Στην Αθήνα, στο παραθαλάσσιο προάστιο του Παλαιού Φαλήρου, βρίσκεται το Συμμαχικό Νεκροταφείο όπου αναπαύονται πολλοί πεσόντες Αυστραλοί κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Αν και ο χώρος περιβάλλεται από τις πολυκατοικίες, μπαίνοντας στο Κοιμητήριο το περιποιημένο πράσινο γρασίδι αμέσως σου προσφέρει μια αίσθηση γαλήνης και ηρεμίας.

Το Νεκροταφείο -που το επισκέφθηκα την περασμένη Παρασκευή- βρίσκεται σε πολύ μικρή απόσταση από την παραλία. Αν θυμάμαι καλά την ιστορία, τα Μακρά Τείχη της Αθήνας έφταναν μέχρι το Φάληρο για να προστατεύουν το λιμάνι.

Σήμερα, ένα κομμάτι της φαληρικής γης είναι αφιερωμένο στους νεκρούς των συμμαχικών δυνάμεων, οι οποίοι χάθηκαν κατά τη διάρκεια των μαχών στην Ελλάδα κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Είναι η τρίτη φορά που επισκέπτομαι αυτό το Νεκροταφείο. Η πρώτη φορά ήταν το 1991 όταν ήμουν μέλος του αυστραλιανού στρατού «Telamon Force», για την 50ή επέτειο της Μάχης της Κρήτης και της εκστρατείας στην Ελλάδα. Η δεύτερη επίσκεψή μου ήταν αργότερα, το 2000 όπου φωτογράφισα όλα τα μνήματα των ANZACs.

Το Μνημείο HANZAC στην Πελλάνα Λακωνίας

Mε αυτή την επίσκεψη θέλησα να προσπαθήσω να διευρύνω τις γνώσεις μου και να αναπλάσσω στη μνήμη μου το παρελθόν ώστε να αποτίσω φόρο τιμής στη σπουδαιότερη γενιά της εποχής μας. Λέω τη σπουδαιότερη, γιατί εκείνη η γενιά ανέτρεψε όλες τις αρνητικές προβλέψεις, αντιμετώπισε προκλήσεις και ποικίλες καταστροφές που σε άλλη περίπτωση θα έθαβαν για πάντα οποιονδήποτε προηγούμενο πολιτισμό.

Κι ενώ βρισκόμουν σ’ αυτόν τον πολυσήμαντο χώρο, ένιωσα μια βαθιά ηρεμία να με κυριεύει. Μια ιδιαίτερη αίσθηση ότι ήμουν ευπρόσδεκτος εκεί και ότι οι νεκροί είχαν έρθει να με χαιρετήσουν.

Κάποια στιγμή βρήκα την ευκαιρία να μιλήσω με τον φύλακα του Nεκροταφείου, τον Χρήστο, ο οποίος μου έδωσε επιπλέον πληροφορίες. Ο Χρήστος με καθοδήγησε ώστε να βρω τον κατάλογο των μνημάτων και μου εξήγησε τι αντιπροσωπεύει η τεράστια μαρμάρινη στήλη. Στα μνήματα φυλάσσονται τα λείψανα των νεκρών που έχουν αναγνωριστεί, οι ταφικές πλάκες είναι αφιερωμένες σ’ εκείνους των οποίων τα λείψανα δεν ήταν δυνατό να αναγνωριστούν, ενώ η μαρμάρινη στήλη σ’ εκείνους που πέθαναν αλλά τα λείψανά τους δεν βρέθηκαν.

Το Kοιμητήριο βρίσκεται πολύ κοντά στην παραλία του Παλαιού Φαλήρου, παράλληλα με μια λεωφόρο και περιβάλλεται από πολυκατοικίες με πολυτελή διαμερίσματα. Ωστόσο, παρά τον θόρυβο της κίνησης, ο χώρος αποπνέει ησυχία και δεν μπορείς παρά να νιώσεις μια ιδιαίτερη γαλήνη καθώς περπατάς πάνω στο όμορφο πράσινο γρασίδι.

Ξεχνώντας τον θόρυβο από την κυκλοφοριακή κίνηση, που πέρασε σε δεύτερη θέση στο περιβάλλον, καθώς περπατούσα κατά μήκος των μνημάτων και διάβαζα τα σχόλια που είχαν αφήσει αγαπημένα πρόσωπα, και εγώ ο ίδιος ένιωσα να με κυριεύει αυτή η απόκοσμη ηρεμία και η αίσθηση ότι ήμουν ευπρόσδεκτος και ότι οι νεκροί είχαν έρθει να με χαιρετήσουν. Η συγκίνησή μου ήταν εμφανής.

Κοίταζα τα ονόματα και αναρωτιόμουν αν αυτοί ήταν οι πατέρες κάποιων από τους στρατιωτικούς με τους οποίους είχα συνυπηρετήσει. Πρέπει να προσθέσω ότι πολλά ονόματα μου φάνηκαν γνώριμα και συγκινήθηκα βλέποντας πόσο νέοι ήταν όταν έχασαν τη ζωή τους. Γνωρίζω ότι πολλοί από τους συντρόφους μου στο Βασιλικό Αυστραλιανό Σύνταγμα (RAR) και σε άλλα Σώματα, είχαν πατέρες που πολέμησαν στην Ελλάδα, στην Κρήτη.

[Αυτό το άρθρο είναι αφιερωμένο σε αυτούς].

Στη συνέχεια, ο Χρήστος, ο φύλακας, με συμβούλεψε πού θα βρω τον χώρο όπου υπήρχαν οι δύο κατάλογοι με τα ονόματα όλων των νεκρών του πολέμου. Επιπλέον, βρήκα και το βιβλίο σημειώσεων των επισκεπτών όπου κι εγώ με τη σειρά μου πρόσθεσα λίγα σχόλια ευγνωμοσύνης και φόρο τιμής στους πεσόντες.

Παράλληλα, φωτογράφισα και τους δύο καταλόγους που περιείχαν τους νεκρούς κι ελπίζω μια μέρα να τους αντιγράψω στο Μνημείο ΗANZAC στην Πελλάνα της Λακωνίας, στην Ελλάδα. Ένας από τους πολλούς επισκέπτες είχε αφήσει μια κόκκινη παπαρούνα με ένα σημείωμα δίπλα στο όνομα κάποιου που είχε θαφτεί ανάμεσα στους συντρόφους του.

Συνιστώ σε κάθε πολίτη της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας να επισκεφθεί το Νεκροταφείο τουλάχιστον μία φορά στη ζωή του. Ένα πανέμορφο κοιμητήριο καλά διατηρημένο που συντηρείται με δωρεές από τις πρεσβείες των χωρών των οποίων οι άνδρες και οι γυναίκες βρίσκονται θαμμένοι στο ελληνικό έδαφος.

Ολοκληρώνοντας την περιήγησή μου στο νεκροταφείο, επέστρεψα στην ησυχία του προαστίου του Αλίμου που είναι μια περιοχή κοντά στη Νέα Σμύρνη, μια συνοικία η οποία οφείλει την ύπαρξή της στην πόλη της Σμύρνης της Μικράς Ασίας ως αποτέλεσμα της ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας το 1922.

Ήπια ένα φλιτζάνι καφέ στο Cafe Le Bon, ένα τοπικό καφενείο όπου εργαζόταν η Βούλα, ο πατέρας της οποίας ήταν πρόσφυγας από τη Μικρά Ασία. Η Βούλα μου είπε την ιστορία του προαστίου, των ανθρώπων και των ρεμπέτικων τραγουδιών που κάποτε ήταν απαγορευμένα από την τότε κυβέρνηση. Τα ρεμπέτικα μπορούμε να πούμε πως είναι σαν τα Μπλουζ και οι στίχοι τους μας θυμίζουν σήμερα τις κακουχίες αλλά και τους αγώνες μιας περασμένης εποχής.

*Ο Παναγιώτης Αδάμης (Peter Adamis) αρθρογραφεί στον “Νέο Κόσμο”.

Η αναμνηστική πλάκα της γης που προσφέρθηκε στους πεσόντες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου

Ο Παναγιώτης Αδάμης
Μαρμάρινη στήλη που μνημονεύει τα λείψανα των νεκρών που έχουν αναγνωριστεί. Φωτογραφίες: Peter Adamis/Supplied
Μαρμάρινη στήλη αφιερωμένη στους πεσόντες των οποίων τα λείψανα δεν βρέθηκαν ποτέ