε την κατσίκα του και να μας φιλοξενήσει, όπως έπρεπε. Ν’ ανοίξει το σπίτι του, όπως άνοιξε και την καρδιά του, σε άγνωστους μεν, που τους έδεναν, όμως, γνωστά και αιχμηρά γεγονότα. Ήταν αξέχαστες εμπειρίες, όπου βλέπεις ότι το μεγαλείο της ανθρώπινης ψυχής βρίσκεται πάνω από φιλοδοξίες και συμφέροντα των ισχυρών».

Το πιο περίεργο όλων, θα καταλήξει ο Στέλιος Κουκουβιτάκης, είναι ότι ο αέρας, στα μέρη αυτά που έζησαν οι πρόγονοί μας, μύριζε Ελλάδα.
Ο ήλιος ήταν το ίδιο φωτεινός, η γη είχε βγάλει τα ίδια λουλούδια. Να μην ήταν μόνο τα ερείπια…» θα καταλήξει, δίνοντας έντονα το στίγμα ενός ταξιδιού που σημαδεύει τη ζωή όποιου το επιχειρήσει!