Οι εξετάσεις τελειόφοιτων, κοινώς VCE, έχουν σπείρει τον πανικό στις περισσότερες οικογένειες της Αυστραλίας. Ο «Νέος Κόσμος» επισκέφθηκε το Oakleigh Grammar και μίλησε με την Σάρον Φρέημ, διευθύντρια Τελειοφοίτων του Oakleigh Grammar, η οποία μοιράστηκε μαζί μας σημαντικά στοιχεία, που θα βοηθήσουν τόσο τους καθηγητές όσο τους μαθητές και τους γονείς τους να τα βγάλουν πέρα, αποφεύγοντας τα συνήθη λάθη.
Οι μαθητές αυτής της ηλικίας, μπορούν να αφομοιώσουν μόνο ορισμένο όγκο πληροφοριών για συγκεκριμένη ώρα. Τα παιδιά συνηθίζουν όμως να πιέζουν τις ικανότητές τους, πέρα από το νοητό σημείο αντοχής τους τις τελευταίες μέρες πριν τις εξετάσεις. «Καταβροχθίζουν» αμέτρητες πληροφορίες, που ο εγκέφαλός τους δεν μπορεί να «χωνέψει» και σαν αποτέλεσμα; Κάθονται παγωμένα από το άγχος μπροστά σε μια λευκή κόλλα, δίχως να μπορούν να κατανοήσουν καν την ερώτηση- όσες φορές κι αν την επαναλάβουν.
«Δουλεύοντας με τους μαθητές κατά τη διάρκεια της χρονιάς, πάντα προσπαθούμε να εξασφαλίσουμε το ότι κρατούν σημειώσεις σωστά. Το μεγαλύτερό μας πρόβλημα που ανακύπτει αυτή την περίοδο, είναι ότι στο τέλος βασίζονται μόνο σε αυτές και όχι τόσο στην ουσιαστική εφαρμογή τους. Αν δεν έχουν κάνει τις περιλήψεις και τις επαναλήψεις τους μέχρι να φτάσουν στις εξετάσεις, δεν θα τις κάνουν ποτέ. Το καλύτερο που μπορούν να δοκιμάσουν είναι να λύνουν το ένα τεστ μετά το άλλο, μέχρι να εξοικειωθούν με τη διαδικασία και τη γλώσσα των εξετάσεων. Η πρακτική βοηθάει» λέει η Σάρον Φρέημ.
Χρειάζονται, τουλάχιστον, δύο χρόνια προετοιμασίας για το VCE. Στο 11ο έτος, οι μαθητές μαθαίνουν κάποια βασικά πράγματα που θα χρειαστεί να εφαρμόσουν στο 12ο και τελικό έτος, αλλά η εκπαίδευση για το VCE, ξεκινά από τα πρώτα χρόνια στο Γυμνάσιο. Μόνο αν είναι σε θέση να χωρίσει την ερώτηση σε τμήματα, μπορεί ένας μαθητής να την κατανοήσει.
«Στο Γυμνάσιο ο καθηγητής βάζει τέτοιου είδους προβλήματα στους μαθητές, που για να τα λύσουν, χρειάζεται να τα αναλύσουν, βρίσκοντας: α) τι τους ζητείται β) τι στοιχεία τους δίνονται και γ) τι λείπει. Τα «τρία Τ» συνεχίζει η διευθύντρια. Οι περισσότεροι μαθητές, ξεκινούν να λύσουν το πρόβλημα, χωρίς ουσιαστικά να το απαντούν, αγνοώντας τις σχέσεις μεταξύ των στοιχείων που τους δίνονται και χάνονται στη διατύπωση της ερώτησης. «Σπαταλούν 3-4 γραμμές, αναδιατυπώνοντας την ερώτηση νομίζοντας ότι κερδίζουν χρόνο για να σκεφτούν ενώ θα μπορούσαν αντιθέτως να υπογραμμίσουν τα βασικά, να κοιτάξουν τα διαγράμματα και τις σχέσεις μεταξύ ζητούμενων και δοσμένων στοιχείων πριν προχωρήσουν στη λύση». Υπάρχουν παρ’ όλα αυτά και καθηγητές θεωρητικών μαθημάτων, που ενθαρρύνουν τους μαθητές να αποστηθίζουν τα μαθήματα, στερώντας τους τη δυνατότητα να αναπτύξουν κριτική σκέψη.
«Η παπαγαλία δεν βοήθησε ποτέ κανέναν. Ο καθηγητής οφείλει να προκαλεί τον μαθητή. Να σιγουρεύεται ότι δεν επαναλαμβάνει απλώς τις πληροφορίες, αλλά ότι μπορεί και να τις εφαρμόσει, να τις αποδομήσει ακόμη, προκειμένου να φτάσει στη σωστή απάντηση» μάς εξηγεί.
«Είτε το θέλουμε είτε όχι, είμαστε οπτικά όντα. Κατά συνέπεια, τα διαγράμματα αποτελούν πιο κατανοητό τρόπο μάθησης. Το μυαλό μας δέχεται πολλές πληροφορίες μέσω των ματιών. Όταν υπάρχουν πολλές πληροφορίες σε μια σελίδα, κουραζόμαστε και δεν αφομοιώνουμε το ίδιο εύκολα από ένα σημείο και μετά. Αν όμως συνοψίσουμε τα βασικά σε διαγράμματα, η εικόνα θα ξυπνήσει την πληροφορία που βρίσκεται στη μνήμη μας και θα μας βοηθήσει να τη διατυπώσουμε» συνεχίζει η κ. Φρέημ.
Η διευθύντρια, μας εξήγησε τι παρέχει το Oakleigh Grammar στο πλαίσιο του προγράμματος σπουδών του, προκειμένου να βοηθήσει τους μαθητές και τις οικογένειές τους. Κάθε τελειόφοιτος, έχει το δικό του «μέντορα», έναν καθηγητή ο οποίος έχει την εποπτεία του καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, παρακολουθώντας την επίδοσή του. Υπάρχει, επίσης, ένας βασικός συντονιστής για το τελικό έτος, στον οποίο αναφέρονται οι υπόλοιποι καθηγητές, ένας καθηγητής που βοηθά τα παιδιά με τις εργασίες για το σπίτι καθώς και μια ομάδα ιερέων διαθέσιμη. «Κρατάμε συχνή επαφή και με το σπίτι κάθε παιδιού. Ιδίως όταν κάποιος μαθητής, αντιμετωπίζει μεγάλο άγχος και τόσο εμείς όσο και οι γονείς αδυνατούμε να το αντιμετωπίσουμε, αναλαμβάνει ειδικός σύμβουλος. Δοκιμάζουμε τα πάντα, αν και, συνήθως, τα παιδιά θέλουν απλά κάποιον να μιλήσουν. Τα ακούμε. Είναι το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε». «Ένας καθηγητής του VCE, έχει υποχρέωση να βρίσκεται δίπλα στους μαθητές του. Οι μαθητές μας μπορούν να μας ‘ενοχλήσουν’ οποιαδήποτε στιγμή. Αυτό το ‘κάτι παραπάνω’ οφείλουμε να το παρέχουμε και στο σχολείο μας τους χαρίζουμε το χρόνο μας» διευκρινίζει.
Οι περισσότεροι μαθητές αγχώνονται υπερβολικά, κάτι που συχνά οφείλεται στους γονείς και στις υπερβολικές απαιτήσεις τους. «Ενθαρρύνετε τα παιδιά σας να παλέψουν για τους δικούς τους στόχους και επιθυμίες και να είστε ρεαλιστές με το τι μπορούν και το τι δεν μπορούν να επιτύχουν. Καθησυχάστε τα και στηρίξτε τα. Οι τελικές εξετάσεις, δεν είναι ο προσωπικός του Γολγοθάς- αφορούν ολόκληρη την οικογένεια που περιστρέφεται γύρω από το μαθητή» συμβουλεύει η κ. Φρέημ. Δεν είναι ένας γονιός που στέκεται επιτακτικά και απαιτητικά πάνω από το κεφάλι τους, αυτό που έχουν ανάγκη οι μαθητές τη δεδομένη στιγμή. «Θεωρώ ότι το πιο σημαντικό που έχει να κάνει ένας γονιός για το παιδί του είναι να του δείξει πως το αγαπά και θα είναι πάντα δίπλα του. Ότι ο βαθμός δεν είναι παρά ένας αριθμός που δεν το καθορίζει σαν άνθρωπο» λέει στο «Νέο Κόσμο».
Με αυτό θα ολοκληρώσουμε, σημειώνοντας ότι η ουσιαστική μάθηση δεν επιτυγχάνεται υπό πίεση, αλλά στο πλαίσιο ενός υποστηρικτικού περιβάλλοντος που δίνει τα εφόδια στον νέο άνθρωπο να «ανθίσει».